Ο ΟΗΕ ελέγχει «τις ανησυχητικές πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες έχουν αυξηθεί οι περιπτώσεις υποσιτισμού» μεταξύ των παιδιών στις πολιορκούμενες περιοχές της Συρίας, ανακοίνωσε σήμερα η εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος (PAM) από τη Γενεύη.
Η Ελίζαμπεθ Μπιρς ανακοίνωσε ότι η υπηρεσία του ΟΗΕ μπόρεσε να βοηθήσει τον Οκτώβριο 3,3 εκατομμύρια ανθρώπους στη Συρία, έναν αριθμό ο οποίος αποτελεί ρεκόρ από την αρχή των επιχειρήσεων το 2011.
Ο PAM βοήθησε 2,7 εκατομμύρια ανθρώπους τον Σεπτέμβριο, αν και είχε θέσει στόχο να βοηθήσει 4 εκατομμύρια ανθρώπους, κάτι που δεν μπόρεσε να υλοποιήσει εξαιτίας «της έλλειψης ασφάλειας και των προβλημάτων πρόσβασης στις επαρχίες του Χαλεπιού και της Χασάκε».
Στην επαρχία του Χαλεπιού, ο PAM μπόρεσε να προσφέρει βοήθεια σε 175.000 ανθρώπους αντί για τους 750.000 που είχαν εντοπιστεί ότι χρειάζονται επισιτιστική βοήθεια.
Όταν ρωτήθηκε για τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης όσον αφορά τον λιμό σε κάποιες πολιορκημένες περιοχές, η εκπρόσωπος του PAM διευκρίνισε ότι δεν έχει συγκεκριμένα στοιχεία, καθώς δεν είναι εφικτή η πρόσβαση σε αυτές.
Αυτή τη στιγμή διεξάγεται μια έρευνα του PAM και του διεθνούς Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας (FAΟ) του ΟΗΕ στη Συρία, τα αποτελέσματα της οποίας αναμένεται να γίνουν γνωστά στο τέλος του μήνα, σημείωσε η Μπιρς.
Ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα για μια «ανθρωπιστική καταστροφή» κατηγορώντας το καθεστώς του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ ότι «προχωρά σε μια συστηματική εκστρατεία λιμοκτονίας και εκτοπισμού του πληθυσμού» στην περιοχή της Μουανταμίγια αλ Σαμ, προάστιο στα νοτιοδυτικά της Δαμασκού.
Ο PAM έχει προσπαθήσει μάταια εννέα φορές από την προηγούμενη χρονιά να στείλει βοήθεια στο προάστιο αυτό, δήλωσε η Μπιρς. Την προηγούμενη εβδομάδα απομακρύνθηκαν από εκεί 3.000 κάτοικοι.
Εξάλλου ο PAM σημείωσε ότι από τα μέσα του 2012 δεν έχει καταφέρει να προσεγγίσει 38 τομείς της επαρχίας της Δαμασκού εξαιτίας της ενίσχυσης των συγκρούσεων σε αυτές, αν και πρόκειται για «κάποιες από περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο, όπου τα πιο βασικά προϊόντα είναι σπάνια».