Οι πυροβολισμοί που ακούστηκαν το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008 στα Εξάρχεια, λειτούργησαν σαν πυροδοτικός μηχανισμός που επέτρεψε το ξέσπασμα μιας εξέγερσης που φάνηκε σα να «σιγόβραζε» πολύ καιρό.
Η δολοφονία του 15χρονου τότε Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα ήταν η σπίθα που άναψε το φιτίλι μιας πρωτόγνωρης έκρηξης ο ήχος της οποίας ακούστηκε σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Τα συγκρουσιακά γεγονότα που ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες, ωστόσο, θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε νέες τραγωδίες. Κι αυτό διότι ανάμεσα στις πολλές και δύσκολες στιγμές των ημερών, είχαν σημειωθεί και δυο περιστατικά τα οποία, αν και σε μεγάλο βαθμό ξεχασμένα σήμερα, θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε νέες τραγωδίες και όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, αυτό με τη σειρά του θα οδηγούσε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Ήταν οι δυο στιγμές που η ψυχραιμία έδωσε τη θέση της σε επικίνδυνα παιχνίδια με όπλα…
Ο οπλισμένος ματατζής στη λεωφόρο Αλεξάνδρας
Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008. Μεσημεράκι. Μετά από μια νύχτα πύρινων οδοφραγμάτων και σφοδρών συγκρούσεων στο κέντρο της Αθήνας, χιλιάδες κόσμου με πρωτοβουλία των φοιτητών της Νομικής συγκεντρώνονται στο Μουσείο, επί της οδού Πατησίων, προκειμένου με πορεία να φτάσουν μέχρι τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής για να διαμαρτυρηθούν κατά της αστυνομικής βίας που οδήγησε στην απώλεια της ζωής ενός παιδιού.
Μετά τις αυθόρμητες συγκρούσεις της πρώτης νύχτας, η συγκέντρωση αυτή ήταν η πρώτη οργανωμένη αντίδραση σε αυτό που είχε συμβεί. Αυτή η πορεία, ωστόσο, ουδέποτε θα φτάσει στον προορισμό της. Σχεδόν αμέσως με την έναρξη της πορείας, ομάδες νεαρών βγαίνουν από τα μπλοκ και συντονισμένα αρχίζουν να σπάνε και να καίνε οτιδήποτε έβρισκαν στο δρόμο τους.
Μέσα σε λίγα λεπτά η Λεωφόρος Αλεξάνδρας θυμίζει πεδίο μάχης. Η οργή είναι τεράστια. Τα ΜΑΤ είχαν σαφή εντολή να παραμείνουν στις θέσεις τους μέχρι η πορεία να φτάσει λίγο πριν το ύψος της Χαριλάου Τρικούπη και εκεί πια να απαντήσουν στα επεισόδια και να συλλάβουν όσους τα προκαλούν. Η συνάντηση των δυο αντιμαχόμενων πλευρών δημιουργεί μια κόλαση.
Δύσκολα μπορούσε να αναπνεύσει κάποιος από τα δακρυγόνα και τα χημικά αλλά και από τις πολλές και μεγάλες φωτιές. Οι διαδηλωτές καταφέρνουν να φτάσουν μέχρι την γωνία του Αρείου Πάγου. Εκεί υπήρχαν ισχυρότατες δυνάμεις των ΜΑΤ που τους εμπόδισαν να προχωρήσουν. Έτσι τα επεισόδια και οι συγκρούσεις «διοχετεύτηκαν» στα στενά της περιοχής.
Στις 16:36 το απόγευμα στη διασταύρωση της οδού Κυρίλλου Λουκάρεως με τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας ένας αστυνομικός των ΜΑΤ τραβάει το όπλο του και σημαδεύει τους διαδηλωτές! Άπαντες «παγώνουν» μπροστά στην εικόνα του ένοπλου αστυνομικού λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Δίπλα στον ματατζή, ένας συνάδελφός του σχηματίζει με τα δάχτυλά του το όπλο και σημαδεύει κι αυτός σε μια επίδειξη ανωριμότητας. Οι διαδηλωτές προσπαθούν να προφυλαχθούν πίσω από παρκαρισμένα αυτοκίνητα φοβούμενοι τα χειρότερα.
Στο σημείο βρίσκεται ο φωτογράφος του Ελεύθερου Τύπου Κώστας Τσιρώνης ο οποίος απαθανατίζει το στιγμιότυπο. Μετά από φωνές και αφού έχει καταλάβει πως έγινε αντιληπτός ο αστυνομικός βάζει το όπλο στη θέση του, χωρίς ευτυχώς να πυροβολήσει και αποχωρεί μαζί με την υπόλοιπη διμοιρία από το σημείο της έντασης.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε εκείνες τις ημέρες είναι πως ο Κ. Τσιρώνης απολύθηκε από την εφημερίδα όταν συγκρούστηκε με τη διεύθυνσή της για τους λόγους που το συγκεκριμένο ντοκουμέντο δεν δημοσιοποιήθηκε την αμέσως επόμενη ημέρα. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θεώρησαν πως η εφημερίδα προσπάθησε να λογοκρίνει τον φωτογράφο προκειμένου να μη ρίξει «λάδι στη φωτιά». Η φωτογραφία διοχετεύτηκε σε μεγάλα φωτογραφικά πρακτορεία του εξωτερικού και τελικά δύο ημέρες αργότερα δημοσιοποιήθηκε και στον Ελεύθερο Τύπο.
Οι «Ζητάδες» που πυροβόλησαν λίγο μετά την κηδεία του Γρηγορόπουλου
Η Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008 ήταν ίσως η πιο δύσκολη ημέρα από πλευράς συναισθημάτων. Ήταν η ημέρα που χιλιάδες κόσμου συγκεντρώθηκε στο νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου προκειμένου να συνοδεύσει τον Αλέξη στην τελευταία του κατοικία.
Δύσκολα μπορεί κάποιος να ξεχάσει τη μητέρα του 15χρονου να θρηνεί για την απώλεια του γιου της αλλά και το Νίκο Ρωμανό, το φίλο του Γρηγορόπουλου, στα χέρια του οποίου ξεψύχησε, να είναι ένας από αυτούς που κρατούσαν το λευκό φέρετρο.
Η κηδεία δεν άργησε να μετατραπεί γρήγορα σε μια ακόμα διαδήλωση ενάντια στην αστυνομική βία. Τα συναισθήματα ήταν πολλά και η έντονη παρουσία της αστυνομίας μόνο κατευναστικά δεν λειτούργησε.
Όταν πια η τελετή ολοκληρώθηκε και η οικογένεια του νεκρού αποχώρησε από το σημείο, στήθηκαν τα πρώτα πύρινα οδοφράγματα και τα επεισόδια δεν άργησαν να ξεκινήσουν. Όσο περνούσε η ώρα τόσο πιο έντονα και βίαια γινόντουσαν.
Με δεδομένο πως την προηγούμενη νύχτα είχαν προκληθεί οι πιο σκληρές και πολύωρες συγκρούσεις της εξέγερσης, η αστυνομία είχε λάβει πλέον την εντολή για μηδενική ανοχή και σκληρή απάντηση στους ταραξίες.
Μολότοφ, πέτρες, οδοφράγματα, χημικά, δακρυγόνα και χειροβομβίδες κρότου λάμψης δημιουργούν για μια ακόμα ημέρα ένα πολεμικό σκηνικό. Αυτή τη φορά το πεδίο της μάχης δεν είναι το κέντρο της Αθήνας ή τα Εξάρχεια αλλά το Π. Φάληρο.
Όσο περνούσε η ώρα η ένταση των επεισοδίων μειωνόταν. Στη διασταύρωση των οδών Αχιλλέως και Αμφιθέας, μια ομάδα περίπου 200 ατόμων (στην πλειονότητά τους μαθητές) πετούσε πέτρες στις δυνάμεις των ΜΑΤ που απαντούσαν με περιορισμένη χρήση δακρυγόνων. Τότε, ξαφνικά από την οδό Αχιλλέως εμφανίστηκαν μοτοσυκλέτες της Ομάδας «Ζ». Οι οδηγοί σταμάτησαν, κατέβηκαν από αυτές πλησίασαν το συγκεντρωμένο πλήθος και έβγαλαν τα όπλα τους. Μετά την αρχική «παγωμάρα» ο συγκεντρωμένος κόσμος αντέδρασε έντονα σε αυτή την εικόνα την ημέρα της κηδείας ενός παιδιού που έπεσε νεκρό από σφαίρες αστυνομικού, και κινήθηκε εναντίον των «Ζητάδων».
Τότε, προς γενική έκπληξη, οι αστυνομικοί άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα. Και αυτό το περιστατικό καταγράφηκε αλλά αυτή τη φορά όχι από φωτογράφο αλλά από την κάμερα του τηλεοπτικού σταθμού Mega που βρισκόταν λίγα μέτρα μακριά από το σημείο.
Όπως ήταν απόλυτα φυσιολογικό το συγκεντρωμένο πλήθος προσπάθησε να προφυλαχτεί και σε αυτή την περίπτωση, ενώ αμέσως μετά οι αστυνομικοί που πρωταγωνίστησαν στο επεισόδιο, επιβιβάστηκαν και πάλι στις μοτοσυκλέτες τους και έφυγαν από την περιοχή.
Σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα που είχε αναλύσει το τι είχε συμβεί στο κεντρικό δελτίο του Mega συνολικά τέσσερις αστυνομικοί της «Ζ» πυροβόλησαν πάνω από 15 φορές στον αέρα. Η αστυνομία αρχικά έκανε λόγο για έναν πυροβολισμό, από έναν αστυνομικό της Ομάδας «Ζ», ωστόσο, λίγο αργότερα αναγκάστηκε να παραδεχθεί πως πιθανότατα δεν ήταν μόνο ένας που πυροβόλησε αλλά περισσότεροι και διατάχθηκε η πραγματοποίηση Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης προκειμένου να διαπιστωθεί τι ακριβώς είχε συμβεί.
Για την ιστορία και μόνο, πρέπει να αναφερθεί, πως και για τις δυο αυτές περιπτώσεις διενεργήθηκε έρευνα από το αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, χωρίς να προκύψουν ευθύνες για κάποιον αστυνομικό.