Μπορεί να πέτυχε τη συμφωνία με τις Βρυξέλλες αναφορικά με την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, ωστόσο η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι είναι πιθανό να δει το ίδιο της το Κοινοβούλιο να την καταψηφίζει.
Όπως γράφει η εφημερίδα Telegraph, όπως συμβαίνει συνήθως με τις στρατηγικές της «χρυσής οδού», η συμφωνία της Μέι με την ΕΕ κατέληξε να προσβάλλει σχεδόν τους πάντες.
Η χώρα και το κοινοβούλιο είναι πολύ διχασμένοι, μπερδεμένοι και αμετακίνητοι στις απόψεις τους, ώστε να υπάρχει συμβιβασμός. Κατευθυνόμαστε προς τη μητέρα όλων των πολιτικών κρίσεων, ίσως τη μεγαλύτερη όλων των εποχών. Η μοναδική ελπίδα της Μέι είναι οι Βρυξέλλες να συμβάλλουν στη διάσωσή της και να προσφέρουν αρκετές παραχωρήσεις επιτρέποντας στη Βρετανία να αποχωρήσει μονομερώς από την ασφαλιστική δικλείδα των δασμών. Ωστόσο, αυτή είναι μια απομακρυσμένη προοπτική, σημειώνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, επικαλούμενο το δημοσίευμα.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε με τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, που ήρθαν ως τη χαριστική βολή, καθώς ο Αμερικανός Πρόεδρος επέμεινε ότι η συμφωνία της Μέι θα ήταν ασύμβατη με μια ουσιαστική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ. Από τη στιγμή που οι ελεύθερες εμπορικές συμφωνίες με άλλα μέρη του κόσμου θα ήταν το μεγαλύτερο οικονομικό όφελος από το Brexit, η ανωτέρω εξέλιξη αποτελεί πλήγμα. Παράλληλα, καταδεικνύει και το προφανές: όσο πιο κοντά βρίσκεσαι σε μια εμπορική ένωση, τόσο δυσκολότερο είναι να συνάψεις συμφωνία με μια άλλη και αυτό ακριβώς το δίλημμα τονίστηκε με τη συμφωνία της Μέι. Προσπαθώντας να μείνει κοντά στην Ευρώπη καθιστά δύσκολο να παραμείνει ταυτόχρονα κοντά και στην Αμερική, εκτιμά η Telegraph.
Σε άρθρο του στον Guardian , ο πρώην υπουργός και πρώην Επίτροπος για θέματα Εμπορίου Πήτερ Μέντελσον τονίζει ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος προέβη σε μια απολύτως λογική εκτίμηση για τη συμφωνία της Μέι. Ο ίδιος αναφέρει ότι η διαπραγμάτευση εμπορικών όρων είναι μια μακρά και επώδυνη διαδικασία και μια συμφωνία με τις ΗΠΑ μπορεί να μην συμβεί ποτέ. Οι πιο ένθερμοι οπαδοί του Brexit έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν για να τροφοδοτήσουν την άποψη ότι ένα είδος μαγικού βασιλείου θα διαμορφωθεί μετά την αποχώρηση της Βρετανίας και η απώλεια των εμπορικών σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα αναπληρωθεί με τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τον υπόλοιπο κόσμο. Εντούτοις, είναι πασίδηλο ότι συμφωνίες με ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία, Καναδά, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία θα χρειαστούν χρόνια για να ολοκληρωθούν και θα απαιτήσουν σκληρές αποφάσεις εκ μέρους της Βρετανίας σε ζητήματα, όπως υψηλότερη μετανάστευση και χαμηλότερα επίπεδα ειδών διατροφής.
Η προτεινόμενη συμφωνία για το Brexit είναι η χειρότερη από οποιαδήποτε άλλη συμφωνία εντός της Ε.Ε. και τα σχέδια της Μέι δεν επιτρέπουν στη Βρετανία να επιδιώξει κάθε είδους ανεξάρτητης εμπορικής πολιτικής που θα διευκόλυνε η Βρετανία να συνάψει νέες συμφωνίες όπως είχαν υποσχεθεί κάποτε οι οπαδοί του Brexit. Αντιθέτως, προσφέρει χρόνια αβεβαιότητας για τις επιχειρήσεις, καθώς συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις, χωρίς τη Βρετανία να έχει λόγο στους κανόνες. Το πρόβλημα με τη συγκεκριμένη συμφωνία δεν είναι τόσο η πρωθυπουργός όσο το ίδιο το Brexit. Δεν είναι ότι η Μέι δεν θα πραγματοποιήσει όλες τις υποσχέσεις ή δεν θα υλοποιήσει τις προσδοκίες για τον βίο εκτός Ε.Ε., αλλά ότι δεν μπορεί. Κανείς δεν μπορεί να βρει νόημα σε αντιφατικές υποσχέσεις που, κατ`ουσίαν, είναι ανόητες.
«Για τις επιχειρήσεις, η συμφωνία αποχώρησης δεν είναι τέλεια, δεν εγγυάται μια καλή μελλοντική εμπορική συμφωνία, εμπεριέχει μια δόλια δικλείδα ασφαλείας που δεν αρέσει σε κανέναν. Ωστόσο, μετά από μια διετία αβεβαιότητας, οι βρετανικές εταιρείες συμφωνούν σε ένα σημείο: την υποστηρίζουν για τρεις κύριους λόγους», γράφουν οι Finacial Times.
Πρώτον: η συμφωνία μειώνει τη βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα καθώς εκκινεί μια μεταβατική περίοδο 21 μηνών που απομακρύνει τον κίνδυνο έλλειψης συμφωνίας, κάτι που δεν πρέπει να υποτιμηθεί από κανέναν. Οι εποχές για τη βρετανική οικονομία είναι επικίνδυνες και επιζήμιες,οι επενδύσεις έχουν περικοπεί ή αναβληθεί κατά 80% των βρετανικών επιχειρήσεων. Όσο περισσότερο παραμένει πιθανό το ενδεχόμενο μη συμφωνίας, τόσο πιο αρνητική θα είναι η επίδραση στις θέσεις εργασίας και στις επενδύσεις, ειδικότερα για τις μικρότερες επιχειρήσεις.
Δεύτερον: προλειαίνει το έδαφος για μια καλή μελλοντική εμπορική συμφωνία και όπως εκτιμούν ηγετικές προσωπικότητες ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, όσο νωρίτερα γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης αυτή η συμφωνία, τόσο το καλύτερο.
Τρίτον: επί του παρόντος, πρόκειται για τη μοναδική βιώσιμη επιλογή για να προχωρήσουμε πέραν του Brexit. Το να προχωρήσουμε έχει ιδιαίτερη σημασία, αν λάβουμε υπόψη την άνοδο της Κίνας, την επανάσταση στον τομέα της ρομποτικής, την αντιμετώπιση των έντονων ανισοτήτων στο Η.Β. και την πρόκληση στον τομέα της παραγωγικότητας που αντιμετωπίζει το Η.Β. Αυτές οι δυνάμεις θα διαμορφώσουν το μέλλον του έθνους και κάθε εβδομάδα που περνάει είναι μια χαμένη εβδομάδα. Έχουν εμφανιστεί νέες επιλογές όπως ένα δεύτερο δημοψήφισμα, η παραμονή στην ευρωπαϊκή οικονομική περιοχή, μια νέα συμφωνία με την Ε.Ε., αλλά η πορεία για την επίτευξή τους είναι άκρως αβέβαιη. Δίχως σαφή εναλλακτική, οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι: πολιτικό χάος, συνταγματική κρίση, περαιτέρω διχασμός και ζημία στη φήμη της Βρετανίας, γράφουν οι Financial Times.