Για την ιστορία της, που ραγίζει καρδιές, μίλησε τη Δευτέρα (20/11) η Νάντα Αλαχτάλ από την Υεμένη. Η 21χρονη νεαρή, όπως είπε, όταν ήταν 11 ετών μήνυσε τη μητέρα της, που ήθελε να την παντρέψει και έτσι κατάφερε να σωθεί από τον γάμο λίγο πριν αυτός γίνει.

«Πήγα στην αστυνομία και μήνυσα τη μαμά μου. Τους είπα ότι είμαι 11 χρόνων και ότι θέλει να με παντρέψει διά της βίας. Με λένε Νάντα και είμαι από την Υεμένη, είμαι 21 ετών, προέρχομαι από ένα μικρό χωριό της Υεμένης που φημίζεται για την παράδοση να παντρεύουν τα παιδιά, θεωρώντας το φυσιολογικό, με δικαιολογία την παράδοση», είπε η Νάντια μιλώντας στο Mega και την εκπομπή «Πάμε Δανάη».

«Εγώ ποτέ δεν μπόρεσα να το δω αυτό ως κάτι φυσιολογικό. Έχασα τη θεία μου εξαιτίας αυτής της παράδοσης και παραλίγο να χάσω και την αδερφή μου. Η θεία μου αυτοκτόνησε, ήταν η καλύτερή μου φίλη. Ήταν μόλις 13 ετών όταν αναγκάστηκε να παντρευτεί. Αφότου γέννησε το παιδί της, ο σύζυγός της την κακοποιούσε και εκείνη δεν μπορούσε να το αντέξει άλλο αυτό. Μέσα από αυτόν τον πόνο αποφάσισε να δώσει τέλος στην ζωή της και αυτοκτόνησε, καθώς αυτοπυρπολήθηκε. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα. Είδα τις φωτογραφίες από το νοσοκομείο που υπέφερε. Αυτό μου “έσπασε” την καρδιά και έτσι, μου μπήκε η ιδέα στο μυαλό ότι αν με πάντρευαν, αυτό θα ήταν το τέλος μου» εξήγησε η 21 ετών σήμερα κοπέλα.

Πώς κατάφερε να γλιτώσει

«Την πρώτη φορά που προσπάθησαν να με παντρέψουν οι γονείς μου, ο θείος μου, που ήταν πολύ γνωστό το πόσο υποστήριζε τα δικαιώματα των κοριτσιών, έτυχε να γνωρίζει τον υποψήφιο γαμπρό και κατάφερε να ακυρώσει τον γάμο. Η μαμά μου παντρεύτηκε στα 14, η γιαγιά μου δυστυχώς στα 9. Φανταστείτε ένα παιδί 9 ετών να παντρεύεται. Η παιδική της ηλικία βιάστηκε και όλα της τα όνειρα καταστράφηκαν. Για εκείνους ήταν κάτι φυσιολογικό. Ο μπαμπάς μου συνήθιζε να μου λέει: “Τα κορίτσια είναι σαν τα λαχανικά. Αν μείνουν πολλά χρόνια μόνες, θα μαραθούν και δεν θα τρώγονται”» σημείωσε το κορίτσι.

Το βίντεο της, όπως εξήγησε, στο οποίο μιλούσε για τα όσα της συνέβαιναν, έκανε 8 εκατομμύρια προβολές σε 3 μέρες και μεταφράστηκε σε 40 γλώσσες. «Με την πίεση που δημιούργησαν τα media, αναγκάστηκαν από το υπουργείο να δώσουν την κηδεμονία μου στον θείο μου. Αν επέστρεφα στο χωριό, δεν θα είχα κανένα μέλλον. Κανείς δεν θα μπορούσε να με προστατεύσει», πρόσθεσε.

«Οι γονείς μου ήταν μέρος αυτού του εγκλήματος αλλά ταυτόχρονα ήταν και τα θύματα»

Εξηγώντας πως το πρώτο πράγμα που έκανε μετά τη δικαίωσή της ήταν να αγοράσει ένα γλυκό και λίγα λουλούδια για τη μαμά της, η ίδια ανέφερε: «Ήθελα να δω τα αδέρφια μου, δεν ήθελα να χάσω την οικογένειά μου. Οι γονείς μου ήταν μέρος αυτού του εγκλήματος, αλλά ταυτόχρονα ήταν και τα θύματα. Η πρώτη της αντίδραση ήταν να πετάξει το γλυκό και τα λουλούδια και να μου πει: “Δεν είσαι πια η κόρη μου“. Έσπασε η καρδιά μου. Ακόμα και τώρα που το σκέφτομαι, πονάω. Αλλά δεν τα παράτησα».

«Τώρα πια η οικογένειά μου με στηρίζει και μου λένε: “Σώσε όσα περισσότερα κορίτσια μπορείς”» επισήμανε κλείνοντας.