Ως την «μεγαλύτερη πρόκληση στην εξωτερική πολιτική» της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτήρισε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, Ζοζέπ Μπορέλ, τη στάση που θα κρατήσει απέναντι στην Τουρκία.
«Το ζήτημα του τρόπου αντιμετώπισης της Τουρκίας αποτελεί την μεγαλύτερη πρόκληση στην εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης», τονίζει ο κ. Μπορέλ σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται στην έντυπη εβδομαδιαία έκδοση του περιοδικού Der Spiegel. «Η Τουρκία είναι γείτονάς μας, δεν μπορούμε να αλλάξουμε αυτή τη γεωγραφία. Η χώρα ελέγχει τη ροή των προσφύγων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, προκαλεί προβλήματα στα μέλη της ΕΕ, Ελλάδα και Κύπρο. Αλλά η Τουρκία είναι επίσης υποψήφια προς ένταξη χώρα, όσο δεν αποφασίζουμε αυτό να το αλλάξουμε», προσθέτει ο Ευρωπαίος αξιωματούχος, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν η Τουρκία, με την πολιτική της σε ό,τι αφορά τόσο τις γεωτρήσεις όσο και την Λιβύη, διακινδυνεύει να χάσει το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας.
Κληθείς να σχολιάσει ακόμη το γεγονός ότι ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν «χρησιμοποίησε μόλις στις αρχές του χρόνου τους πρόσφυγες ως μοχλό πίεσης έναντι της ΕΕ», ο κ. Μπορέλ, απευθυνόμενος στην Γερμανία ως προεδρεύουσα του Συμβουλίου της ΕΕ για το τρέχον εξάμηνο, τονίζει ότι θα επιθυμούσε το Βερολίνο να ταχθεί υπέρ της διαπραγμάτευσης μιας συνολικής συμφωνίας με την Τουρκία. «Κυρίως η Καγκελάριος Μέρκελ είναι σε θέση να βοηθήσει στην επίλυση αυτού του προβλήματος. Σε αυτή τη διαδικασία, θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι όλα τα ζητήματα: Από τις γεωτρήσεις για φυσικό αέριο και τις παραβιάσεις του Δικαίου της Θάλασσας στα ανοιχτά της Ελλάδας και της Κύπρου και την υποστήριξη των σχεδόν 4 εκατομμυρίων προσφύγων, μέχρι τον ρόλο της Τουρκίας στην Συρία και την Λιβύη», δηλώνει ο κ. Μπορέλ και τονίζει χαρακτηριστικά ότι η ΕΕ «δεν έχει κανένα συμφέρον να δημιουργηθεί ένας δακτύλιος τουρκικών ή ρωσικών στρατιωτικών βάσεων στα ανοικτά των ιταλικών ακτών», προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι «αυτό ακριβώς θα συμβεί, αν δεν κάνουμε τίποτα».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε η Ελλάδα την προσπάθεια προσφύγων να περάσουν τα σύνορά της στον Έβρο έπειτα από παρότρυνση της τουρκικής κυβέρνησης αποτελεί την ενδεδειγμένη στάση της ΕΕ προκειμένου να καταστεί «λιγότερο εκβιάσιμη» από την Άγκυρα, ο Ζοζέπ Μπορέλ αναφέρει: «Ως δημοσιογράφος, εσείς μπορείτε να μιλάτε για “εκβιασμό”. Για έναν διπλωμάτη, τέτοιες λέξεις απαγορεύονται. Όπως γνωρίζετε, η ΕΕ καταδίκασε έντονα το ότι η τουρκική κυβέρνηση άνοιξε στοχευμένα προσωρινά τα σύνορα με την Ελλάδα. Και η Ελλάδα, όπως κάθε άλλη χώρα σε μία τέτοια κατάσταση, έχει καθήκον να προστατεύει τα σύνορά της. Εάν οι μετανάστες επιδιώκουν να διεισδύσουν σε μια χώρα διά της βίας, οι δυνάμεις ασφαλείας της έχουν καθήκον να υπερασπιστούν τα σύνορα με τα κατάλληλα μέσα».
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο η ΕΕ να χαλαρώσει τους ταξιδιωτικούς της κανόνες έναντι της Τουρκίας με αντάλλαγμα την «αυτοσυγκράτηση» της Άγκυρας στα θέματα των γεωτρήσεων και της Λιβύης, ο αρμόδιος για την εξωτερική πολιτική της Ένωσης χαρακτηρίζει «άτοπο» το ερώτημα, επισημαίνοντας ότι «δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε την υγεία εκατομμυρίων ανθρώπων για μια πολιτική συμφωνία» και υπογραμμίζει ότι μια τέτοια απόφαση μπορεί να ληφθεί μόνο με βάση αντικειμενικά επιδημιολογικά δεδομένα. «Και τα δεδομένα στην Τουρκία είναι αυτά που είναι», λέει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Μπορέλ τάσσεται μεταξύ άλλων και υπέρ της εγκατάλειψης της ομοφωνίας για ορισμένες αποφάσεις της ΕΕ «Ο προϋπολογισμός θα πρέπει σαφώς να αποφασιστεί με ομοφωνία, αλλά πρόκειται για την κατανομή χρημάτων, επ’ αυτού μπορεί κανείς να διαπραγματευτεί και να πετύχει συμβιβασμούς. Αντίθετα, στη εξωτερική πολιτική συχνά έχουμε να κάνουμε με ζητήματα που απαντώνται με ένα «Ναι» ή ένα «Όχι», είτε πρόκειται για κυρώσεις, είτε για στρατιωτικές επιχειρήσεις», δηλώνει ο Ισπανός πολιτικός, επισημαίνοντας ωστόσο παράλληλα ότι «το πρόβλημα με την ομοφωνία είναι ότι χρειάζεται ομοφωνία προκειμένου να καταργηθεί ως αρχή».
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος υπερασπίζεται, τέλος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την καθυστέρηση στην υποβολή πρότασης σχετικά με την πολιτική ασύλου. «Ελπίζω ότι θα έχουμε μια καλή πρόταση τον Σεπτέμβριο», σημειώνει, αλλά εξηγεί ότι μέχρι τώρα όλες οι προσπάθειες έχουν αποτύχει εξαιτίας των εντελώς διαφορετικών προσεγγίσεων των κρατών-μελών. «Όταν ορισμένα κράτη-μέλη λένε ότι δεν θέλουν γενικά μετανάστες, τότε είναι πολύ δύσκολο να υποβάλουμε μια λογική πρόταση», καταλήγει.