Συνυφασμένη με την εξέλιξη των Superbikes, η σειρά των CBR RR διατηρεί μια μόνιμη σχέση με την πρόοδο της τεχνολογίας, την οποία πολλές φορές δημιουργεί η ίδια.
Στην πρώτη της φάση από το 1992 μέχρι το 1999, έθεσε τους όρους στο παιχνίδι των σπορ μοτοσυκλετών της εποχής. Αργότερα, χρειάστηκε να αναζητήσει ανάλογα άλματα τόσο στη δομή της όσο και στις επιδόσεις. Ανέβηκε στα 1000cc για να το πετύχει, φέρνοντας παράλληλα καινοτομίες στη δεύτερη φάση της ιστορίας της, από το 2000 μέχρι το 2008.
Ας δούμε και την πιο πρόσφατη φάση, όπου η CBR RR συναντά την ωριμότητα.
Η ένατη γενιά – CBR 1000 RR – 2008
Κάτω από την έννοια «ό,τι καλύτερο υπάρχει στα Super Sport», η ένατη γενιά των CBR1000RR σχεδιάστηκε ώστε να αποτελέσει το πρότυπο στον τομέα της ευχρηστίας, του σχεδιασμού αλλά και της απόδοσης.
Το μοντέλο χαρακτήρισε η τοποθέτηση μονόδρομου συμπλέκτη, προίκα από την πρωταθλήτρια RC212V. Ταυτόχρονα απέκτησε σύστημα για τη μείωση των φορτίων στο συμπλέκτη, ώστε να ανταπεξέλθει στην πληθωρική δύναμη.
Η παραδοσιακή ευχρηστία των CBR βελτιώθηκε ακόμη περισσότερο στο μοντέλο του 2008 που θύμιζε πια 600άρι. Ελαφρύτεροι τροχοί με τρία μπράτσα πλέον, μείωσαν το μη αναρτώμενο βάρος αλλά και τη στροφορμή των τροχών, με αποτέλεσμα τις ευκολότερες αλλαγές κατεύθυνσης και βελτιωμένο φρενάρισμα.
Οι δαγκάνες των φρένων έγιναν monoblock, χωρίς ενώσεις και συνέβαλλαν έτσι κι αυτές στη μείωση του βάρους. Από την άλλη, η εξάτμιση άλλαξε θέση για μία ακόμη φορά και μετακόμισε από την ουρά στη δεξιά πλευρά, κάτω από τον κινητήρα, θυμίζοντας έντονα μοτοσυκλέτα MotoGP.
Οι μάζες συγκεντρώθηκαν πιο κοντά στο κέντρο της μοτοσυκλέτας, κάτι στο οποίο συνέβαλε και η δίαιτα στο πίσω τμήμα της μοτοσυκλέτας. Η κατ’ ουσία τρίτης γενιάς CBR κράτησε το βάρος χαμηλά και τα 199 κιλά που ανακοινώθηκαν αντιστοιχούσαν πλέον στη μοτοσυκλέτα πλήρη υγρών κι όχι πια «κενή».
Με τη συμπίεση να εκτοξεύεται στο 12,3:1, αριθμό απαγορευτικό μέχρι πριν λίγα χρόνια, η αύξηση της ισχύος έστειλε το δυναμόμετρο στους 175 ίππους και την CBR 1000 του 2008 να είναι πλέον η ισχυρότερη της ιστορίας της.
Με την εμφάνιση να έχει κάνει στροφή προς πιο συντηρητικές επιλογές και χρωματισμούς, η CBR δοκίμασε μια διαφορετική συνταγή. Είναι όμως η εποχή όπου ξυπνούν οι ευρωπαίοι κατασκευαστές και ο ανταγωνισμός γίνεται ανελέητος.
Η δέκατη γενιά – CBR 1000 RR – 2009
Είναι η πρώτη φορά που κάποιο μοντέλο δεν διατηρείται αυτούσιο στην παραγωγή για δύο χρόνια. Σε λιγότερο από 12 μήνες από την παρουσίαση του CBR1000RR του 2008, εμφανίστηκε το μοντέλο του 2009.
Χρειαζόταν επειγόντως μια ειδοποιός διαφορά για τα δύσκολα χρόνια που ακολουθούσαν, λόγω του νέου έντονου ανταγωνισμού. Η Honda παρουσίασε έτσι την πρώτη Superbike με ηλεκτρονικά ελεγχόμενο ABS και ταυτόχρονα σύστημα CBS που συνδυάζει το φρενάρισμα του εμπρός και του πίσω τροχού.
Το φρενάρισμα έγινε ουσιαστικά ηλεκτρονικό από μηχανικό, καθώς ένας εγκέφαλος επεξεργαζόταν την πίεση που έδινε ο οδηγός στη μανέτα και το πετάλ του φρένου και αποφάσιζε (η ηλεκτρονική μονάδα) το πόση πίεση θα έστελνε τελικά στις δαγκάνες.
Το σύστημα αμφισβητήθηκε αρχικά, όμως όσες δοκιμές κι αν έγιναν έδειξαν μικρότερες αποστάσεις φρεναρίσματος που αποδόθηκαν φυσικά στο περίπλοκο αλλά καινοτόμο σύστημα της Honda. Διότι δεν ήταν απλά ένα σύστημα ABS αλλά ταυτόχρονα συνδύαζε τα δύο φρένα για να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα.
Οι supersport μοτοσυκλέτες με μικρό βάρος, κοντό μεταξόνιο και το κέντρο βάρους ψηλά, εύκολα χάνουν την σταθερότητά τους στο έντονο φρενάρισμα, ένα θέμα που η CBR RR του 2009 είχε λύσει. Είχε εκπληρώσει την αποστολή της για μία ακόμη φορά, υποσχόμενη διαστημική ισχύ αλλά και δυνατότητα διαχείρισής της από τον οδηγό.
Η ενδέκατη γενιά – CBR 1000 RR – 2010
Για μία ακόμη φορά το μοντέλο ανανεώθηκε νωρίτερα απ’ όσο συνήθιζε η Honda τα τελευταία 18 χρόνια. Παρότι βασισμένο στην έκδοση του 2009, η 11η γενιά των CBR100RR είχε δεχτεί τόσες μικρο-επεμβάσεις που ουσιαστικά λογίζεται ως νέο μοντέλο.
Η υπέρμετρη μείωση των κινουμένων μερών έφερε και αντίστοιχο αδυνάτισμα στο βολάν, με αποτέλεσμα η ισχύς να μην είναι πια όσο ελεγχόμενη ήθελε η Honda. Αύξησε έτσι τις κινούμενες μάζες (του βολάν αλλά και του στροφάλου) κατά 6,87 % συνολικά, επαναφέροντας μια πιο ομαλή απόδοση της ισχύος.
Αντίστοιχα μεταβλήθηκε ο προγραμματισμός στο άνοιγμα του γκαζιού με στόχο και πάλι την ευχρηστία και την προοδευτικότητα. Το επιπλέον βάρος αντιμετωπίστηκε με εξοικονόμηση από άλλα σημεία, όπως το βεντιλατέρ του ψυγείου το πάχος των τοιχωμάτων της εξάτμισης και τις βίδες στην κεφαλή του κυλίνδρου που έγιναν από αλουμίνιο.
Ουσιαστικά αυτό που έγινε ήταν ο εξορθολογισμός και η τελειοποίηση του μοντέλου του 2008 που αποτέλεσε έναν από τους τρεις σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία των CBR 1000 RR.
Η ενδέκατη γενιά – CBR 1000 RR – 2012
H επετειακή έκδοση για τα 20 χρόνια επανάφερε και την συχνότητα ανανέωσης των μοντέλων στα δύο χρόνια. Η CBR1000RR του 2012 σχεδιάστηκε με στόχο την βελτίωση όσων σημείων ακόμη μπορούσαν να επηρεάσουν θετικά την ευχρηστία της μοτοσυκλέτας.
Σε κάθε της πτυχή η μοτοσυκλέτα έχει φθάσει στην ωριμότητά της και η έμφαση πλέον δίνεται σε βελτιώσεις στα σημεία. Οι τροχοί για μια ακόμη φορά άλλαξαν ενώ οι αναρτήσεις εμπρός και πίσω ανανεώθηκαν.
Στον κινητήρα βελτιώσεις δέχτηκε ο ψεκασμός εισαγωγής καυσίμου με στόχο την γραμμικότερη απόδοση στο αρχικό άνοιγμα του γκαζιού. Το πέρασμα αντίστοιχα στις περιοχές απόδοσης υψηλότερης ισχύος γίνεται ελεγχόμενα και γραμμικά και αυτό αποτέλεσε το όπλο με το οποίο η Honda αντιστάθηκε στην χρήση εναλλακτικών προγραμμάτων απόδοσης. Θεωρεί –πολύ σωστά- προϊόν του marketing και όχι ανάγκη του οδηγού, την ύπαρξη πολλαπλών προγραμμάτων απόδοσης. Ο οδηγός πρέπει να γνωρίζει ένα πρόγραμμα, ώστε να δέχεται την αναμενόμενη, ίδια κάθε φορά ισχύ στο ίδιο άνοιγμα του γκαζιού.
Η CBR ξεκίνησε την καριέρα της βασιζόμενη στο μότο «Light is Right», σε ελεύθερη απόδοση «σωστή είναι η ελαφριά» μοτοσυκλέτα. Μετά από 20 χρόνια και 12 διαφορετικές εκδόσεις, παραμένει πιστή στην βασική της αυτή αρχή και συνεχίζει.
Σήμερα είναι ελαφρύτερη κατά 20 περίπου κιλά από τη σοκαριστικά ελαφριά για την εποχή της, πρώτη CBR 900 RR του 1992. Επίσης είναι κατά 70 περίπου ίππους ισχυρότερη από την πανίσχυρη τότε «superbike» του 1992.
Ωστόσο δεν είναι πια ούτε η απολύτως ισχυρότερη ούτε η απολύτως ελαφρύτερη.
Η CBR RR τραβά το δικό της δρόμο που βασίζεται στον οδηγό και την τεχνολογία, όχι στον εντυπωσιασμό. Άλλωστε είναι το πεδίο εφαρμογής των όσων εξελίσσει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα MotoGP. Με το δεδομένο αυτό η κυριαρχία της Honda στον απαιτητικό αυτό στίβο αναμένεται να στρέψει και πάλι τους προβολείς επάνω στην CBR του μέλλοντος…