Την πεποίθησή του πως οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να προχωρήσουν με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας αντίδρασης, ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένες για μελλοντικές κρίσεις όπως του Αφγανιστάν, εκφράζει ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ.
Σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα (30/8) την ιταλική Il Corriere della Sera επισημαίνει πως η εσπευσμένη ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν εν μέσω επιδείνωσης της κατάστασης έδειξε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επιταχύνει τις προσπάθειες για την οικοδόμηση κοινής αμυντικής πολιτικής.
«Πρέπει να αντλήσουμε διδάγματα από την εμπειρία αυτή… ως Ευρωπαίοι δεν ήμασταν ικανοί να στείλουμε 6.000 στρατιώτες γύρω από το αεροδρόμιο της Καμπούλ για να προστατεύσουμε την περιοχή. Οι ΗΠΑ το κατάφεραν, εμείς όχι» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο Ζοζέπ Μπορέλ δήλωσε ότι τα 27 μέλη της Ένωσης θα πρέπει να δημιουργήσουν μία δύναμη ταχείας αντίδρασης από 5.000 στρατιώτες. «Πρέπει να είμαστε ικανοί να ενεργήσουμε με ταχύτητα» συμπλήρωσε όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Τον Μάιο, 14 χώρες της ΕΕ, ανάμεσά τους η Γερμανία και η Γαλλία, πρότειναν την δημιουργία μίας τέτοιας δύναμης, η οποία ενδεχομένως θα περιλαμβάνει πλοία και αεροσκάφη, για την συνδρομή ξένων κυβερνήσεων που θα έχουν ανάγκη επείγουσας βοήθειας.
Η δημιουργία ενός κοινού συστήματος επιχειρησιακών μονάδων από 1.500 στρατιώτες συζητήθηκε για πρώτη φορά το 1999 με τη ευκαιρία του πολέμου του Κοσόβου και συστήθηκε το 2007 για επέμβαση σε κρίσεις, αλλά δεν έχει χρησιμοποιηθεί έκτοτε διότι οι κυβερνήσεις της Ένωσης διαφωνούν για το πώς και πότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Ο Μπορέλ λέει ότι ήρθε η ώρα για την επίδειξη ευελιξίας και αναφέρεται στις συμφωνίες που συνομολογήθηκαν γρήγορα για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης ως παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ μπορεί να ξεπεράσει περιορισμούς στην ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων που περιλαμβάνονται στις ιδρυτικές της συνθήκες.
«Μπορούμε να εργασθούμε κατά πολλούς τρόπους», λέει.
Η Βρετανία, απρόθυμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε βασικό ρόλο στην δημιουργία των επιχειρησιακών μονάδων της δεκαετίας 2000, αλλά δεν ενέκρινε την ανάπτυξή της, καθώς διαμορφώθηκε ισχυρή εσωτερική αντιπολίτευση απέναντι σε οτιδήποτε μπορούσε να μοιάζει με την δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού. Με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση, η Κομισιόν ελπίζει ότι η ιδέα θα αναβιώσει.
Αλλά τα εμπόδια παραμένουν. Ανάμεσά τους η έλλειψη κοινής αμυντικής κουλτούρας μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι διαφορές σχετικά με το ποιες χώρες θα έχουν προτεραιότητα στην ανάπτυξη ευρωπαϊκών δυνάμεων.