Έρχεται ο τουρισμός «αποκλειστικά για χοντρά πορτοφόλια και υπό αυστηρούς όρους;»
Στο Μοντσεράτ, ένα νησί στην Καραϊβική, το σκέφτηκαν σοβαρά. Τα έβαλαν όλα κάτω και τελικά αποφάνθηκαν «ναι», προχωρώντας σε ένα άκρως τολμηρό, ενίοτε και διχαστικό, «πείραμα» με τον τουρισμό τους.
Η κυβέρνηση του νησιού αποφάσισε μεν να ανοίξει τα σύνορά του, αλλά αποκλειστικά και μόνο για ανθρώπους που βγάζουν τουλάχιστον 70.000 δολάρια (γύρω στα 60.000 ευρώ) ετησίως και συμφωνούν να παραμείνουν στο μαγευτικό νησί για δύο μήνες.
Πριν από την πανδημία, οι περισσότεροι επισκέπτες έφταναν εκεί απλώς για να θαυμάσουν τις ομορφιές του νησιού για 1-2 ημέρες, προτού επιστρέψουν στην κοντινή Αντίγκουα. Πλέον όμως, για να πατήσει ένας τουρίστας το πόδι του στο Μοντσεράτ, θα πρέπει να βγάζει τουλάχιστον 70.000 δολάρια τον χρόνο αλλά και να δεσμευθεί ρητώς και κατηγορηματικώς ότι θα μείνει τουλάχιστον δύο μήνες εκεί, όπως γράφουν σε εκτενές τους άρθρο οι New York Times.
Σε αντάλλαγμα όλων αυτών, οι επισκέπτες θα έχουν αποκλειστική πρόσβαση όχι μόνο σε παραλίες, αλλά και σε μια «εναλλακτική πραγματικότητα», όπως λένε οι ιθύνοντες, όπου ο κορονοϊός φαίνεται να μην υπάρχει καν στον ορίζοντα.
Όταν το νησί εντόπισε τα πρώτα λίγα κρούσματα, τον Μάρτιο του 2020, έκλεισε τα σύνορα για όλους τους τουρίστες μηδενός εξαιρουμένου. Τον περασμένο Απρίλιο τα άνοιξε με προσοχή, με ένα πρόγραμμα που απευθύνεται σε όσους θέλουν να εργαστούν εξ αποστάσεως.
Το πρόγραμμα απαιτεί τόσο οι εμβολιασμένοι όσο και οι ανεμβολίαστοι επισκέπτες να μπαίνουν σε καραντίνα για δύο εβδομάδες και μετά να κάνουν τεστ κορονοϊού. Μέχρι στιγμής 21 άτομα από 7 οικογένειες έχουν μετάσχει επιτυχώς στο εν λόγω πρόγραμμα.
Το δημοσίευμα σχολιάζει εμφατικά ότι «η πρωτοβουλία του Μοντσεράτ διαφέρει τόσο για τους δύσκολους όρους συμμετοχής, όσο και για το γεγονός ότι το νησί θέτει μίνιμουμ και όχι μέγιστο διάστημα παραμονής».
«Είναι πολύ επιλεκτικοί με το ποιους αφήνουν να πάνε», δήλωσε ο Ντέιβιντ Κορτ, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, που πέρασε τρεις μήνες δουλεύοντας από το Μοντσεράτ με τη σύζυγό του και την κόρη τους. «Μου είπαν ότι απορρίπτουν συνέχεια πολλές αιτήσεις», συμπλήρωσε.
Έως τις 20 Σεπτεμβρίου, το νησί μετρούσε 33 κρούσματα κορονοϊού μέσα σε 18 μήνες σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας. Με δεδομένο ότι μόλις το 23% (ούτε καν το εν τέταρτο) του πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο, είναι κατανοητό ότι αν ο ιός εξαπλωθεί στο νησί, το σύστημα υγείας του δεν θα μπορέσει να το διαχειριστεί.
Τι λένε οι τουρίστες που επισκέφτηκαν το νησί
Η οικογένεια της Κρίσταλ Μπάικορ ήταν η πρώτη που συμμετείχε στο πρόγραμμα. Πέντε μήνες αργότερα, η πρώην οικονομική αναλύτρια – που πλέον είναι συγγραφέας παιδικών βιβλίων – διαμένει ακόμη στο νησί.
«Θυμάμαι στην αρχή της πανδημίας αναρωτιόμουν αν υπάρχουν μέρη στον πλανήτη που δεν αντιμετωπίζουν αυτή την τρέλα», λέει, προσθέτοντας ότι στο Μοντσεράτ βρήκε ένα τέτοιο μέρος, όπου μπορεί να πηγαίνει σε εκθέσεις τέχνης χωρίς μάσκα και να αφήνει τα παιδιά της στον παιδικό σταθμό, δίχως να φοβάται για τον κορονοϊό. «Δεν υπάρχει τίποτα εδώ που να μπορεί να τα σκοτώσει», καταλήγει.
«Τις πρώτες δύο εβδομάδες που φτάσαμε, μείναμε μέσα στις νοικιασμένες βίλες μας. Δεν μπορούσαμε να πάρουμε αυτοκίνητο μέχρι να τελειώσει η καραντίνα», λέει ο Πάτρικ Μπένετ, που έμεινε στο νησί με την οικογένειά του τον Μάιο και τον Ιούνιο, επισημαίνοντας μάλιστα ότι δεν του φάνηκε υπερβολική η απαίτηση για ελάχιστη διαμονή δύο μηνών.
Ο Κορτ επιπροσθέτει ότι αυτό ήταν το δόλωμα την εν λόγω προσφοράς:
«Αυτή η πανδημία δίνει την ευκαιρία να γνωρίσεις καλύτερα τους ανθρώπους και τα μέρη», εξηγεί. Εξάλλου, το να είσαι ο μόνος πελάτης στα εστιατόρια έχει και οφέλη. Έχεις την ευκαιρία να μιλήσεις με τους ιδιοκτήτες και να ακούσεις τις ιστορίες τους», σημειώνει.
Ποιο ήταν όμως το αποτέλεσμα αυτού του οικονομικοκοινωνικού πειράματος; «Δεν θα έλεγα ότι υπήρξε μια τεράστια επιτυχία» λέει η Κλόβερ Λι, ιδιοκτήτρια ενός μικρού ξενοδοχείου στο νησί και ο Άντριου Μάιερς, ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης για καταδύσεις, συμφωνεί και επαυξάνει:
«Αναρωτιέμαι γιατί να γίνονται δεκτοί μόνο όσοι βγάζουν 70.000 δολάρια ετησίως. Δεν νομίζω ότι ήταν η καλύτερη επιλογή», ανέφερε ο Μάιερς, συμπληρώνοντας με νόημα ότι αν μειωνόταν αυτό το εισοδηματικό όριο, ίσως το νησί να συγκέντρωνε περισσότερους υποψήφιους, άρα και περισσότερους τουρίστες, με το ξένο συνάλλαγμα να ρέει περισσότερο για τους ντόπιους. «Είχε βέβαια ένα αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά το να παραμείνει ασφαλές από κορονοϊό το Μοντσεράτ», παραδέχεται.
Πάντως, σύμφωνα με το άρθρο, σύντομα όλα αυτά θα αλλάξουν. Σε λίγα 24ωρα, από την 1η Οκτωβρίου, όλοι οι εμβολιασμένοι τουρίστες θα είναι καλοδεχούμενοι, προς μεγάλη ικανοποίηση τόσο των τουριστών, όσο και των επαγγελματιών του τουρισμού στο εξωτικό νησί.