Η Εθνική Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, υιοθετώντας τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας, συστήνει στις γυναίκες που επιθυμούν εγκυμοσύνη με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή την εποχή του κορονοϊού να την αποφύγουν, ακόμη και εάν δεν πληρούν τα διαγνωστικά κριτήρια της λοίμωξης από τον Covid-19.
Για τις γυναίκες που έχουν ήδη υποβληθεί σε πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας, προτάθηκε αναβολή της εγκυμοσύνης με κατάψυξη ωαρίων ή εμβρύων και μεταγενέστερη εμβρυομεταφορά. Οι συστάσεις αυτές έγιναν λόγω της άγνωστης δράσης του νέου κορονοϊού κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης, καθώς και του σοβαρού κινδύνου εάν κατά το ίδιο διάστημα η γυναίκα νοσήσει από πνευμονία.
Η Αρχή αποφάσισε να υιοθετήσει την ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία το ανώτατο όριο ηλικίας των 50 ετών για την υποβοηθούμενη γυναίκα συνιστά προθεσμία που αναστέλλεται για όσο διάστημα οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες αποτρέπουν την επιχείρηση εμβρυομεταφοράς λόγω της πανδημίας.
Η αναστολή αυτή ισχύει αποκλειστικά και μόνο για την εμβρυομεταφορά και όχι για άλλες πράξεις υποβοήθησης, οι οποίες μπορούν να επιχειρηθούν κανονικά, σύμφωνα πάντοτε με τις κατευθυντήριες οδηγίες. Η Αρχή παρακολουθεί την εξέλιξη της πανδημίας και τις επιστημονικές εξελίξεις και θα επανεξετάσει το ζήτημα.
Ανάγκη διατήρησης της επικοινωνίας με τον γιατρό
Σύμφωνα με τις οδηγίες συστήνεται και ενθαρρύνονται τα υπογόνιμα ζευγάρια να ακολουθούν τη μέθοδο της τηλεδιάσκεψης με τους γιατρούς τους και μάλιστα η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας να ξεκινήσει με αυτόν τον τρόπο και η ολοκλήρωσή της να επέλθει μετά το πέρας της πανδημίας.
Αυτό αναφέρει ο Κ.Πάντος, γγ της Ελληνικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής προσθέτοντας ότι ο προγραμματισμός και η διαδικτυακή επικοινωνία με τον γιατρό την περίοδο αυτή ίσως βοηθήσει και στην αντιμετώπιση του άγχους.
«Όχι» στον φόβο και τον πανικό, «ναι» στην ενημέρωση, λέει ο ο κ. Πάντος, τονίζοντας ότι η παραπληροφόρηση ή η ελλιπής ενημέρωση επιτείνουν τον άσκοπο πανικό.
Συνεπώς, καλό είναι να γνωρίζουμε τα δεδομένα:
- Η διαχείριση των γυναικών που μπαίνουν σε πρόγραμμα εξωσωματικής γονιμοποίησης καθορίζεται από το γεγονός ότι πρόκειται για γυναίκες με γνωστό ατομικό ιστορικό και δεν αντιμετωπίζουν κατά τα άλλα κάποιο σοβαρό υποκείμενο νόσημα.
- Είναι γυναίκες μικρότερης ηλικίας από εκείνη που καθιστά αυξημένο το ποσοστό των επιπλοκών είτε νοσηλευτούν για την λοίμωξη αυτή είτε όχι. Επίσης, στα άτομα αυτού του ηλικιακού φάσματος, παρατηρείται ήπια εμφάνιση συμπτωμάτων, όταν νοσήσουν.
- Mια γυναίκα που βρίσκεται σε εγκυμοσύνη δεν κινδυνεύει περισσότερο από το γενικό πληθυσμό αυτής της ηλικίας. Από τον μικρό αριθμό των γυναικών με κορονοϊό που έχουν ήδη γεννήσει προκύπτει ότι ο ιός δεν μεταδόθηκε στο νεογνό μέσω του πλακούντα ούτε ανιχνεύτηκε στο αμνιακό υγρό. ‘Όσα ελάχιστα νεογνά διαπιστώθηκε ότι πάσχουν, μολύνθηκαν από το περιβάλλον μετά τη γέννηση.
- Επιτρέπεται η πραγματοποίηση της ωοληψίας και η κατάψυξη των ωαρίων ή εμβρύων που θα προκύψουν, αφού δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι επηρεάζεται αρνητικά η ποιότητα του ωαρίου που καταψύχεται ή ότι υπάρχει ιικό φορτίο στο γενετικό υλικό που θα καταψυχθεί.
- Συστήνεται η αναβολή των καινούργιων προσπαθειών εξωσωματικής με το σκεπτικό ότι ακόμα δεν έχει μελετηθεί επαρκώς η όλη επίδραση της ιογενούς αυτής μόλυνσης
- Δεν έχει θεσπιστεί πουθενά ως μέτρο ότι μια έγκυος σε αρχικό στάδιο πρέπει να προχωρήσει σε διακοπή κύησης ή ότι πρέπει να αποφευχθεί η φυσιολογική σύλληψη, γιατί δεν υπάρχουν ενδείξεις ανωμαλίας του εμβρύου λόγω ενδομήτριας λοίμωξης.