Το πόκερ αποτελεί ένα από τα πλέον διάσημα παιχνίδια με τράπουλα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η παραλλαγή του παιχνιδιού, το Texas Hold’ Em, μπήκε στα σαλόνια των σπιτιών μας, μέσω των τηλεοπτικών μεταδόσεων μεγάλων τουρνουά στα οποία λαμβάνουν μέρος τα μεγαλύτερα ονόματα παγκοσμίως.
Μπορεί τις τελευταίες δεκαετίες το πόκερ να έχει γίνει ένα εξαιρετικά δημοφιλές παιχνίδι, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Κάποτε ήταν… εθνικό σπορ της άγριας δύσης και τα μεγαλύτερα αστέρια του ήταν πιστολάδες, φονιάδες και σερίφηδες.
Μπορεί τώρα να παίζεται από νεαρούς ανθρώπους (γυναίκες και άνδρες) σε υπερπολυτελή ξενοδοχεία και ως γεγονός να καλύπτεται τηλεοπτικά, ωστόσο, κάποτε η θέση του ήταν αποκλειστικά μέσα στα σαλούν, που ήταν γεμάτα από καπνούς τσιγάρων και μυρωδιές αλκοόλ και… μπαρουτιού!
Σε εκείνη την εποχή γεννήθηκαν μερικοί από τους πιο γνωστούς θρύλους που συνδέονται με το συγκεκριμένο παιχνίδι. Πρόσωπα και καταστάσεις σαν βγαλμένες από σκηνές κάποιου καλογυρισμένου γουέστερν.
Κεντρικό πρόσωπο σε μια από αυτές τις ιστορίες, ο άγριος πιστολέρο Μπίλι Χίκοκ ο οποίος έμεινε στην ιστορία του πόκερ για μια αιματοβαμμένη ιστορία που φτάνει μέχρι τις ημέρες μας.
Η γέννηση του μύθου του άγριου Μπίλι Χίκοκ
Στις 27 Μαΐου στο Χόμερ του Ιλινόι, γεννιέται ένα μωρό που έμελλε να γράψει το όνομα του με χρυσά (αλλά και ματωμένα) γράμματα στην ιστορία του πόκερ. Ο Μπίλι Χίκοκ έδειξε από μικρή ηλικίας τις άγριες διαθέσεις που είχε. Πριν προλάβει να ενηλικιωθεί είχε αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο δεινούς σκοπευτές που είχε βγάλει η περιοχή στην οποία μεγάλωσε.
Όταν ήταν 18 ετών ο Χίκοκ αναγκάστηκε να καταφύγει στο Κάνσας διότι έμπλεξε σε έναν καυγά και όταν έπεσε μέσα σε ένα κανάλι μαζί με τον άνθρωπο που πάλευε, θεώρησε (άδικα όπως αποδείχθηκε) πως τον είχε σκοτώσει.
Προκειμένου να αποφύγει τα μπλέξιματα με το Νόμο εντάχθηκε σε μια συμμορία αυτόκλητων τιμωρών με το όνομα «Κόκκινα Πόδια» όπου άρχισε να ξεδιπλώνει μέρος του… ταλέντου του στους φόνους και τα ανθρωποκυνηγητά.
Ο μύθος που τον συνόδευε άρχισε να μεγαλώνει από διάφορα περιστατικά που κανείς δεν γνωρίζει αν είναι αληθινά ή είναι αποκύημα της φαντασίας των θαυμαστών του.
Ένα από αυτά τα περιστατικά διαδραματίστηκε το 1860. Τότε, ο ψιλόλιγνος πιστολέρο, με τα μακριά ξανθά μαλλιά και το περίεργο στόμα, ταξίδευε από το Μιζούρι στο Τέξας και σε κάποιο σημείο βρήκε το δρόμο μπλοκαρισμένο από μία αρκούδα και τα δύο της μωρά.
Σύμφωνα με το μύθο (που σε μεγάλο βαθμό καλλιέργησε και ο ίδιος με τις διηγήσεις του) ο Χίκοκ πλησίασε την αρκούδα και την πυροβόλησε στο κεφάλι. Η σφαίρα εξοστρακίστηκε στο κρανίο της. Η εξαγριωμένη αρκούδα τού επιτέθηκε συνθλίβοντάς τον με το σώμα της. Ο Χίκοκ κατάφερε να πυροβολήσει άλλη μία φορά, αχρηστεύοντας το ένα πόδι της αρκούδας. Η αρκούδα άρπαξε τότε το χέρι του στο στόμα της, αλλά ο Χίκοκ μπόρεσε να πιάσει το μαχαίρι του και να της κόψει το λαιμό, σκοτώνοντάς την. Βαριά τραυματισμένος με σπασμένο ώμο, χέρι και πλευρά, ο Χίκοκ έμεινε κλινήρης για τέσσερις μήνες πριν αναρρώσει και επιστρέψει στη δράση!
Ο εμφύλιος πόλεμος και ένας παράνομος που έγινε σερίφης
Όταν το 1861 η χώρα βυθίστηκε στη δίνη του εμφυλίου πολέμου, ο Χίκοκ βρίσκεται να ανήκει στον στρατό των Βορείων στο Μιζούρι όπου ήταν επιφορτισμένος με το να μεταφέρει ως οδηγός διάφορα εμπορεύματα στους στρατιώτες. Για άγνωστό λόγο, ωστόσο, περίπου 17 μήνες αργότερα απολύθηκε από το στρατό και συνέχισε την… καριέρα του.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου ο Χίκοκ γνωρίζεται και γίνεται φίλος και συνεργάτης με τον νεαρό Ουίλιαμ Κόντι που αργότερα θα γίνει γνωστός ως «Μπούφαλο Μπιλ».
Για κάποιον περίεργο λόγο που μόνο στην άγρια δύση θα μπορούσε να βρει εφαρμογή, στα τέλη του 1863 ο Μπίλι Χίκοκ από εκεί που ήταν διαβόητος κακοποιός βρέθηκε να δουλεύει ως ντετέκτιβ της αστυνομίας του Σπρίνγκφιλντ όπου είχε προσληφθεί από τον φρούραρχο του νοτιοδυτικού Μιζούρι!
Τα καθήκοντα του βέβαια δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο (καταμέτρηση των ένστολων που έπιναν εν ώρα υπηρεσίας, έλεγχος των αδειών των ξενοδοχείων για τα οινοπνευματώδη ποτά και εντοπισμός ατόμων που είχαν χρέη), ωστόσο, αυτό έδωσε τη δυνατότητα στον Χίκοκ να περάσει στην άλλη πλευρά του Νόμου από εκείνη που είχε συνηθίσει μέχρι εκείνη την εποχή.
Το 1865, ωστόσο, απαλλάσσεται και πλέον αφιερώνεται στις αγαπημένες του συνήθειες. Το πόκερ και τις γυναίκες. Λέγεται, μάλιστα, πως παντρεύτηκε την αντισυμβατική και αδάμαστη καουμπόισσα Καλάμιτι Τζέιν η οποία ήταν δεξιοτέχνης αναβάτης, άριστη σκοπευτής και μοναδική στο πόκερ!
Ο Χίκοκ είχε πλέον ως βάση του το Σπρίνγκφιλντ και εκεί τον Ιούλιου του 1865 συνάντησε και σκότωσε τον Ντέιβις Τατ σε μία γρήγορη μονομαχία, που χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη στο είδος της. Οι δύο άντρες, σύμφωνα με μαρτυρίες, αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον στεκόμενοι όρθιοι πλευρικά (και όχι πρόσωπο με πρόσωπο όπως εμφανίζεται συνήθως στις ταινίες).
Το «φύλλο του νεκρού»
Είναι δύσκολο να διαχωριστεί η αλήθεια από το μύθο σε ό,τι αφορά τον Χίκοκ. Κανείς δεν ξέρει τι από αυτά που λέγονται για αυτόν έγινε στην πραγματικότητα. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο πιστολέρο μέσα στην πορεία του, κατάφερε και δημιούργησε πολλούς και θανάσιμους εχθρούς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως τις τελευταίες ημέρες του, διαισθανόταν και ο ίδιος πως πλησιάζει το τέλος του που τελικά δεν άργησε να έρθει.
Στις αρχές Αυγούστου του 1876 ο Χίκοκ έπαιζε πόκερ στο σαλούν Nuttal & Mann’s στο Ντέντγουντ στην Ντακότα. Ο σκληρός πιστολέρο επειδή ήξερε πως είχε πολλούς εχθρούς όταν έπαιζε πόκερ, προκειμένου να έχει… ήσυχο το κεφάλι του, καθόταν πάντα με την πλάτη στο τοίχο. Τη μοιραία μέρα, ωστόσο, η μοναδική διαθέσιμη θέση ήταν με την πλάτη στην πόρτα της εισόδου.
Ο Χίκοκ προσπάθησε να την αλλάξει με κάποιον άλλο παίκτη αλλά εκείνος δεν δέχθηκε. Αυτό εκμεταλλεύτηκε και ο «στραβομύτης» Τζον ΜακΚολ, ένας πρώην κυνηγός βουβαλιών, ο οποίος μπήκε μέσα στο σαλούν, πλησίασε τον Χίκοκ και από απόσταση ενός μέτρου, τον πυροβόλησε στο κεφάλι και τον σκότωσε ακαριαία.
Όταν ο Χίκοκ δέχθηκε τη σφαίρα κρατούσε δύο μαύρους άσσους (ένα σπαθί, ένα μπαστούνι) και δύο μαύρα οχτάρια (επίσης ένα σπαθί κι ένα μπαστούνι). Το πέμπτο φύλλο που κρατούσε ο Χίκοκ παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο (κάποιοι κάνουν λόγο για βαλέ πιθανότατα καρό). Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως οι δυο άσσοι και τα δυο οχτάρια πέρασαν στην ιστορία σαν το «φύλλο του νεκρού» και ακόμα και σήμερα θεωρούνται κακότυχα για τον παίχτη που τα κρατά.
Ποτέ κανείς δεν έμαθε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο ο ΜακΚολ σκότωσε τον άγριο Μπίλι. Κάποιοι λένε επειδή το προηγούμενο βράδυ τον είχε «μαδήσει» στο πόκερ. Κάποιοι άλλοι πως εκτελούσε συμβόλαιο θανάτου. Ο ίδιος ο ΜακΚολ ισχυρίστηκε ότι ήταν πράξη εκδίκησης επειδή ο Χίκοκ είχε σκοτώσει τον αδερφό του, γεγονός που μπορεί να είναι αλήθεια αν και ποτέ δεν κατάφεραν να διασταυρωθούν τα στοιχεία που έδωσε.
Σε κάθε περίπτωση ο δολοφόνος αφού καταδικάστηκε σε θάνατο απαγχονίστηκε την 1η Μαρτίου 1877 και τάφηκε στο Ρωμαιοκαθολικό νεκροταφείο στη Νότια Ντακότα. Το 1881 το νεκροταφείο μεταφέρθηκε και όταν εκτάφηκε το σώμα του ΜακΚολ, βρέθηκε να έχει τη θηλιά γύρω από το λαιμό του.
Το 1979, ο Χίκοκ εισήχθη στο Poker Hall of Fame, ενώ το 1995 η ζωή του έγινε ταινία με πρωταγωνιστή τον Τζέφ Μπρίτζες και συμπρωταγωνίστρια την Έλεν Μπαρκιν. Ο ελληνικός τίτλος της ταινίας είναι «ο Θρύλος Της Ντακότα», ενώ ο αρχικός αμερικάνικος είναι «Wild Bill», όπως δηλαδή και το ψευδώνυμο του ανθρώπου που έμελλε να γίνει συνώνυμο της κακοτυχίας στο πόκερ.