Στην κατάληψη του μουσείου του Πράδο στη Μαδρίτη με την απειλή να αυτοκτονήσουν αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους, προχώρησαν επιζώντες από τη μαζική δηλητηρίαση που υπέστησαν πριν από τέσσερις δεκαετίες, όταν κατανάλωσαν βιομηχανικό λάδι που πωλούνταν ως ελαιόλαδο.
Αναλυτικότερα, μια φωτογραφία που ελήφθη από το εσωτερικό του μουσείου δείχνει έξι ανθρώπους -ο ένας σε αναπηρικό αμαξίδιο- να κρατούν ένα πλακάτ μπροστά από τον πίνακα του ισπανού ζωγράφου Ντιέγο Βελάθκεθ με τίτλο «Οι δεσποινίδες των τιμών» («Las Meninas»).
«Όχι άλλη ταπείνωση και εγκατάλειψη», ανέφερε ανακοίνωση που αναρτήθηκε το πρωί στον λογαριασμό στο Twitter μιας ένωσης για τα θύματα μιας υπόθεσης, η οποία επηρέασε χιλιάδες ανθρώπους το 1981, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Έξι ώρες αφότου ήρθαμε εδώ θα ξεκινήσουμε να καταπίνουμε χάπια»
«Έξι ώρες αφότου ήρθαμε εδώ θα ξεκινήσουμε να καταπίνουμε χάπια», προειδοποίησε η ένωση «Είμαστε Ακόμη Ζωντανοί» χωρίς ωστόσο να δώσει διευκρινίσεις για την ακριβή ώρα.
Η ομάδα των επιζώντων εξήγησε ότι επέλεξε το μουσείο για να πραγματοποιήσει τη διαμαρτυρία του επειδή ο πολιτισμός ήταν εκείνος που βοήθησε τα θύματα να ανταπεξέλθουν. «Ξεδιπλώσαμε ένα πλακάτ εις ανάμνηση των 40 ετών που έχουμε υπάρξει θύματα, άρρωστοι και εγκαταλελειμμένοι από όλες τις κυβερνήσεις», είπε ένας διαδηλωτής, σύμφωνα με ένα βίντεο που ανέβασε στη σελίδα της η εφημερίδα El Pais.
Εκπρόσωπος του μουσείου δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα του Reuters να σχολιάσει, ενώ δεν υπήρξε άμεσο σχόλιο ούτε από την κυβέρνηση. Η ανακοίνωση ζητεί την παρέμβαση του πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ για να βοηθήσει τα θύματα της χειρότερης μαζικής δηλητηρίασης στην ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης και ενός από τα μεγαλύτερα διατροφικά σκάνδαλα στον κόσμο.
Μεταξύ των αιτημάτων των επιζώντων είναι μια συνάντηση με τον πρωθυπουργό και με διαμεσολαβητές μέχρι το τέλος Οκτωβρίου καθώς και η παροχή οικονομικής βοήθειας για την κάλυψη των ιατρικοφαρμακευτικών αναγκών των επιζώντων. Σύμφωνα με την ένωση, από τη μαζική δηλητηρίαση πέθαναν πάνω από 5.000 άνθρωποι και άλλοι 20.000 επηρεάστηκαν, κυρίως εμφανίζοντας ανίατες παθήσεις. Χιλιάδες Ισπανοί εμφάνισαν νόσους του αναπνευστικού και άλλα σύνδρομα που προκαλούν μόνιμη αναπηρία, τα οποία αργότερα συνδέθηκαν με την κατανάλωση του μολυσμένου λαδιού.
Το χρονικό της χειρότερης μαζικής δηλητηρίασης στην ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης
Το 1981 στην Ισπανία εμφανίστηκε μια «μυστηριώδης επιδημία», που όπως προέκυψε επρόκειτο για μαζική δηλητηρίαση χιλιάδων ανθρώπων από μολυσμένο «ελαιόλαδο» που δεν ήταν τίποτε άλλο από φτηνό λάδι αγριοκράμβης βιομηχανικής χρήσης το οποίο είχε αναμιχθεί με ανιλίνη, μία ισχυρή τοξική ουσία.
Το λάδι είχε εισαχθεί από την εταιρία RAPSA του Σαν Σεμπαστιάν, είχε ραφιναριστεί στα ελαιουργεία της εταιρίας ITH στη Σεβίλλης προκειμένου να απομακρυνθούν τα χημικά πρόσθετα και στη συνέχεια διοχετεύτηκε σε εμπόρους οι οποίοι το πουλούσαν χύμα, ως «ελαιόλαδο» πλέον, σε πλαστικά μπιτόνια στις λαϊκές αγορές -τις γνωστές μερκαντίλος- γύρω από τα μπλοκ των εργατικών πολυκατοικιών στα περίχωρα της μητρόπολης.
Μέσα σε λίγους μήνες, πάνω από 350 άνθρωποι, οι περισσότεροι γυναίκες και παιδιά, είχαν πεθάνει στη Μαδρίτη ενώ οι θάνατοι από τις άμεσες ή έμμεσες συνέπειες της δηλητηρίασης φέρεται να ξεπερνούν τους 5.000. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η υγεία άλλων δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που κατανάλωσαν το βιομηχανικό λάδι κλονίστηκε σοβαρά καθώς ανέπτυξαν χρόνιες παθήσεις με μη αναστρέψιμες βλάβες σε ζωτικά όργανα.
Με συμπτώματα που δεν είχαν καταγραφεί ποτέ ως τότε στην παγκόσμια βιβλιογραφία για τις τοξικές δηλητηριάσεις, οι γιατροί ονόμασαν την «επιδημία» του ’81 στην Ισπανία, Toxic Oil Syndrome-TOS (Σύνδρομο Τοξικού Λαδιού). Πολλοί ασθενείς συνεχίζουν να υποφέρουν από νευρολογικές διαταραχές, ενώ σε πολλές των περιπτώσεων έχουν καταγραφεί πνευμονική υπέρταση, καχεξία, μυϊκοί σπασμοί και σκληροδερμία.
Οι οργανώσεις των θυμάτων υποστηρίζουν ότι τμήμα της βοήθειας που έλαβαν αφαιρέθηκε στη συνέχεια όταν έλαβαν αποζημιώσεις και η κυβέρνηση δεν έχει τιμήσει ποτέ τα θύματα.