«Η Ελλάδα είναι σαν ένας καθρέφτης. Σε κάνει να υποφέρεις. Μετά μαθαίνεις. Να ζεις μόνος σου; Να ζεις. Με αυτό που είσαι» αναφέρει ο Νίκολας στο βιβλίο «Ο Μάγος» του Τζον Φόουλς, του βρετανού συγγραφέα που κατέγραψε στο μυθιστόρημα του την αγάπη του για την Ελλάδα καθώς και μέρος της διαμονής του στο νησί των Σπετσών, όπου και δίδαξε στην Αναργύρειο και Κοργειαλένειο Σχολή ως δάσκαλος της Αγγλικής.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Ο Νίκολας Ερφ, ένας νεαρός άγγλος καθηγητής φτάνει στο ελληνικό νησί Φράξος για να διδάξει στο σχολείο του λόρδου Βύρωνα.
Εκεί συναντά έναν κοσμογυρισμένο, πλούσιο και αινιγματικό επιχειρηματία, που έχει αποφασίσει να περνά τα καλοκαίρια του σε μια πολυτελή κατοικία, χτισμένη στην πιο απομονωμένη -και πιο όμορφη-παραλία του νησιού. Ο Μωρίς Κόγχις, όπως ονομάζεται, προσκαλεί τον νεαρό καθηγητή να μένει τα Σαββατοκύριακα στη βίλα του.
Κατά τη διάρκεια των διαμονών αυτών, η πολυδιάστατη προσωπικότητα του Κόγχις, σε συνδυασμό με την κατά ένα τρόπο «μαγική» συμπεριφορά του και τον ηθικά διφορούμενο χαρακτήρα του, στήνει στον Νίκολας, ένα παιχνίδι, ένα «θεοπαίγνιο», όπως το ονομάζει. Πρόσωπα φαντάσματα εμφανίζονται, η αλήθεια συνυφαίνεται με το ψέμα και η αμφισβήτηση της πραγματικότητας μετατρέπεται σε μια διαρκή ενασχόληση με απώτερο στόχο την σταδιακή συνειδητοποίηση των εσωτερικών δυνάμεων του πρωταγωνιστή. Το σπίτι πάνω στη θάλασσα με τις μυστικές του κρυψώνες μετατρέπεται σε σκηνή κι ο ήρωας γίνεται πρωταγωνιστής ενός έργου που αδυνατεί να κατανοήσει.
«… ο Κόγχης, εκείνος που μας δοκιμάζει, το σπίτι με τα φαντάσματα. Φαντάσματα ή ηθοποιοί; Όλα είναι στο μυαλό μας, λέω στον εαυτό μου ξανά και ξανά. Τίποτε δεν είναι αληθινό. Τίποτε από όλα όσα ζούμε. Μια δοκιμασία είναι. Τίποτε άλλο».
Το τοπίο της Ελλάδας, η θάλασσα, το φως και η μυθική της ατμόσφαιρα κάνουν τον Νίκολας να νιώσει ότι βρίσκεται σε έναν άλλο κόσμο, σε έναν χώρο του θαύματος, όπου μπορεί κανείς να εξερευνήσει και τις πιο απόκρυφες πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Έτσι η πραγματικότητα και οι ιδέες που την περιέβαλλαν μεταβάλλονται.
Μια ατελείωτη φαντασιακή και ταυτόχρονα γοητευτική διαδρομή όπου παιχνίδια έρωτα διαδέχονται εκείνα του θανάτου με μοναδικό σκοπό τη θέαση ενός εαυτού και ενός κόσμου χωρίς παρωπίδες, την «ελευθερία», έτσι όπως τιτλοφορείται και το μοναδικό κεφάλαιο που φέρει τίτλο στο βιβλίο. Μια ελευθερία που δεν αφορά αποκλειστικά τον ήρωα αλλά και τον αναγνώστη.
Σ’ αυτή την τυφλόμυγα άλλωστε θύτης και θύμα έχουν τον ίδιο ρόλο και εν τέλει όλα μπορούν να συμβούν, όπως και στην ίδια τη ζωή, όπου τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται και ποτέ τόσο απλό.
Το έργο αυτό, επηρεασμένο από την Τρικυμία του Σαίξπηρ, τις Μεγάλες Προσδοκίες του Ντίκενς και την Οδύσσεια του Ομήρου, διατηρεί την φόρμα μιας περιπετειώδους αναζήτησης, με ηθικά και υπαρξιακά διλήμματα για τον άνθρωπο, τη φύση και τη θέση του στον κόσμο. Μια αναζήτηση, την οποία ο συγγραφέας υφαίνει αριστοτεχνικά με έναν πρωτότυπο και συνάμα ανατρεπτικό τρόπο, αποκαλύπτοντας πτυχές μιας αλήθειας που φαντάζουν ψέμα το αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο. Ένας διαλογισμός πάνω στην ελευθερία, την οποία ο Φόουλς θεωρεί ως τον ένα πόλο του αξεχώριστου δίπολου «ελευθερία- αναγκαιότητα».
Σ’ αυτή την περιπετειώδη αναζήτηση ο συγγραφέας καταφέρνει να τοποθετήσει τον αναγνώστη στη θέση του αφηγητή – ήρωά του, χωρίς να σταματά λεπτό να τον περιπαίζει και τον ίδιο στο ρόλο του περίφημου Κόγχι.
Κυρίαρχο στοιχείο στη γραφή του είναι και η φύση. Ο ήρωας του «Μάγου», όταν βρίσκεται σε απελπισία, βρίσκει παρηγοριά στην αρμονία της φύσης. Άλλωστε, ο ίδιος ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι «όποιος δεν αγαπάει τη φύση δεν είναι σε θέση να καταλάβει κανένα από τα βιβλία του» και πως «η φύση είναι συγγενής του! Όλες οι ιδέες του είναι γέννημα του κεραυνού».
Αν και συγχωνεύει συστατικά διαφορετικών λογοτεχνικών ειδών, ουσιαστικά είναι ένα πολυπρισματικό και πολυφωνικό μυθιστόρημα όπου ο συγγραφέας αποδεικνύεται λογοτεχνικός, χωρίς όμως να γίνεται ποτέ κουραστικός, με τη διάθεση για χιούμορ πάντα σε ετοιμότητα.
Ο Τζον Φόουλς, ο «ερημίτης» της βρετανικής λογοτεχνίας, έχει επιτύχει στο μυθιστόρημά του αυτό, έναν θαυμαστό συνδυασμό φαντασίας, πραγματικότητας και αυτο-πραγμάτωσης, τρίπτυχο που χαρακτηρίζει άλλωστε το έργο του στο σύνολό του.
Με πλήθος αυτοβιογραφικών στοιχείων από την ελληνική εμπειρία του και τον μεγάλο του έρωτα προς την πρώτη γυναίκα του Ελίζαμπεθ, ο Μάγος», πρωτοκυκλοφόρησε το 1966. Ο Φόουλς όμως θα επεξεργαστεί ξανά το βιβλίο και θα το εκδώσει σε αναθεωρημένη μορφή το 1977.
«Πρέπει να προσθέσω ότι στην αναθεώρηση του κειμένου δεν αποπειράθηκα να απαντήσω στις τόσες δικαιολογημένες κρίσεις περί υπερβολής, υπερβολικής πολυπλοκότητας, επιτήδευσης και τις λοιπές πού δέχτηκε το βιβλίο από τους πιο σοβαρούς ενήλικους κριτικούς κατά την πρώτη του εμφάνιση. Τώρα γνωρίζω τη γενιά την οποία ακριβώς ελκύει, και ότι πρέπει να μείνει για πάντα ένα μυθιστόρημα εφηβείας γραμμένο από έναν καθυστερημένο έφηβο. Η μόνη μου δικαιολογία είναι πώς όλοι οι καλλιτέχνες πρέπει να διανύσουν όλο το φάσμα της ζωής τους ελεύθερα. Ο υπόλοιπος κόσμος μπορεί να λογοκρίνει και να θάβει το παρελθόν του. Εμείς δεν μπορούμε, κι έτσι πρέπει να μείνουμε εν μέρει πράσινοι ως το τέλος της ζωής μας… άγουρα-πράσινοι με την ελπίδα ότι θα γίνουμε γόνιμα-πράσινοι. […] Όμως εξακολουθώ να συμπαρατάσσομαι με τη γενική αρχή, και αυτό ήθελα να βρίσκεται στην καρδιά της ιστορίας: ότι η πραγματική ελευθερία βρίσκεται ανάμεσα στα δύο, ποτέ στο ένα μονάχα, και επομένως ποτέ δεν μπορεί να είναι απόλυτη ελευθερία» έγραφε στην επανέκδοσή του.
Όσο για το νόημα του βιβλίου, ο ίδιος ο συγγραφέας απαντώντας σε μια νεαρή αναγνώστρια που ζητούσε από τον ίδιο την ανάλυση της «ελευθερίας» έγραφε:
«Ο Μάγος προσπαθεί να εξηγήσει στον Νίκολας ότι η πραγματικότητα, η ανθρώπινη ύπαρξη, είναι ανεξάντλητα μπερδεμένες. Μερικές φορές κανείς βρίσκει μία προσέγγιση– τη χριστιανική, την ψυχολογική, την επιστημονική… αλλά πάντα διαλύεται όπως η καλοκαιρινή ομίχλη κι ένα νέο τοπίο εμφανίζεται. Ο Μάγος υποστηρίζει ότι μία βάσιμη πραγματικότητα ή αρχή βρίσκεται στην eleutheria- ελευθερία. Αν δεχτούμε ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα περιορισμένης ελευθερίας τότε πρέπει να είναι υπεύθυνος για της πράξεις του. Το να είσαι ελεύθερος (δηλαδή να μην δέχεσαι ούτε θρησκευτικές ούτε πολιτικές ούτε άλλες δεσμεύσεις) δε σου αφήνει κανένα άλλο δρόμο παρά αυτό της λογικής: δηλαδή, να φέρεσαι ανθρώπινα σε όλους τους ανθρώπους»…
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»