«Κυριακή, 12 Σεπτεμβρίου. Η ημέρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ», με αυτή τη πρόταση ξεκινά την μακροσκελή αφήγησή του ο Alexander Kollie από τη Λιβερία της Αφρικής, τη χώρα με περισσότερους από 2400 νεκρούς από τον ιό Έμπολα.
Ο άντρας, ο οποίος εργάζεται στο πλευρό της ανθρωπιστικής οργάνωσης Γιατροί Χωρίς Σύνορα, εξιστορεί στο επίσημο πόρταλ τους, την προσωπική του ιστορία αναφορικά με τον φονικό ιό.
«Ήμουν έξω με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα επισκεπτόμενος χωριά για να ενημερώσω τους ανθρώπους για τον Έμπολα: πώς να προστατεύουν τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους, τι πρέπει να κάνουν αν αρχίσουν να αναπτύσσουν συμπτώματα.
Όταν τελείωνα, έλαβα μια κλήση από τον αριθμό της συζύγου μου, αλλά δεν ήταν αυτή. Απάντησα το τηλέφωνο, αλλά κανείς δεν μιλούσε. Έμενε στην πρωτεύουσα, Μονρόβια, με τρία από τα παιδιά μας, ενώ δούλευα στην Foya, στο βόρειο τμήμα της Λιβερίας… Αργότερα, με πήρε τηλέφωνο ο αδελφός μου ο οποίος με ενημέρωσε ότι η γυναίκα μου έχει πεθάνει. Μου έπεσε το ακουστικό. Το πέταξα μακριά και έσπασε. Ήμασταν μαζί 23 χρόνια… Ήταν η μόνη που με καταλάβαινε. Αργότερα εκείνη την εβδομάδα, έλαβα και ένα ακόμα τηλεφώνημα από την Μονρόβια.
Ο αδελφός μου, που εργαζόταν ως νοσοκόμος και φρόντιζε την άρρωστη γυναίκα μου, είχε προσβληθεί από τον ιό και είχε πεθάνει.
Ο Alexander Kollie μαζί με τον γιο του
Αργότερα, δυο από τα νεότερα παιδιά μου αρρώστησαν, νοσηλεύτηκαν σε κέντρο της πρωτεύουσας, αρρώστησαν βαριά και άφησαν και εκείνα την τελευταία τους πνοή. Ένιωσα αβοήθητος, συντετριμμένος. Τίποτα πια δεν έβγαζε νόημα. Ο μεγαλύτερος γιος μου ο Kollie James εξακολουθούσε και έμενε στο σπίτι μας και ευτυχώς δεν είχε σημάδια από τον ιό. Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι όλοι είχαν αρρωστήσει και ότι δεν ήξερε τι να κάνει. Όταν ο γιος μου έφτασε στο χωριό όπου ήμουν, οι χωριανοί δεν μας δέχτηκαν. Μας έλεγαν ότι η οικογένειά μας είχε αποδεκατιστεί και έτσι πήρα τον Kollie James μακριά. Δεν μας άφηναν να μείνουμε εξαιτίας του στίγματος, οπότε μετακομίσαμε.
Το επόμενο πρωί, πρόσεξα ότι ο γιος μου έμοιαζε κουρασμένος. Ανησύχησα. Κάλεσα τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και τον πήγα στο κέντρο περίθαλψης για εξετάσεις. Όταν ήρθαν τα αποτελέσματα και ήταν θετικός στον ιό, άρχισα να κλαίω σκεφτόμενος τι θα απογίνει ο γιος μου. Όταν καθόμουν δίπλα του, του έλεγα συχνά: ‘για μου, είσαι η μοναδική μου ελπίδα. Πρέπει να κάνεις κουράγιο. Ότι φάρμακο σου δίνουν να το παίρνεις’ και εκείνος μου απαντούσε; ‘μπαμπά καταλαβαίνω. Σταμάτα να κλαις μπαμπά. Δεν θα πεθάνω, θα επιβιώσω από τον Έμπολα. Οι αδελφές μου πέθαναν αλλά εγώ θα ζήσω και θα σε κάνω περήφανο’ […]
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα με ενημέρωσαν ότι ο Kollie ήταν ένας από τους 1000 επιζώντες του Έμπολα… Όταν τον πήρα στο σπίτι και επιτέλους ήταν υγιής, τον ρώτησα τι ήθελε να γίνει όταν μεγαλώσει. ‘Θέλω να γίνω γιατρός’…».
Ο Alexander Kollie