Ο Μοντγκόμερι Κλιφτ δεν ήταν μόνο ένας συγκλονιστικός ηθοποιός. Ήταν ένας διαλυμένος ψυχισμός, ένας καλλιτέχνης με «μεγαλύτερη από τη ζωή» ομορφιά που έμεινε στην ιστορία ως «η διαρκέστερη αυτοκτονία στο Χόλιγουντ». Διχασμένος ανάμεσα στο μάταιο κυνήγι της προσωπικής ευτυχίας και της λάμψης της βιομηχανίας (που στο Χόλιγουντ ταυτίζεται με την επιτυχία) και παγιδευμένος σε μια εικόνα από την οποία ήταν αδύνατο να ξεφύγει, ο Μόντι κάθε άλλο παρά κατάφερε να κερδίσει την ευτυχία του.
Γεννημένος στις 17 Οκτωβρίου 1920 στην Ομάχα, της Νεμπράσκα, από όπου καταγόταν και ο Μάρλον Μπράντο, ο Εντουαρντ Μοντγκόμερι Κλιφτ είχε εύπορες οικογενειακές ρίζες που του επέτρεπαν να ενδώσει σχετικά εύκολα στο πάθος του για την υποκριτική. Ο παππούς του ήταν επιτελής του προέδρου Λίνκολν και ο προπάππος του δημοσιογράφος και σύμβουλος του προέδρου Αντριου Τζάκσον. Ο πατέρας του ήταν επιφανής τραπεζίτης που είχε τη δυνατότητα να συντηρεί με άνεση την οικογένειά του, τη σύζυγό του Εθελ, τα δίδυμα παιδιά του, Μοντγκόμερι και Ρομπέρτα και τον μεγαλύτερο αδελφό τους, Μπρουκς, ακόμα και στην εποχή του οικονομικού κραχ που η οικογένεια αναγκάστηκε να περιμαζέψει την κοινωνική άνεσή της και να μετακομίσει από το Μανχάταν στη Φλόριντα.
Το ντεμπούτο του στο πανί έγινε με το «Κόκκινο Ποτάμι» του Χάουαρντ Χοκς, το 1948, δίπλα στον Τζον Γουέιν και την ίδια χρονιά το «Τhe Search» του Φρεντ Τσίνεμαν θα του χάριζε την πρώτη υποψηφιότητά του για Όσκαρ Α Αντρικού Ρόλου. Ο Μόντι, διέφερε από τα υπόλοιπα ξεκάθαρα αρσενικά πρότυπα της εποχής. Η απίστευτη ομορφιά του δεν ταίριαζε με την αδρότητα των πληθωρικών πρωταγωνιστών της εποχής. Ο Κλιφτ αντιπαρέβαλε το μοντέλο του ευαίσθητου, συναισθηματικού παρτενέρ σε εκείνο του σκληρού, ασυμβίβαστου και γενναίου τύπου, νομιμοποιώντας την αδυναμία, το έκδηλο πάθος και την ομορφιά. Το πρόσωπο του Μοντγκόμερι Κλιφτ είχε αμεσότητα και μια παρορμητική έκφραση που εκδήλωνε σαφείς, βαθιές συναισθηματικές ανάγκες.
Με το «Μια Θέση Στον Ηλιο» (1951) του Τζορτζ Στίβενς ο ερωτικός Μοντγκόμερι Κλιφτ ήρθε κοντά με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, τη σταρ που αγαπούσε τους ευαίσθητους άντρες και τους προστάτευε κάτω από τις γενναιόδωρες φτερούγες της. Η σχέση της Τέιλορ και του Κλιφτ ξεπέρασε τη λάμψη της χολιγουντιανής βιομηχανίας και εξελίχθηκε σε βαθύ φιλικό δεσμό.
Η κακή του φήμη για την ασυνέπειά του στα πλατό είχε κάνει τον γύρο του κυκλώματος παραγωγών στο Χόλιγουντ. Όμως ο Κλιφτ έδωσε υποδειγματικές ερμηνείες και στο «Ξαφνικά Πέρυσι Το Καλοκαίρι» (1958) του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς.
Κατά τη διάρκεια της παραγωγής των «Αταίριαστων» του Τζον Χιούστον το 1961, κορυφώθηκε όλο το δράμα του Κλιφτ. Σμπαραλιασμένος από τα ναρκωτικά, ήταν ο ίδιος που έκανε τη συμπρωταγωνίστριά του, Μέριλιν Μονρό, να ξεστομίσει την ατάκα «είναι ο μοναδικός άνθρωπος που ξέρω σε χειρότερη κατάσταση από μένα». Η Μονρό εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε την κατάρρευση του γάμου της με τον Αρθουρ Μίλερ και χωρίς φυσικά να μπορεί να το διαχειριστεί -όπως και τίποτα άλλο στη ζωή της- τρέκλιζε νυχθημερόν και από αυτή την κατάσταση δεν εξαιρούσε τις ώρες της δουλειάς της.
Επιστρέφοντας από μια συγκέντρωση στο σπίτι της Ελίζαμπεθ Τέιλορ και του τότε συζύγου της, Μάικλ Ουίλντινγκ, στις 12 Μαϊου 1956, ο Κλιφτ έριξε με μεγάλη ταχύτητα το αυτοκίνητό του πάνω σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο. Ηταν ο φίλος του, Κέβιν ΜακΚάρθι, που ειδοποίησε την Τέιλορ, η οποία έσπευσε στον τόπο του ατυχήματος και έσωσε τον Μόντι: δύο σπασμένα δόντια του είχαν σφηνωθεί στον λαιμό του και ήταν θέμα λεπτών να σκοτώσουν τον Κλιφτ από ασφυξία. Η Τέιλορ έβαλε το χέρι της στο στόμα του και έβγαλε τα δύο δόντια, σώζοντάς τον. Οι πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις στο πρόσωπο του Κλιφτ δεν κατάφεραν να επαναφέρουν τη θρυμματισμένη μύτη του στην αρχική της μορφή, αλλά κατάφεραν να ισιώσουν το σαγόνι του, να βάλουν σε μια σειρά τους μυς της αριστερής πλευράς του προσώπου του και να βελτιώσουν όσο γινόταν την παράλυσή τους. Ωστόσο, μετά το σχεδόν θανατηφόρο ατύχημα, ο Κλιφτ δεν θα ήταν ποτέ ίδιος. Συνέχισε τα γυρίσματα της ταινίας «Raintree County» του Εντουαρντ Ντμίτρικ στην οποία πρωταγωνιστούσε (οι διαφορές στο πρόσωπό του είναι εμφανείς κατά τη διάρκεια της ταινίας) αλλά δεν θα συνερχόταν ποτέ από την εξάρτησή του από το αλκοόλ και τα χάπια. Πέθανε σαν σήμερα στις 23 Ιουλίου του 1966.
πηγή: το Έθνος