«Αποστολή μου στον κόσμο της διασκέδασης είναι να γελοιοποιώ χωρίς να γελοιοποιούμαι, να είμαι σοβαρός χωρίς σοβαροφάνεια ή τυπικότητες».
Γεννήθηκε με το όνομα Richard Henry Sellers στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 στο Southsea του Hampshire. Ο πατέρας του William ήταν πιανίστας και μουσικός διευθυντής, ενώ η μητέρα του Agnes Marks ήταν καρατερίστα του θεάτρου. Βρέθηκε στο σανίδι για πρώτη φορά όταν ήταν δύο εβδομάδων και μόλις πέντε χρονών, όταν εμφανίστηκε με τους γονείς του στο «Splash me», μια από τις πρώτες αγγλικές επιθεωρήσεις, σε παραγωγή της γιαγιάς του.
Τον Ιανουάριο του 1952, μαζί με τους Spike Milligan, Richard Lester και Harry Secombe, δημιουργεί το περίφημο Goon Show, μια ραδιοφωνική παρλάτα που γνωρίζει γρήγορα απίστευτη επιτυχία και προκαλεί έντονες διαμάχες για την αξία του παραλογισμού της. Παίζοντας με εκατοντάδες φωνές, οι τρεις Goons (μάπες) κατάφεραν επί οκτώ συναπτά έτη να συντρίβουν κάθε στόμφο, κάθε μεγαλοστομία και κάθε φλεγματικό συντηρητισμό. Η εκπομπή αφήνει εποχή για την εφευρετικότητα, την παλαβομάρα της και την εκρηκτική εκμετάλλευση του ραδιοφώνου ως μέσου επικοινωνίας. Σήμερα το BBC υπερηφανεύεται γι’ αυτό, αλλά τότε θεωρούνταν πολύ προκλητικό και είχε λογοκριθεί ουκ ολίγες φορές, ακόμη και κατά την διάρκεια της εκπομπής. Η επιρροή του στο τρίτο κύμα βρετανικής κωμωδίας – τους λεγόμενους πανεπιστημιακούς κωμικούς – θεωρείται εξίσου καθοριστική (Monty Python’s Flyin Circus, Dudley Moore και Peter Cook μεταξύ άλλων).
Αργότερα ο Σέλερς κάνει και κάποιες τηλεοπτικές εμφανίσεις σε σόου όπως τα Gently Bentley, Saturday Spectacular, Saturday Night at the Palladium και Saturday Showtime. Κι όταν πια, αυτός κι ο Milligan παρουσιάζουν τα δικά τους σκετς στο A Show Called Fred, Son of Fred (σε σκηνοθεσία του Lester) και Yes, It’s the Cathode Ray Tube Show, εκατομμύρια αφοσιωμένοι ακροατές τους, εστιάζουν την προσοχή τους στις τηλεοπτικές τους συσκευές. Εντωμεταξύ, ο ραδιοφωνικός τους θρίαμβος Goon Show, ταξιδεύει κι αναμεταδίδεται στον Καναδά και τις ΗΠΑ. Παράλληλα έχει κάνει και το σκηνικό του ντεμπούτο ως πρωταγωνιστής, στην φάρσα “Brouhaha” του George Tabori, που ξεκινάει τον Αύγουστο του 1958 στο Aldwitch Theater του Λονδίνου. Υποδύεται έναν σουλτάνο που προκαλεί μια μικρή αναταραχή στο πάμπτωχο κρατίδιό του στη Μέση Ανατολή, προκειμένου να ζητήσει την έξωθεν παρέμβαση και να έλξει το ξένο κεφάλαιο για επενδύσεις. Οι κριτικές που λαμβάνει είναι πολύ κολακευτικές.
Προηγουμένως έχει κάνει και αρκετούς μικρούς κινηματογραφικούς ρόλους, στις ταινίες «Penny Points to Paradise», «Orders Are Orders» και «Down Among the Z-Men». Συχνά αποκαλούμενος από τους δημοσιογράφους ως «ο άνθρωπος χωρίς πρόσωπο με τις 1000 φωνές, ο ίδιος τρέφει αυτήν την εντύπωση δηλώνοντας: «Ενσυνείδητα δεν μου ανήκει καμιά προσωπικότητα. Κι αυτό διότι δεν έχει προσωπικότητα να προσφέρω στο κοινό. Πώς να προβάλω κάτι που δεν έχω». Παρά το αυτοσαρκαστικό του χιούμορ, είχε ένα μοναδικό ταλέντο να μεταμορφώνεται στο πρόσωπο που υποδύονταν. Γνώστης 20 περίπου «σελερικών διαλέκτων», είχε μια αλάνθαστη ικανότητα σε κάθε είδους προφορά της αγγλικής μετα-γλώσσας.
Συνήθιζε να προετοιμάζει κάθε καινούργιο ρόλο αναζητώντας πρώτα την κατάλληλη φωνή. Μετά «έραβε» πάνω στη φωνή το κουστούμι του ρόλου. Συχνά συγκρινόμενος με τον κολοσσό Alec Guinness, επεσήμανε μια διαφορά μεταξύ τους: «Ο Άλεκ θέλει να δουλεύει όλο τον ρόλο πριν αρχίσει να τον υποδύεται. Εγώ πάλι … θέλω να μπω στον ρόλο αμέσως – να τον νοιώσω από μέσα». Πέθανε σαν σήμερα στις 24 Ιουλίου 1980