Αποφασίζει ένας τύπος να μονάσει και μετά από πολύ ψάξιμο βρίσκει και αυτός μια μονή να αποσυρθεί. Εγκαταλείπει τον κόσμο και τελικά μια μέρα μπαίνει μέσα στην μονή. Βρίσκει πολλούς ακόμα μοναχούς που όλοι τον βλέπον και του κουνούν το κεφάλι χαμογελώντας.
«Γεια σας», «Καλημέρα», έλεγε αυτός και πάλι οι μοναχοί του κουνούσαν το κεφάλι συγκαταβατικά, χωρίς να μιλάνε.
Με τα πολλά βρίσκει τον υπεύθυνο της μονής ο οποίος τον καλωσόρισε θερμά. Με την κουβέντα λοιπόν ο τύπος δεν κρατήθηκε και ρώτησε τον ηγούμενο γιατί κανείς δεν του μιλάει και ο ηγούμενος απάντησε:
«Α, ναι. Λοιπόν τέκνον μου, στην μονή μας πιστεύουμε ότι η πραγματική γαλήνη έρχεται με την απόλυτη σιωπή. Να ξέρεις λοιπόν ότι εδώ πέρα αφού αποφάσισες να μονάσεις σου επιτρέπονται μόνο 3 λέξεις κάθε 5 χρόνια. Είσαι έτοιμος να δεχθείς αυτήν την δοκιμασία;»
Τι να κάνει και ο τύπος δέχτηκε και έτσι ξεκίνησε να μην μιλάει καθόλου.
Πέντε χρόνια αργότερα πλησιάζει τον ηγούμενο και του λέει:
«Κρεβάτι… Πολύ σκληρό…»
«Ααααα…» λέει ο ηγούμενος, ο δρόμος για την σωτηρία σου είναι δύσκολος και επίπονος. «Αλλά συνέχισε τέκνον μου. Τα πας πολύ καλά…
Τι να κάνει και ο τύπος συνέχισε…
Πέντε χρόνια αργότερα πλησιάζει πάλι τον μοναχό και του λέει:
«Φαγητό… Πολύ χάλια…»
Ξανά τα ίδια ο ηγούμενος…
«O δρόμος για την σωτηρία σου είναι δύσκολος και επίπονος. Αλλά συνέχισε τέκνον μου. Τα πας πολύ καλά…»
Πέντε χρόνια αργότερα ο τύπος ξαναπλησιάζει τον ηγούμενο και του λέει αγανακτισμένος:
«Την κάνω… Γεια…»
Οπότε ο ηγούμενος απαντάει…
«Το περίμενα. Όλο παράπονα ήσουν…»