Λίγο πριν από την κατάρρευση του εργοστασίου υφασμάτων στην πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές, η οποία στοίχισε τη ζωή σε 1.127 ανθρώπους, υπήρχαν έντονες ενδείξεις αστοχίας στο κτίριο.
Μηχανικοί είχαν εντοπίσει μια τεράστια ρωγμή που είχε σχηματιστεί στον έβδομο όροφο του κτιρίου, προειδοποιώντας να μην εισέρχεται κανείς σε αυτό. Αυτές οι προειδοποιήσεις δεν λήφθησαν όμως υπόψη.
Όσο οι εκατοντάδες εργάτες έμεναν παγιδευμένοι στα ερείπια και ο ιδιοκτήτης του κτιρίου Sohel Rana προσπαθούσε να διαφύγει στην Ινδία, οι ειδικοί προσπαθούσαν να καταλάβουν πώς ένα πολυώροφο κτίριο κατέρρευσε από μόνο του.
Αυτό που είναι ήδη γνωστό στους ειδικούς ερευνητές είναι πως η ρωγμή ήταν καινούργια και κατά πάσα πιθανότητα είχε προκληθεί από τις εργασίες για την επέκταση του κτιρίου. Η επέκταση αυτή γινόταν χωρίς καμία άδεια ή επίβλεψη, κάτι που στις περισσότερες χώρες απαγορεύεται.
Τα φορτία που προέκυψαν από την πρόσθεση επιπλέον ορόφων στην κορυφή του κτιρίου από σκυρόδεμα ήταν τέτοια που, πολύ απλά, το κτίριο «παρέδωσε πνεύμα».
«Αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να συμβαίνουν», αναφέρει ο καθηγητής Daniel Jensen του δημόσιου πολυτεχνείου της Καλιφόρνιας. «Προσέθεταν επιπλέον ορόφους σε ένα κτίριο χωρίς τις προβλεπόμενες άδειες. Επίβλεψη δεν υπήρχε. Αυτό είναι αδιανόητο».
«Αν στέκεται, λένε, μπορούμε να βάλουμε και άλλον όροφο», συνεχίζει. «Πιθανόν και να υπάρχουν περιπτώσεις όπου αυτή η λογική δούλεψε και έβαλαν σε ένα κτίριο δυο τρεις ορόφους παραπάνω και αυτό δεν κατέρρευσε. Υπάρχει όμως πάντα ένα όριο. Οι άνθρωποι φλερτάρουν με αυτό το όριο και τελικά επέρχεται η αστοχία… είναι όμως τραγικά τα αποτελέσματα αυτής της πρακτικής».
O John Hooper, διευθυντής Σεισμικής Μηχανικής της κατασκευαστικής εταιρίας MKA στο Σιάτλ, λέει πως τα κτίρια από σκυρόδεμα δείχνουν σημάδια κινδύνου μέσω ρωγμών και θρυμματισμών, συχνά όταν υπερφορτώνονται ή λίγο πριν από την αστοχία τους. Ενώ οι ρωγμές δεν είναι κάτι σπάνιο και ειδικά οι μικρές ρωγμές συχνά δεν εμπεριέχουν κίνδυνο, οι μεγάλες αυξανόμενες ρωγμές, όπως αυτή στο κτίριο του Μπαγκλαντές, είναι σαφή σημάδια μεγάλου κινδύνου.
«Δεν μιλάμε για μικρά πράγματα», λέει ο Jansen, «μιλάμε για ρωγμές που αποτελούν τεράστιες προειδοποιήσεις».
Το σκυρόδεμα σαν υλικό έχει άριστες αντοχές στη θλίψη, όχι όμως και στον εφελκυσμό. Προκειμένου να αποκτήσει αντοχή και στον εφελκυσμό, χαλύβδινες ενισχυτικές δοκοί «οπλίζουν» το σκυρόδεμα. Αλλά όταν οι ρωγμές μεγαλώνουν, λέει o Jansen, αυτό σημαίνει ότι οι δοκοί αρχίζουν να φθάνουν στο όριο αστοχίας τους.
Σε μερικές χώρες, το κόστος του χάλυβα είναι τέτοιο ώστε οι εργολάβοι πολλές φορές απλώς επιλέγουν να βάλουν περισσότερο σκυρόδεμα χωρίς όμως τις ενισχυτικές δοκούς. Αυτός ο συνδυασμός υλικών δεν επιτρέπει τη μεταφορά φορτίων στα μήκη και τα πλάτη του κτιρίου. Σε μεγάλες αποθήκες που έχουν βαριά μηχανήματα σε μεγάλους ανοιχτούς χώρους, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στο να υπάρχουν αρκετές υποστηρικτικές κολώνες για καλή κατανομή βάρους σε όλους τους ορόφους.
Ο Matthys Levy, μηχανικός και συγγραφέας του βιβλίου «Γιατί τα κτίρια πέφτουν» (Why buildings fall down), λέει πως οι ρωγμές είναι απλώς ένα πιθανό σημάδι κινδύνου της επερχόμενης καταστροφής μιας κατασκευής από σκυρόδεμα. Όσο τα φορτία αρχίζουν να αυξάνονται πέραν αυτών για τα οποία έχει σχεδιαστεί το κτίριο, τότε κάποιος μπορεί να δει πατώματα να κρεμάνε, θεμέλια να βυθίζονται ή ακόμα και τοίχους να παραμορφώνονται. Το κτίριο μπορεί επίσης να αρχίσει να ταλαντώνεται.
«Αν κάποιος παρατηρήσει ρωγμές σε ένα κτίριο από σκυρόδεμα, μπορεί να τις μετρήσει και να διαπιστώσει αν μεγαλώνουν», αναφέρει ο Levy. «Αν όντως μεγαλώνουν, τότε κάτι κακό θα συμβεί. Δεν είναι φυσιολογικό».
Ένα ακόμα πρόβλημα που μπορεί να οδηγήσει στην αστοχία ενός κτιρίου, είναι η αλλαγή χρήσης. Εάν δηλαδή το κτίριο έχει σχεδιαστεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό αλλά μετά μεγαλώσει σε μέγεθος ώστε να εξυπηρετεί κάποια καινούργια χρήση. «Η κατασκευή του κτιρίου πρέπει να αναλυθεί από την αρχή εφόσον δεν έχει κατασκευαστεί για τη φόρτιση που επιβάλλει η νέα χρήση».
Εάν το κτίριο εμφανίζεται ιδιαίτερα αδύναμο στο να παραλάβει τα τρέχοντα φορτία ή μια αναμενόμενη επέκταση, οι μηχανικοί μπορούν να το ενισχύσουν προσθέτοντας επιπλέον σκυρόδεμα στις κολώνες ή χρησιμοποιώντας καλώδια και άλλες μεθόδους προέντασης για την υποστήριξη των ορόφων. Όμως τέτοιου είδους πρακτικές απαιτούν υψηλά επίπεδα κατάρτισης από τους μηχανικούς, που δεν είναι διαθέσιμα σε αρκετές χώρες.
«Οι κατασκευές από σκυρόδεμα στη χώρα μας ελέγχονται πλήρως και έτσι δεν αντιμετωπίζουμε μεγάλα προβλήματα», λέει ο Levy (σσ. αναφέρεται στις Η.Π.Α. αλλά το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα). «Σε πολλές χώρες όμως ανά τον κόσμο, η βιομηχανία των κατασκευών δεν εποπτεύεται καλά. Στη Μέση Ανατολή και σε χώρες της Ασίας δεν υπάρχει πολλές φορές κανένας έλεγχος στα κτίρια από σκυρόδεμα και έτσι προκύπτουν προβλήματα».
Αλλά και σε μία χώρα που οι έλεγχοι είναι πλημμελείς, θα έπρεπε κάποιος να ανησυχεί για την ποιότητα του σκυροδέματος. «Ήταν το σκυρόδεμα τόσο ισχυρό όσο θα έπρεπε ή o εργολάβος προτίμησε κάτι φτηνό θυσιάζοντας την αντοχή;», αναφέρει ο Levy. Ο Hooper λέει πως το καλοφτιαγμένο και ποιοτικό σκυρόδεμα αποκτά καλύτερες μηχανικές ιδιότητες με το πέρασμα του χρόνου, εφόσον φυσικά έχει εγκατασταθεί και συντηρηθεί όπως έπρεπε. Τα φτηνότερα μείγματα που είναι πλούσια σε άμμο αλλά φτωχά σε τσιμέντο, δεν μπορούν να έχουν τις μηχανικές ιδιότητες να υποστηρίξουν τα τυπικά φορτία μιας κατασκευής, πόσο μάλλον προσθήκες επιπλέον ορόφων.
Αν προστεθεί μάλιστα και η πιθανότητα πως στο κτίριο στο Μπαγκλαντές γίνονταν εργασίες κατασκευής/επέκτασης την ώρα της αστοχίας του, τότε η λίστα των πιθανών αιτιών καταστροφής μεγαλώνει. Αυτό που πραγματικά είναι γνωστό είναι ότι εκατοντάδες οικογένειες καταπλακώθηκαν σε μια κόλαση από σκυρόδεμα. Μια καταστροφή που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί ακολουθώντας τους κανόνες.