Δύο πράγματα έρχονται στο μυαλό ακούγοντας το όνομά του: υψηλή ραπτική και γαλλική μόδα. Ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε ριζικά τη μόδα τη δεκαετία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρουσίασε έναν εντελώς διαφορετικό τύπο γυναίκας και δημιούργησε τον οίκο-μύθο που συνεχίζει να εμπνέει τους σχεδιαστές μόδας τους παλαιότερους αλλά και τους νεότερους παρά την παντελή του έλλειψη αυτοεκτίμησης.
Στα 13 του χρόνια επισκέφθηκε πρώτη φορά χαρτορίχτρα, η οποία του είπε: «Θα υποφέρετε από φτώχεια. Αλλά οι γυναίκες είναι η τύχη σας. Από αυτές θα αποκτήσετε άφθονο χρήμα και θα ταξιδέψετε σε όλο τον κόσμο».
Ο Κριστιάν Ντιόρ γεννήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 1905 σε παραλιακή κωμόπολη της γαλλικής Νορμανδίας. Σύντομα οι γονείς του και τα τέσσερα αδέρφια του θα μετακομίσουν στο Παρίσι.
Από μικρός ήξερε ότι ήθελε να ασχοληθεί με τις τέχνες και την αρχιτεκτονική αλλά οι γονείς του δεν συμφωνούσαν με τα επαγγελματικά του σχέδια. Ήθελαν να τον δουν διπλωμάτη και ο Ντιόρ δεν τους χάλασε το χατίρι. Στα 18 του γράφτηκε στη σχολή Πολιτικών Επιστημών στη Γαλλία και αποφοίτησε στα 23 του.
Υπήρχε πάντα βέβαια μέσα του το μικρόβιο της μόδας. Έτσι γρήγορα άνοιξε μία μικρή γκαλερί τέχνης με χρήματα που του δάνεισε ο πατέρας του, όπου εκείνος και ο κολλητός του φίλος πουλούσαν πίνακες ζωγραφικής του Πάμπλο Πικάσο. Υπήρχε όμως ένας όρος. Δεν θα αναγραφόταν στη μαρκίζα το όνομα «Ντιόρ».
Τρία χρόνια αργότερα αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο στο όνειρό του, καθώς βρήκε μπροστά του την οικονομική κατάρρευση του πατέρα του, τον θάνατο της μητέρας και του μεγαλύτερου αδερφού του.
Ασχολήθηκε με το σχεδιασμό ρούχων και μετά από την προτροπή φίλου άρχισε να πουλάει τα σχέδια του σε οίκους μόδας. Κάπως έτσι ξεκίνησε η καριέρα του ως σχεδιαστής.
Από το 1937, ο Ντιόρ άρχισε να εργάζεται στον οίκο μόδας του Ρομπέρτ Πικέ και του δόθηκε η ευκαιρία να σχεδιάσει τρεις κολεξιόν. Ο Ντιόρ όμως έφυγε από τον Πικέ, αφού έπρεπε να εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Όταν επέστρεψε το 1942, προσλήφθηκε από το Λουσιέν Λελόνγκ ο οποίος και έντυνε τις συζύγους των ναζί κατακτητών και των Γάλλων συνεργατών τους.
Ο μόδιστρος ίδρυσε τον δικό του οίκο τον Δεκέμβριο του 1946. Η πρώτη σειρά ενδυμάτων που κυκλοφόρησε το 1947, έφερε την ονομασία «Corolle», από τη λέξη «corolla», που σήμαινε λουλούδι στην αγγλική γλώσσα. Η κολεξιόν περιλάμβανε 90 δημιουργίες, ενώ παρουσιάστηκαν και στο κοινό οι φαρδιές μακριές φούστες με τη στενή μέση. Η επίδειξη προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση και χαρακτηρίστηκε «New Look». Το «New Look» του σχεδιαστή έγινε παγκόσμια μόδα, με Αμερικανίδες σταρ και Γαλλίδες της καλής κοινωνίας να συρρέουν στο μικρό ατελιέ για μια του δημιουργία.
Στο στούντιο, κρατούσε ένα μακρύ μπαστούνι σαν αυστηρός δάσκαλος και μ’ αυτό έκανε υποδείξεις για διορθώσεις στους βοηθούς του. Αποκαλούσε τα μοντέλα των επιδείξεων «τα κορίτσια μου», παθιαζόταν να σχεδιάζει φουστάνια και έδινε «πρωταγωνιστικό» ρόλο στις κεντήστρες και τους τεχνίτες.
Οι βιογράφοι του επιμένουν πως η εμμονή του να μετατρέπει τις γυναίκες σε πριγκίπισσες είχαν αφετηρία τη μητέρα του Μαντλέν και την παιδική ανάμνηση να τον φιλά στο κρεβάτι, περιποιημένη και καλοντυμένη, πριν βγει για χορό.
Οι θεωρίες για τον θάνατό του
Δέκα χρόνια διήρκεσε το ονειρικό του ταξίδι στον κόσμο της υψηλής ραπτικής, το οποίο άφησε πίσω του έναν κολοσσό της μόδας.
Την εποχή που πέθανε ο οίκος Ντιόρ κέρδιζε περισσότερα από 20 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
Ο μάγος της μόδας Κριστιάν Ντιόρ πέθανε κατά τη διάρκεια διακοπών στην Τοσκάνη. Ένα ταξίδι που ακόμα και η έμπιστη χαρτορίχτρα του Madame Delahaye τον είχε προειδοποιήσει να μην κάνει και εκείνος δεν την άκουσε για πρώτη φορά στη ζωή του. «Μην κάνεις αυτό το ταξίδι, στα χαρτιά σου βλέπω φρικτά πράγματα», του είπε.
Στις 23 Οκτωβρίου 1957 η οικογένεια και οι άνθρωποι της επιχείρησής του ενημερώθηκαν ότι έπρεπε να παραλάβουν το φέρετρό του από το αεροδρόμιο. Πολλές ήταν οι θεωρίες γύρω από το θάνατό του. Μια εκδοχή έλεγε ότι πέθανε από πνιγμό που του προκάλεσε ένα ψαροκόκαλο.
Οι «Times» στη νεκρολογία τους έγραψαν ότι όντως έφυγε από καρδιακή προσβολή έπειτα από μια χαμένη παρτίδα στα χαρτιά. Κι όταν ο Ντιόρ πέθανε, ο άνθρωπος που έκατσε στο γραφείο του και προσπάθησε να κάνει κουμάντο στην αυτοκρατορία ήταν ο πιο ταλαντούχος βοηθός του. Ένας πιτσιρικάς 21 ετών, μανιακός με τη ραπτική, που μερικά χρόνια μετά θα αποκτούσε το προσωνύμιο «η ιδιοφυΐα του αιώνα». Ο Ιβ Σεν Λοράν…