Η Γιούκι Οκινάγκα Χαγιακάουα Λεουέλιν, μια Αμερικανίδα ιαπωνικής καταγωγής, η φωτογραφία της οποίας το 1942 προκάλεσε συγκίνηση τους Αμερικανούς, πέθανε σχεδόν οκτώ δεκαετίες αφού στάλθηκε μαζί με τη μητέρα της σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στις ΗΠΑ.
Η μικρή Γιούκι ήταν μόνο 2 ετών όταν την φωτογράφισαν να κάθεται πάνω σε μια βαλίτσα, στον σιδηροδρομικό σταθμό Γιούνιον Στέισον του Λος Άντζελες. Το κοριτσάκι έγινε το σύμβολο μιας από τις λιγότερο ένδοξες σελίδες της αμερικανικής ιστορίας.
Η Γιούκι πέθανε τον Μάρτιο, σε ηλικία 80 ετών, όμως λόγω της πανδημίας του νέου κορονοϊού ο θάνατός της πέρασε απαρατήρητος, μέχρι που ένας συγγενής της επικοινώνησε πρόσφατα με την εφημερίδα Los Angeles Times σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το όνομά της έγινε συνώνυμο ενός οδυνηρού και ξεχασμένου παρελθόντος: μετά την επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ, περίπου 120.000 πολίτες ιαπωνικής καταγωγής κλείστηκαν σε στρατόπεδα στις ΗΠΑ, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία διαδικασία. Ολόκληρες οικογένειες έμειναν πίσω από τα συρματοπλέγματα για ένα έως και τρία χρόνια. Τα δύο τρίτα από αυτούς τους ανθρώπους ήταν Αμερικανοί πολίτες.
Την ίδια τύχη είχε και η Γιούκι Οκινάγκα Χαγιακάουα, η οποία εκτοπίστηκε και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο του Μανζανάρ, στους πρόποδες της Σιέρα Νεβάδα, στην Καλιφόρνια. Το στρατόπεδο αυτό, το γνωστότερο από τα δέκα όπου στάλθηκαν οι Αμερικανοϊάπωνες, είχε ιδρυθεί με διάταγμα του προέδρου Φράνκλιν Ρούσβελτ.
Η Γιούκι και η μητέρα της ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στο στρατόπεδο και από τους τελευταίους που απελευθερώθηκαν. Μετά τον πόλεμο η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Κλίβελαντ. Αν και έγινε στόχος ρατσιστικών σχολίων και χλεύης όταν πήγαινε στο σχολείο, η νεαρή Γιούκι κατάφερε να σπουδάσει και να αποκτήσει πανεπιστημιακό πτυχίο. Παντρεύτηκε και απέκτησε ένα παιδί.