Η Λετισιά Περέ ήταν μια όμορφη 18χρονη σερβιτόρα η οποία πριν ακριβώς δέκα χρόνια, τις πρώτες ημέρες του 2011, εξαφανίστηκε μόλις 50 μέτρα από το σπίτι της ανάδοχης οικογένειάς της, στη Ναντ. Δυο εβδομάδες μετά, τη νύχτα της 18ης Ιανουαρίου, η Λετισιά βρέθηκε σε ένα χωράφι μαχαιρωμένη, στραγγαλισμένη, διαμελισμένη και αποκεφαλισμένη.
Ο δολοφόνος της, ένας ήδη καταδικασμένος για πλείστα αδικήματα, πιάστηκε, πέρασε από δίκη και καταδικάστηκε τον Οκτώβριο του 2015 σε ισόβια δεσμά. Όμως την ίδια ακριβώς περίοδο με την διεξαγωγή της δίκης, βγήκαν στην επιφάνεια οι πιο άσχημες πτυχές της ζωής της άτυχης κοπέλας: ο ανάδοχος πατέρας της, ένας υπάλληλος της Νομαρχίας στη Νάντ, κατηγορήθηκε και φυλακίστηκε για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, μεταξύ αυτών και της δίδυμης αδελφής της.
Η υπόθεση, όπως ήταν φυσικό, συγκλόνισε όλη την Γαλλία, ανάμεσά τους και τον Πολωνοεβραίο καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Paris XIII, Ιβάν Ζαμπλονκά, ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο στη μνήμη της. Το βιβλίο «Laetitia ou la fin des hommes» (Λετισιά ή το τέλος των ανθρώπων) έγινε μπεστ σέλερ και το αμερικανικό συνδρομητικό δίκτυο ΗΒΟ πρόσφατα αγόρασε τα δικαιώματά του και το μετέτρεψε σε μια τηλεοπτική σειρά η οποία ξεκίνησε να προβάλλεται στις 30 Αυγούστου.
«Στη ζωή της Λετισιά υπάρχουν τρεις αδικίες», γράφει σε κάποιο σημείο του βιβλίου ο Ζαμπλονκά. «Η παιδική της ηλικία ανάμεσα σε έναν βίαιο πατέρα και σε έναν ανάδοχο πατέρα που καταχράστηκε την εξουσία του, ο φρικτός της θάνατος στα δεκαοκτώ της και η μεταμόρφωσή της σε είδηση του αστυνομικού δελτίου –δηλαδή σε μακάβριο θέαμα. Μπροστά στις δύο πρώτες αδικίες θλίβομαι και αισθάνομαι ανήμπορος. Μπροστά στην τρίτη επαναστατεί όλο μου το είναι».
Ο συγγραφέας (και κατ’ επέκταση) η ίδια η σειρά στηλιτεύει προφανώς τον Τρίτο και Τέταρτο Κόσμο των γαλλικών προαστίων, εκεί όπου ζουν και μοχθούν καθημερινά οι «αδικημένοι του καπιταλισμού», ντοστογιεφσκικές φιγούρες μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και ζωής και θανάτου.
Δίπλα στον Ζαμπλονκά εργάστηκαν πλήθος εγκληματολόγων και ερευνητών προσπαθώντας να αναπλάσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την πρωτοφανή τραγωδία.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γιανίκ Σοϊρά, επιχείρησαν να ανακατασκευάσουν τις τελευταίες ώρες της, αποκαλύπτοντας πολύ άσχημες λεπτομέρειες για την ανατροφή τόσο της Λετισιά όσο και της δίδυμης αδελφής της, της Τζεσικά.
«Πίσω από την τραγική δολοφονία της Λετισιά, υπήρχε ένας άγνωστος κόσμος, ένα καταχρηστικό και επικίνδυνο κοινωνικό περιβάλλον με γκρεμισμένα ατομικά πεπρωμένα», δήλωσε ο Ζαν Ζαβιέ ντε Λεστράντ, σκηνοθέτης της σειράς. «Αυτή είναι μια αληθινή ιστορία και ξεκινά με την κλασική αστυνομική δουλειά: μια έρευνα για την εξαφάνιση ενός δεκαοκτάχρονου κοριτσιού. Η ζωή της Λετισιά είναι πολύ πιο συναρπαστική από τον θάνατό της, για τον οποίο αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη και ταπεινότητα. Πρέπει να θυμόμαστε τη Λετισιά, όχι για τον τρόπο που πέθανε, αλλά για τον τρόπο που έζησε», προσθέτει με νόημα.
«Οι κοινωνικές επιστήμες στοιχειοθετούν λογοτεχνία»
Από την πλευρά του, ο Ζαμπλονκά σημειώνει εμφατικά σε συνέντευξή του στην Le Monde, το 2019: «Σήμερα η ιστορία είναι αρκετά στέρεα και αρκετά δυνατή ώστε να ξανοιχτεί σε νέες εμπειρίες. Το να αφηγείσαι, μέσα από ποικίλες οπτικές γωνίες, το να ανασυστήνεις ατμόσφαιρες, το να επινοείς νέες μορφές, δεν βλέπω γιατί όλα αυτά αντίκεινται στις απαιτήσεις της μεθόδου. Οι κοινωνικές επιστήμες, έτσι όπως ενσαρκώνονται σε ένα κείμενο, στοιχειοθετούν όχι μόνο λογοτεχνία αλλά και μια νέα λογοτεχνική μορφή. Κινητοποιώ τις κοινωνικές επιστήμες στο πλαίσιο ενός κειμένου: ιστορία, κοινωνιολογία, γεωγραφία, πολιτικές επιστήμες, ανθρωπολογία του καθημερινού. Το πιο σημαντικό σημείο για εμένα είναι ότι οι επιστήμες μπορεί να οδηγήσουν σε μια λογοτεχνία. Μια δυνατότητα γραφής προσφέρεται στον ερευνητή και μια δυνατότητα κατανόησης στον συγγραφέα. Αξιοποιώ και τις δύο ευκαιρίες» και κατόπιν παραδίδει την σκυτάλη στους συντελεστές της σειράς.
Στα έξι επεισόδια της σειράς, ο σκηνοθέτης ανασυνθέτει τις τελευταίες ώρες της νεαρής γυναίκας και δίνει μια σειρά από πειστικές απαντήσεις.
Το ντοκιμαντέρ ξεκινάει από την γέννηση των δίδυμων κοριτσιών και κατόπιν μεταφέρει το κέντρο βάρους της ιστορίας στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσαν και ανατράφηκαν, ένα περιβάλλον βίας και σεξουαλικής κακοποίησης.
Η Λετισιά και η Τζεσικά μορφώθηκαν ελάχιστα έχοντας μαθησιακές δυσκολίες από το δημοτικό, ενώ μεγάλωναν χωρίς καν να νιώσουν παιδική ηλικία, απλά μαθαίνοντας να δουλεύουν σκληρά για να προσφέρουν τα προς το ζην στην ανάδοχη οικογένειά τους.
Η Λετισιά έζησε μια «χαμένη ζωή», μια μικρή, σύντομη ζωή, ποτέ της δεν έλαβε αγάπη, στοργή ή τρυφερότητα και το φρικτό της τέλος υπήρξε ίσως λιγότερο τραγικό από τα 18 χρόνια που η ίδια πέρασε μέσα στην οικογενειακή φρίκη και τον ζόφο.
«Τα δεκάδες εκατομμύρια άτομα που δεν είχαν ακούσει ποτέ για εκείνη, έμαθαν ότι υπήρχε τη στιγμή που εξαφανίστηκε», καταλήγει με νόημα η σειρά, κλείνοντας μας το μάτι για όλα όσα, εξίσου συγκλονιστικά, πρόκειται να εκτυλιχτούν στην μικρή οθόνη.