«Είμαι ένας αόρατος άνθρωπος. Όχι, δεν είμαι φάντασμα από εκείνα που στοίχειωναν τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, ούτε είμαι κανένα από εκείνα τα εκτοπλάσματα του Χόλιγουντ […] Είμαι αόρατος απλώς επειδή οι άνθρωποι αρνούνται να με δουν. Όπως οι ασώματες κεφαλές που βλέπετε καμιά φορά στο τσίρκο, είναι σαν να με περιβάλλουν παραμορφωτικοί καθρέφτες. Όσοι με πλησιάζουν βλέπουν μόνο όσα με περιβάλλουν, τον εαυτό τους, ή θραύσματα της φαντασίας τους – για την ακρίβεια, βλέπουν τα πάντα και τους πάντες εκτός από εμένα»… Όπως δεν έχει μορφή έτσι δεν έχει και όνομα, ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής και συνάμα πρωταγωνιστής του «Αόρατου Ανθρώπου» του Έλισον, ένα μυθιστόρημα που εκδόθηκε με αφορμή το ομότιτλο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Χ. Τζ. Γουέλς που κυκλοφόρησε στη Μεγάλη Βρετανία το 1897. Στο πρώτο βιβλίο ο αόρατος άνθρωπος, είναι στην ουσία ένας φοιτητής της χημείας ονόματι Γκρίφιν, ο οποίος ανακαλύπτει τη συνταγή που μπορεί να τον κάνει αόρατο· έτσι, κυκλοφορεί άλλοτε αόρατος και άλλοτε μεταμφιεσμένος με γάντια, γυαλιά και επιδέσμους. Στο εύρημα αυτό ο Έλισον είδε μια πελώρια μεταφορά και την αντέστρεψε: ο δικός του αόρατος άνθρωπος δεν είναι εκείνος που γίνεται αόρατος με τη θέλησή του αλλά κάποιος τον οποίο οι άλλοι «αρνούνται να δουν». «Αφού απλώς υπήρχα για είκοσι περίπου χρόνια, άρχισα να ζω μόνο όταν ανακάλυψα ότι είμαι αόρατος» Μέσα από ποιες περιπέτειες κατέληξε όμως να ζει αόρατος στο υπόγειο ενός κτιρίου της Νέας Υόρκης, όπου μένουν μόνο λευκοί, το οποίο είναι κλειδωμένο από τον 19ο ακόμη αιώνα; Αόρατος, εξόριστος από την κοινωνία ζει στο σκοτάδι και με τον νου και τις αισθήσεις του δημιουργεί τον δικό του κόσμο. Σε αυτό το απόκοσμο σκοτάδι ο αόρατος ήρωάς μας βρίσκει αφορμή να μας διηγηθεί την ιστορία του. Ζώντας σε μια μικρή πόλη του αμερικανικού Νότου, ο Έλισον δίνει φωνή σ’ ένα προικισμένο κολεγιόπαιδο, υπόδειγμα καλής συμπεριφοράς που, έχοντας χάσει πια την περηφάνια του, ανακαλεί τα περιστατικά που τον οδήγησαν έξω από κάθε κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό σύστημα αξιών. Πότε ρεαλιστική, πότε εξπρεσιονιστική, πότε σουρεαλιστική, η αφήγησή του είναι ένα ωκεάνιο φλας μπακ με σημείο εκκίνησης την είσοδό του, λίγο μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σ’ ένα προοδευτικό πανεπιστήμιο εγχρώμων του Νότου. Τότε ο αόρατος άνθρωπος ήταν ορατός και προσδοκούσε να γίνει πρότυπο για τους υπόλοιπους της φυλής του. Ο διευθυντής του κολεγίου ήταν άλλωστε ένα τέτοιο παράδειγμα επιτυχημένου μαύρου. Με επιρροή σε πλούσιους διευθετούσε φυλετικά ζητήματα, είχε δύο κάντιλακ και μια όμορφη σύζυγο με ανοιχτόχρωμο δέρμα. Ο ίδιος άνθρωπος, εν τούτοις, θα προτιμούσε να δει «κάθε νέγρο της χώρας να κρέμεται νεκρός από τα δέντρα», προκειμένου να διατηρήσει το πόστο του. Γι’ αυτό κι όταν ο αφηγητής κάνει το ολέθριο λάθος να φέρει σ’ επαφή έναν λευκό χορηγό του κολεγίου μ’ έναν νέγρο αιμομίκτη, την επομένη κιόλας εξοβελίζεται από το ίδρυμα. Ο δρόμος τον οδηγεί στην Νέα Υόρκη, την πόλη των ονείρων και των ευκαιριών. Πιάνει δουλειά σε ένα εργοστάσιο, έρχεται αντιμέτωπος με την καχυποψία των συνδικαλιστών μέχρι να τραυματιστεί. Αναρρώνοντας γίνεται μάρτυρας της έξωσης ενός ηλικιωμένου ζευγαριού κι αποφασίσει να ενταχθεί στον αγώνα της Αδελφότητας στον σκληρό αγώνα του Χάρλεμ και κοινωνική δικαιοσύνη, κατά την διάρκεια του οποίου ξεχωρίζει. Ως πρωταγωνιστής του μεγάλου κινήματος για την κοινωνική αλλαγή για την ριζική μεταστροφή νοοτροπίας, παρελαύνουν μπροστά στα μάτια του εραστές, τζογαδόροι, παπάδες, την ώρα που ο ίδιος θεωρεί πως μπορεί να αλλάξει έναν ολόκληρο κόσμο. Βέβαια σύντομα θα καταλάβει πως δεν αποτελεί παρά ένα πιόνι προς εκμετάλλευση. Ο Ραλφ Έλισον ξεδιπλώνει και τις τελευταίες διαψεύσεις του ήρωά του σ’ ένα Χάρλεμ που φλέγεται, εν μέσω αιματηρών διαδηλώσεων και καταστροφών, όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι φανατικοί μαύροι αδελφοί. Ο «αόρατος» αφηγητής νιώθει πια στο πετσί του την ανάγκη να γίνει κύριος του εαυτού του, αντί ν’ αγωνίζεται για να επιβεβαιώνει τις προσδοκίες που έτρεφαν οι άλλοι για τον ίδιο, νιώθει την ανάγκη να δημιουργήσει την δική του συνείδηση. Για τη δημιουργία συνείδησης όμως απαραίτητη είναι πριν και πάνω απ΄ όλα η αυτογνωσία. Και η αυτογνωσία φέρει μια ακόμα τραγική διαπίστωση. Ο πρωταγωνιστής δεν είναι λοιπόν ο μόνος αόρατος άνθρωπος, αλλά ένας από τους πολλούς με τη μόνη διαφορά πως κατάφερε πληρώνοντας το τίμημα της αφάνειας να μην αλλοτριωθεί. Ο Αόρατος άνθρωπος είναι ένα πολυπρισματικό έργο, όπου η επιρροή του Ντοστογέφσκι και των γάλλων υπαρξιστών διασταυρώνεται με τους αυτοσχεδιασμούς της τζαζ και την τρομπέτα του Λούις Αρμστρονγκ. Αποτελεί το μόνο μυθιστόρημα που δημοσίευσε όσο ζούσε ο αφροαμερικανός συγγραφέας. Ωστόσο αυτό το ένα μυθιστόρημα ήταν αρκετό για να τον κατατάξει στους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα Ο συγγραφέας μέσα από το βιβλίο καταφέρνει να αποτυπώσει τον περίγυρο της αφροαμερικανικής κοινωνίας χωρίς μελοδραματισμούς αλλά και χωρίς εξιδανικεύσεις τόσο για τους λευκούς όσο και για τους μαύρους. Τα στερεότυπα καταρρακώνονται και σημασία αποκτά η ποιότητα του κάθε ανθρώπου κι όχι το χρώμα και η εμφάνισή του. Συνέβαλε δε όσο λίγα στην αφύπνιση της αφροαμερικανικής συνείδησης και στο γεφύρωμα του χάσματος ανάμεσα στην κοινωνία των μαύρων και των λευκών, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο σ’ έναν έγχρωμο πολίτη. Το εμβληματικό βιβλίο περιλαμβάνεται στα 100 καλύτερα μυθιστορήματα του καταλόγου της «Modern Library» και στον αντίστοιχο του περιοδικού «Time». Μαζί με το «Γέννημα θρέμμα» του Ρίτσαρντ Ράιτ και «Το τραγούδι του Σόλομον» της Τόνι Μόρισον ανήκει στα τρία πιο σημαντικά έργα αφροαμερικανών συγγραφέων του 20ου αιώνα. Ο Ραλφ Έλισον (1914-1994) γεννήθηκε στην Οκλαχόμα. Εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε μελέτες και βιβλιοκριτικές. Συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τα περιοδικά «New Challenge» και «New Masses». Δίδαξε ρωσική και αμερικανική λογοτεχνία στο Bard College. «Ένας λαμπρός προσωπικός θρίαμβος […] αποδεικνύει ότι η ποιότητα του αληθινά ηρωικού μπορεί να επιβιώσει στη σύγχρονη εποχή» έγραψε ενθουσιασμένος ο Σολ Μπέλοου για το βιβλίο που τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου των Η.Π.Α το 1953. Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»