Καλοκαίρι 1942. Την ώρα που η επίθεση του Ρόμελ στην Αφρική είναι σε εξέλιξη και αμέτρητες πόλεις έχουν καλυφθεί από τα σύννεφα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πλήθος πρόσφυγες κατακλύζουν την ελεύθερη ακόμα Ιερουσαλήμ, που έχει καταντήσει ακυβέρνητη, λόγω των πολλών εξουσιών που νέμονται την περιοχή.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Άραβες, Εβραίοι, Ρώσοι, Αρμένιοι, Πολωνοί, Τσέχοι και Έλληνες, πολίτες και στρατιώτες, συνιστούν το ετερόκλητο πλήθος, τη ζωή του οποίου παρακολουθούμε στη «Λέσχη» του Στρατή Τσίρκα, το πρώτο βιβλίο της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες».
Μικρογραφία αυτού του μωσαϊκού εθνοτήτων φιλοξενείται στην πανσιόν της Άννας Φέλντμαν, στη γερμανική συνοικία. Πολωνοεβραίοι πρόσφυγες, όπως η Ρόζα Χλιάσκα με τα παιδιά και την πεθερά της, η γαλλορουμάνα Μισέλ Ραπέσκου, ένα νεαρό ζευγάρι από την Υεμένη, αξιωματούχοι και πράκτορες του αμερικάνικου στρατού, της αγγλικής intelligence service, ο Άγγλος καθηγητής Ρούμπυ Ρίτσαρντς, η λαίδη Νάνσυ Κάμπελ κι ο εραστής της Ρον Φίλποτ, ο Αδάμ, έλληνας αμφιβόλου ηθικής, ο αριστερός Γαρδέλας και το «Ανθρωπάκι», αριστερός με σταλινικές πεποιθήσεις, είναι μερικοί από τους ενοίκους.
«Μια Βαβέλ της εμπόλεμης ανθρωπότητας» συναντάται σ’ αυτό το «στρατόπεδο τράνζιτο […] όπου κανένας δεν ξέρει με τί ανθρώπους γνωρίζεται, μήτε μπορεί να διαλέξει, μήτε να κρατήσει κοντά του εκείνους που προτιμάει […] που άλλοι αποφασίζουν για τις αφίξεις, τις συναντήσεις, τις αναχωρήσεις, πάνω σε σχέδια που μήτε καν τα φανταζόμαστε, κι ωσότου να το καταλάβουμε ήτανε πια πολύ αργά».
Στο Πανδοχείο της φράου Φέλντμαν, άνθρωποι διαφορετικής τάξης, μόρφωσης και κουλτούρας, προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την φιλοξενία της ιδιοκτήτριας και ταυτόχρονα να ζήσουν σε μια εποχή που όλα ανατρέπονται εξαιτίας του πολέμου. Ανάμεσα τους δύο είναι οι φιγούρες που ξεχωρίζουν. Αυτή της πανέμορφης και φιλήδονης Αυστριακής Έμμη, συζύγου του Χανς Μπομπρετσμπεργκ, πρώην υπουργού της Αυστρίας και εκείνη του Μάνου Σιμωνίδη, αξιωματικού, αριστερών πεποιθήσεων, που διαμένει εκεί κρυπτόμενος από τους συντρόφους του με το ψεύτικο όνομα Καλογιάννης . Ο ουμανιστής αριστερός πρωταγωνιστής, αστός στην καταγωγή, συνδυάζει τη δράση και τη θεωρία. Έχοντας πολεμήσει τραυματιστεί και παρασημοφορηθεί στην Αλβανία, είναι ο συντάκτης του περιοδικού της Αριστεράς της Μέσης Ανατολής, «ο Μαχητής», και τα κείμενα του αιχμηρά και ανατρεπτικά, ωθούν πολλούς να προσπαθούν να ανακαλύψουν την κρυφή του ταυτότητα.
«τι Πύργος της Βαβέλ, τι σύγχυση! Όλοι κατασκοπεύουν, όλοι προδίδουν. Ορίστε ο κόσμος που πολεμάει για να σωθεί απ’ τον κατακλυσμό»
Οι πρωταγωνιστές μπλεγμένοι στους τροχούς μιας σκληρής, απάνθρωπης εποχής, έντιμοι ή ανέντιμοι, καθαροί ή βρώμικοι, προσπαθούν να επιβιώσουν στο ιστορικό γίγνεσθαι και στην αμείλικτη σύγκρουση των εξουσιών για ένα καλύτερο μερίδιο στο παρόν και στο μέλλον. Οι δύο οπτικές που φωτίζονται, αυτή των ηρώων και εκείνη των ιστορικών γεγονότων στα οποία μετέχουν, καταδεικνύουν μέσα από τα προσωπικά όρια των ηρώων και τα όρια της ανθρώπινης φύσης. Ανάμεσα τους βρίσκονται και κάποιες ψυχές κλεισμένες στο μικρόκοσμό τους, που προσπαθούν να παραμείνουν αποστασιοποιημένοι από όλους, ελέγχοντας ταυτόχρονα το περιβάλλον και τους ανθρώπους που κινούνται σ’ αυτό.
«οι καιροί είναι πονηροί […] είναι καλό να φυλάγεσαι»…
Στα διάφορα νήματα που κινούν οι πρωταγωνιστές σε ποικίλους τομείς βρίσκεται και η Λέσχη. Έχοντας πάρει το όνομά της από τη γαλλική λέσχη σκοπιά, η Λέσχη ουσιαστικά επιβλέπει το «στρατόπεδο τράνζιτο» της Ιερουσαλήμ.
Ένα από τα πεδία δράσης της είναι όμως και ο σαρκικός έρωτας, που αποτελεί και τον συνδετικό κρίκο των ηρώων, πότε ως συναίσθημα που ευφραίνει και λειτουργεί σαν καταφύγιο, πότε ως πράξη που αποτελεί απόδειξη πως το σώμα παραμένει ζωντανό την στιγμή που ο θάνατος συλλέγει χιλιάδες ή και εκατομμύρια κορμιά.
Ο αριστερός Μάνος καλείται να επιλέξει ανάμεσα στις επιταγές της καρδιάς του και στις κομματικές προσταγές ατόμων σαν το «Ανθρωπάκι». Όταν αισθάνεται προδομένος από την γυναίκα που ερωτεύεται κι από τους συντρόφους του κόμματος αναρωτιέται ποιες δυνάμεις κυβερνούν πραγματικά τους ανθρώπους. Ο πρωταγωνιστής είναι άλλωστε ο τύπος του αριστερού διανοούμενου με πολιτική σκέψη που όμως αμφισβητεί τη στενή κομματική πειθαρχία και που χαίρεται τη ζωή ως άτομο με ευαισθησίες και παιδεία. Αν και αναγνωρίζει την αριστερή ιδεολογία ως εκείνη που του προσέφερε στόχους κι οράματα ταυτόχρονα δηλώνει απερίφραστα ενάντιος στα στελέχη και στους καθοδηγητές του κόμματος που τον απογοήτευσαν.
Στον αντίποδα του Μάνου βρίσκεται το λεγόμενο Ανθρωπάκι. Ως σύμβολο των οπαδών εκείνων με την ξύλινη γλώσσα και τη σταλινική νοοτροπία, καταφέρνει να αναρριχηθεί, ως είθισται, στην κομματική ιεραρχία. Αντικαθιστώντας την επιχειρηματολογία με τα «πρέπει» , συρρικνώνοντας τις ιδέες, τα συναισθήματα, και τις επιθυμίες του κάτω από την κομματική πειθαρχία, προσβλέπει σε μεγαλεπήβολα σχέδια.
Παράλληλα με τη ζωή των ηρώων, ή μέσα από αυτή, ξεδιπλώνεται και η ιστορικο-πολιτική κατάσταση της εποχής. Η δράση ξένων οργανώσεων και τα πολιτικά παιχνίδια σε συνδυασμό με την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί, έχουν ως στόχο να αυξήσει ο καθένας την κυριαρχία του στη Μέση Ανατολή. Άλλοι ήρωες συμμετέχουν στα γεγονότα και προσπαθούν να τα επηρεάσουν, άλλοι απλώς παρακολουθούν τις εξελίξεις με αγωνία, την ώρα που οι πλειονότητα των απλών ανθρώπων παραμένει σχετικά αδιάφορη, απορροφημένη στην καθημερινότητα της.
«Χίλιες μυστικές εξουσίες κυβερνούν τούτη την ακυβέρνητη πολιτεία: άσε τις Αρχές, άσε τους Συμμάχους, άσε τους Άραβες και τους μπεντουβίνους που έχουν κι αυτοί τις οργανώσεις τους, άσε τους Ναΐτες, τους προτεστάντες, τους καθολικούς, τους Αρμεναίους, τους δικούς μας, τους Ρώσους, τις λογής λογής αποστολές που σφάζονται με τα μαχαίρια για να κερδίσουν ψυχές, οπαδούς στον άλλον κόσμο. Οι πιο καλά οργανωμένοι είναι οι Οβριοί. Αυτοί βάλθηκαν στα σοβαρά να κάνουν δική τους την Παλαιστίνη. Είναι οι Νίλι αυτοί σκοτώνουν, το Ιργκούν που μαζεύει όπλα για ύστερα από τον πόλεμο(τούτον), οι Τσβάϊ Πεούμι, οι ορθόδοξοι, η Χαγκάνα που παίρνει καραβιές τα αμερικάνικα δολάρια, οι Χισταντρούτ που βαστούν όλη την εργατιά, οι σιωνιστές και τα κόμματα, οι πρόσκοποι και οι κουμμουνιστές που γυρνάνε τώρα στα καφενεία και λένε στον κόσμο να φορέσει το χακί να πολεμήσει τον Χίτλερ».
Η περιπλάνηση των ηρώων του Στρατή Τσίρκα στην «Ακυβέρνητη Πολιτεία» της Ιερουσαλήμ αναδεικνύει αυτή ακριβώς την οπτική του πρόσφυγα, του εξόριστου, του κυνηγημένου, του ξένου, με αποτυπωμένη πάνω του την παθολογία του πολέμου και το φόβο του θανάτου, αλλά και την ανάγκη για ζωή, για έρωτα.
Η Λέσχη, που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1961 αποτελεί μαζί με τα άλλα δύο βιβλία, την «Αριάγνη», 1962, και την «Νυχτερίδα», 1965, μια τριλογία μυθιστορημάτων, που αναφέρονται σε μια τριλογία θεμάτων – ιστορία, πολιτική, έρωτας – σε μια τριλογία πόλεων – Ιεροσόλυμα, Κάιρο, Αλεξάνδρεια – και σε μια τριλογία λαών -Έλληνες, Ευρωπαίοι-Εγγλέζοι, Αιγύπτιοι.
Ο Τσίρκας, ως Αιγυπτιώτης ο ίδιος, προσπάθησε να φωτίσει τα γεγονότα που βίωσαν οι Έλληνες που βρέθηκαν στη Μέση Ανατολή και αποτέλεσαν απαρχή άλλων πιο δραματικών γεγονότων που ακολούθησαν την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, γεγονότα που παρέμειναν άγνωστα στο ευρύ κοινό. Ο συγγραφέας ζωντανεύοντας στα μάτια του αναγνώστη τη ζωή στην Ιερουσαλήμ καταφέρνει να μεταφέρει την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της ακυβέρνητης πόλης.
Πλάθοντας τον τύπο του μετα-ιδεολογικού ανθρώπου, έναν τύπο που, χωρίς να ιδιωτεύει, ζει με ένταση την ατομικότητά του, απομυστικοποιώντας τη φύση και την πολιτική, καταφέρνει να αποδείξει πως τα γεγονότα που δημιουργούν οι άνθρωποι τελικά τους ξεπερνούν.
Οι πολιτείες των ανθρώπων μοιάζουν ακυβέρνητες αφού έχει διασαλευτεί η ισορροπία την οποία είχε επιβάλλει στον κόσμο η ιδεολογία. Τούτη η σαλεμένη ισορροπία αποτελεί τελικά το επαναστατικό στοιχείο του έργου, που θέτει σε αμφισβήτηση την κοσμοαντίληψη.
«Ιδού λοιπόν η Άγια Πόλη ο αφαλός της Γης με τους 130.000 κατοίκους της τότε κι άλλους τόσους στρατιώτες –μια επιτομή της ανθρωπότητας και των παθών της, χωρισμένη σε έθνη, χωρισμένη σε φυλές, χωρισμένη σε θρησκεύματα,, χωρισμένη σε δόγματα, χωρισμένη σε τάξεις και σε κάστες, σε συνοικίες, σε φύλα, σε ηλικίες. Ένα φρικτά κομματιασμένο μπακλαβαδωτό».
Εν τέλει στο σύνολό τους, οι «Ακυβέρνητες Πολιτείες», καταγράφουν το τέλος, σε κάθε επίπεδο, μιας πολιτισμικής και πολιτικής περιόδου της ιστορίας μας, παρουσιάζοντας τον πόλεμος ως την ιδανική ευκαιρία για να ξεκαθαριστούν οι λογαριασμοί.
«Τα Γεροσόλυμα είναι στ’ αλήθεια η πιο αλλόκοτη πολιτεία. Κάθε καμπαναριό και μια αίρεση. Κάθε χάβρα, κάθε τζαμί. Ένα κουβάρι πνευματικές ανησυχίες, που ετοιμάζεται να ξεμπλέξει ο Χίτλερ με μια κλοτσιά»…
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»