Μπορεί ο πρόσφατος αφορισμός των Μητσοτάκη, Κεραμέως και Χαρδαλιά από τον μητροπολίτη πρώην Καλαβρύτων Αμβρόσιο, σε πολλούς να προκάλεσε γέλια ή ακόμα και θυμηδία, αλλά κάποτε η συγκεκριμένη πρακτική της εκκλησίας προκαλούσε τρόμο και φόβο.
Κάποτε ο αφορισμός και οι κατάρες που τον συνόδευαν ήταν κάτι που κανείς δεν ήθελε να έρθει αντιμέτωπος. Κανείς δεν ήθελε να πάει κόντρα στις αποφάσεις της εκκλησίας.
Ήταν τέτοιος ο φόβος που προκαλούσε ο αφορισμός που υπήρχαν περιπτώσεις που οι πιστοί αναγκάστηκαν να γυρίσουν την πλάτη τους ακόμα και σε ανθρώπους που λάτρευαν ή που ήταν ένα στήριγμα για αυτούς σε καιρούς δύσκολους.
Ίσως η πιο χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι αυτή του Κολοκοτρώνη. Ο θρυλικός Γέρος του Μοριά βρέθηκε αντιμέτωπος με τον αφορισμό του Πατριαρχείου και κυρίως με τον φόβο που αυτός προκάλεσε στους Έλληνες οι οποίοι σταμάτησαν να παράσχουν, και σε αυτόν αλλά και στους κλέφτες και αρματωλούς που ήταν μαζί του, οποιαδήποτε βοήθεια με αποτέλεσμα να ξεκληριστούν μέσα σε σύντομα χρονικό διάστημα.
Ο αφορισμός του Κολοκοτρώνη και των ανδρών του
Βρισκόμαστε στο 1806. Περίπου 15 χρόνια πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης όλοι ήξεραν πως αυτό δεν θα αργήσει. Το ήξεραν και οι Τούρκοι οι οποίοι θέλησαν να ξεμπερδεύουν με τις «εστίες» που θα προκαλούσαν τον ξεσηκωμό και κυρίως με τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν τους σκλαβωμένους Έλληνες.
Όχι άδικα όπως αποδείχθηκε μερικά χρόνια αργότερα, πρώτος τους στόχος ήταν ο Μοριάς και βέβαια ο Κολοκοτρώνης και οι άνδρες του.
Ο Σουλτάνος στέλνει διάταγμα εξολόθρευσης των κλεφτών και των αρματωλών του Μοριά. Αυτό δεν θα τρόμαζε κανέναν. Το διάταγμα αυτό, ωστόσο, συνοδεύεται από τον επίσημο αφορισμό από το Πατριαρχείο τόσο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη όσο και των ανδρών του.
Τα πράγματα ξεκάθαρα. Πλέον κανένας δεν θα μπορούσε να προσφέρει φαγητό, νερό, στέγη η οποιαδήποτε άλλη βοήθεια στους ανθρώπους που μέχρι και εκείνη την ημέρα ήταν το αποκούμπι τους σε οποιαδήποτε αγριότητα των Τούρκων.
Οι πρόκριτοι του Μοριά και η εκκλησία συνεργάζονται με τους Οθωμανούς και το κυνηγητό του Κολοκοτρώνη και των ανδρών του είναι ανελέητο.
Ο Γέρος του Μοριά αντιλαμβανόμενος πως ο κλοιός στενεύει επικίνδυνα, τους λέει να καταφύγουν στη Ζάκυνθο μέχρι τα πράγματα να ηρεμήσουν και μετά επιστρέφουν για να πάρουν την εκδίκησή τους.
Οι περισσότεροι αρνήθηκαν και αποφάσισαν να πολεμήσουν εναντίον των Τούρκων αλλά και των ντόπιων συνεργατών τους. Όσο κι αν προσπάθησε να τους μεταπείσει ο Κολοκοτρώνης αυτό δεν κατέστη δυνατό. Παράλληλα, οι Τούρκοι προς παραδειγματισμό βασάνισαν και εκτέλεσαν μερικούς πολίτες που θεωρήθηκαν ύποπτοι πως παρέχουν βοήθεια στους κλέφτες του Κολοκοτρώνη.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διάχυση του φόβου και του τρόμου. Τα χωριά του Μοριά μετατράπηκαν σε παγίδες και μέσα σε λίγο χρόνο και όλοι όσοι δεν ακολούθησαν τον Κολοκοτρώνη στη Ζάκυνθο βρήκαν τραγικό θάνατο.
Η οργή του Γέρου του Μοριά
Ο Γέρος του Μοριά έγραψε στα απομνημονεύματά του σχετικά με αυτή τη δύσκολη περίοδο: «Ἡ ἀναφορὰ τῶν Τούρκων συμφωνεῖ μὲ τὰς πληροφορίας τοῦ Καμπινέτου τῆς Γαλλίας, ὅτι νὰ χαλάσουν τοὺς Καπεταναίους, τοὺς λεγομένους κλέφτας, καὶ τοὺς Καπεταναίους τῶν καραβιῶν, διατὶ μία ἡμέρα ἠμποροῦν νὰ κάμουν ἐπανάστασιν. Τότε κάμνει ἕνα φερμάνι ὁ Σουλτάνος νὰ σκοτώσουν τοὺς κλέφτας. Ἀφοριστικὸ ἔρχεται τοῦ Πατριάρχου διὰ νὰ σηκωθεῖ ὅλος ὁ λαός, καὶ ἔτζι ἐκινήθηκεν ὅλη ἡ Πελοπόννησος, Τοῦρκοι καὶ Ρωμαῖοι, κατὰ τῶν Κολοκοτρωναίων. Τὸν Αὔγουστον ὑπῆγα εἰς Ζάκυνθον. Τὸν Σεπτέμβρη ἐβγῆκα ἔξω, καὶ Ἰανουάριον 1806 ἦλθε τὸ διάταγμα καὶ μᾶς ἐκυνήγησαν. Ὁ Πετιμεζᾶς, ὁ Γιαννιᾶς καὶ ὁ Ζαχαριᾶς ἦτον χαμένοι πρωτύτερα, καὶ εὑρέθηκα μὲ μόνον 150».
Ο Κολοκοτρώνης ήταν ήδη εξαιρετικά θυμωμένος με όλους και ιδιαίτερα με τους ανθρώπους της εκκλησίας, του πατριαρχείου αλλά και τους πρόκριτους του Μοριά. Τότε έγινε ένα τραγικό περιστατικό που μετέτρεψε τον θυμό του σε οργή. Κατά το ανελέητο κυνηγητό των ανδρών του Κολοκοτρώνη, ο αδερφός του προδόθηκε από έναν καλόγερο, έπεσε στα χέρια των Τούρκων και εκείνοι τον εκτέλεσαν.
«Ὁ Γιάννης δὲν εὗρε τὸν φίλον του, ἐπῆγε εἰς τοὺς Αἰμυαλούς, μοναστήρι, τοῦ ἔδωκε ἕνας καλόγερος φαγὶ καὶ ἔπειτα ἐπῆγε, ἔδωσε εἴδησιν εἰς τοὺς Τούρκους, ἐπῆγαν, τὸν πολιόρκησαν εἰς τὸν ληνὸν καὶ τὸν ἐσκότωσαν» έγραψε ο Γέρος του Μοριά στα απομνημονεύματά του.
Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής ο Κολοκοτρώνης πήρε όρκο πως μόλις έβρισκε την ευκαιρία θα πυρπολούσε το συγκεκριμένο Μοναστήρι. Τελικά δεν έκανε πράξη την απειλή του.
Ακόμη κι ο σκληρός Κολοκοτρώνης, πάντως είναι δεδομένο πως επηρεάστηκε από τον αφορισμό του αμφιλεγόμενου πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ στα 1806, τον οποίο, ωστόσο, ουδέποτε φοβήθηκε.
Ο θρύλος, μάλιστα, θέλει τον Κολοκοτρώνη όταν βρέθηκε κουρσάρος στη Χαλκιδική, να μαθαίνει πως στο Άγιο Όρος βρισκόταν -εξόριστος από τον Σουλτάνο– ο Γρηγόριος Ε΄ και να του στέλνει ένα απειλητικό μήνυμα στο οποίο υπήρχε και η εξής αποστροφή: «Εσύ μου ‘γραψες την προδοσία στο χαρτί αλλά εγώ θα σου τη γράψω στο κούτελο». Λέγεται πως η απάντηση του πρώην αλλά και μελλοντικού Πατριάρχη ήταν πως ότι έγινε ήταν «κατά θείαν παραχώρησιν».
Ο επικηρυγμένος Κολοκοτρώνης και το τατουάζ του
Ο Σουλτάνος ήξερε πως το μεγάλο του πρόβλημα στον Μοριά έχει ονοματεπώνυμο: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ζήτησε, λοιπόν, το κεφάλι του. Κυριολεκτικά.
Ο μύθος του ατρόμητου οπλαρχηγού γιγαντώθηκε από τη στιγμή που ο Κολοκοτρώνης κατάφερε να διαφύγει από το σκληρό κυνηγητό και να καταλήξει στη Ζάκυνθο. Κάθε τόσο διάφορες ιστορίες για νέες επιτυχίες του Γέρου έκαναν την εμφάνισή τους και ο Σουλτάνος γινόταν ακόμα πιο έξαλλος και έστειλε φιρμάνι στις τουρκικές Αρχές στην Τρίπολη να τελειώνουν μαζί του.
Ζήτησε το κεφάλι του Κολοκοτρώνη, αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα. Κανείς από τους διώκτες του δεν ήξερε πώς ήταν το πρόσωπό του. Έτσι διάφοροι επιτήδειοι σκότωναν ανυποψίαστους ανθρώπους και πήγαιναν στους Τούρκους τα κεφάλια τους λέγοντας πως είναι ο Κολοκοτρώνης.
Για να ανακοπεί η μάστιγα των απατεώνων, οι Τούρκοι βασάνισαν και εξόντωσαν προς παραδειγματισμό μερικούς από αυτούς και πέρασαν στο σχέδιο β!
Μπορεί οι Τούρκοι να μην ήξεραν πώς ήταν το πρόσωπο του Κολοκοτρώνη ήξεραν όμως πως ο Γέρος του Μοριά είχε κάνει κάνει στο χέρι του ένα τατουάζ (είχε χρησιμοποιήσει πυρίτιδα) την ημερομηνία της γέννησής του.
Τότε βέβαια, ξεκίνησε ένας νέος γύρος απατεωνιάς, με διάφορους να εμφανίζονται στην τουρκική διοίκηση της Τρίπολης και να κρατάνε… κομμένα χέρια τα οποία υποτίθεται πως άνηκαν στον Κολοκοτρώνη.
Μετά από μερικές αποτυχημένες προσπάθειες οι Τούρκοι αντιλήφθηκαν πως το να πιάσουν τον αφορισμένο και κυνηγημένο Κολοκοτρώνη δεν θα ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Και οι φόβοι τους αποδείχθηκαν σωστοί δεδομένου πως λίγα χρόνια αργότερα ο Γέρος του Μοριά επέστρεψε στον τόπο του φέρνοντας μαζί του τη σπίθα της Επανάστασης.