Το 1998, η ΦΑΓΕ πραγματοποιεί τις πρώτες τις εξαγωγές, έχοντας ήδη παρουσία στη Μεγάλη Βρετανία και την Ιταλία. Σήμερα το γιαούρτι της είναι διαθέσιμο σε περισσότερες από 40 χώρες, σε 280 αλυσίδες σούπερ-μάρκετ του κόσμου. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Κατά τη διάρκεια της διαδρομής της στις ΗΠΑ, η ελληνική εταιρεία των αδελφών Φιλίππου συνάντησε έναν ακόμα μεγάλο παίκτη της αμερικανικής αγοράς γιαουρτιού, ο οποίος μπήκε στην αγορά το 2007. Ο λόγος για τον Κούρδο Hamdi Ulukaya . Η άνοδος της εταιρείας του στην αμερικανική και στη συνέχεια στην παγκόσμια αγορά υπήρξε ραγδαία, λανσάροντας τη φίρμα ελληνικού γιαουρτιού, Chobani. Οι δύο εταιρείες ωστόσο βρέθηκαν σύντομα σε αντιπαράθεση. Ο Κούρδος αξίωνε την αναγνώριση του γιαουρτιού του με την καθιέρωση του τίτλου «greek yogurt», ο οποίος θα εμφανιζόταν κάτω από τη φίρμα Chobani στα γιαούρτια που πωλούνταν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η ΦΑΓΕ προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, αντικρούοντας τη συγκεκριμένη αξίωση και δικαιώθηκε. Το Ανώτατο Δικαστήριο του Λονδίνου αποφάνθηκε για το θέμα ότι κανένα γιαούρτι δεν μπορούσε να φέρει την ονομασία Greek Yogurt, ενώ διανέμεται στη Μεγάλη Βρετανία και παράγεται στην Αμερική. Σήμερα, η εταιρεία Chobani έχει περισσότερους από 2.000 εργαζόμενους. Είχε ξεκινήσει μόλις με 5, σε μία βιοτεχνία της Νέας Υόρκης, ενώ αποτελεί πλέον μία από τις ισχυρότερες γαλακτοβιομηχανίες-παραγωγούς του γιαουρτιού ελληνικού τύπου -greek style yogurt- σε ολόκληρο τον κόσμο. Στο πεδίο δόξης που προσφέρει το greek style yogurt αποφάσισε πρόσφατα να κινηθεί ένας ακόμα Έλληνας, κάτοικος της αλλοδαπής. Ο Παναγιώτης Πεντεφράγκας ξεκίνησε από την Ορεστιάδα για καταδύσεις με προορισμό την Ινδονησία, το 2011. Μερικά χρόνια αργότερα δημιούργησε με το συνέταιρό του, την εταιρεία παραγωγής του ελληνικού γιαουρτιού, Kalimera, επηρεασμένος από τον Κούρδο του Chobani. «Έφυγα από την Ελλάδα γιατί έβλεπα ότι η κρίση θα ήταν πολύ έντονη. Ως Έλληνες άλλωστε αποφεύγουμε πεισματικά να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα. Το μόνο που επιζητούμε είναι να ακούμε διαρκώς καλλωπισμένα λόγια. Για όσα συνέβησαν ή για όσα ενδεχομένως να συμβούν», λέει στο newsbeast.gr. Τελείωσε μηχανικός αεροσκαφών και εργάστηκε ως μηχανικός σε οικογενειακή επιχείρηση. Αργότερα σε νεοσύστατο εργοστάσιο επεξεργασίας καφέ στη Θράκη, ως υπεύθυνος παραγωγής. «Παρόλα αυτά έβλεπα ότι το συγκεκριμένο μοντέλο εργασίας δεν ήταν βιώσιμο. Αποφάσισα να ασχοληθώ επαγγελματικά με τη μαγειρική. Έστησα μία ψησταριά στην Ορεστιάδα, η οποία για περίπου 6 χρόνια πήγαινε αρκετά καλά. Όταν την έκλεισα, έφυγα χωρίς να χρωστάω σε κανέναν. Πρόλαβα να βάλω λουκέτο πριν η επιχείρησή μου γίνει ζημιογόνα. Μόλις σε λίγους μήνες».
Ρυθμοί ανάπτυξης 7% το χρόνο στην Ινδονησία
«Όταν έφτασα για πρώτη φορά στην Ινδονησία είδα ρυθμούς ανάπτυξης που άγγιζαν το 7% ανά έτος. Τότε είπα ότι θα φύγω οριστικά από την Ελλάδα, ιδρύοντας ελληνικό εστιατόριο στη Τζακάρτα. Ωστόσο δεν είχα καταλάβει πόσο ανταγωνιστικό ήταν τότε το τοπίο της εστίασης και το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. Έρχονταν εργαζόμενοι να αγοράσουν μία σπανακόπιτα χωρίς να όμως να μένουν στο μαγαζί. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση μου ήταν 7-8 ευρώ, τη στιγμή που στην Ελλάδα ήταν 15 ευρώ. Τα πράγματα εξελίχθηκαν έτσι κι αυτό έγινε το δεύτερο εστιατόριο που θα άφηνα». Ο Παναγιώτης Παντεφράγκας έβλεπε ότι έλειπε ένα ποιοτικό προϊόν από την αγορά των 20.000.000 κατοίκων της Τζακάρτα και των συνολικά 260.000.000 της Ινδονησίας. «Διαπίστωσα στη συνέχεια πως οι πιο εύποροι στρέφονται ήδη προς τα αγνά προϊόντα χωρίς λιπάσματα ή συντηρητικά. Πληρώνουν όσο χρειαστεί για να τα αποκτήσουν. Γι’ αυτό και αποφάσισα να μπω στο γιαούρτι».
Kalimera…
Η ετικέτα που ξεκίνησε να παράγει με την ονομασία Κalimera απευθύνεται όπως λέει σε μεσαία και ανώτερα εισοδήματα. Σε ό,τι αφορά τη λιανική τιμή πώλησης γιαουρτιού στη Τζακάρτα ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 9 ευρώ. Στόχος όπως λέει είναι να δημιουργήσει ένα καταναλωτικό κοινό, το οποίο θα επιζητά να αγοράσει αγνό ελληνικό γιαούρτι. Ήδη ξεκίνησε τους δειγματισμούς σε επιχειρήσεις της Ινδονησίας, με πρώτη μία αλυσίδα 150 γυμναστηρίων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, ενώ οι πωλήσεις για την ώρα γίνονται κυρίως από πόρτα σε πόρτα. Μελλοντικά θα προμηθεύει ξενοδοχεία με το Kalimera, το οποίο κυκλοφορεί σε τρεις διαφορετικές συσκευασίες: 500 γραμμαρίων, 1 και 2 κιλών με πιο ευπώλητη εκείνη του κιλού. Το γιαούρτι του παράγεται από φρέσκο αγελαδινό ινδονησιακό γάλα. «Είναι θετικό μάλιστα, το γεγονός ότι κάποιος υποψήφιος πελάτης βλέπει να παράγω ελληνικό γιαούρτι. Το όνομα είναι αμιγώς ελληνικό, όσο και το λογότυπο με το ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Στόχος μου ήταν να διαφημίσω την Ελλάδα, εμπνέοντας παράλληλα εμπιστοσύνη ότι το προϊόν που παράγεται προέρχεται από την Ελλάδα. Τη χώρα η οποία διαθέτει την τεχνογνωσία για την παραγωγή του. Το αν επέλεξα τη συγκεκριμένη ονομασία είναι γιατί εκτός από εύηχη και ευκολομνημόνευτη, απευθύνει μία ευχή: “να έχετε μία καλή μέρα”».
Το… greek yogurt έμμεση διαφήμιση για την Ελλάδα
Στο ερώτημα εάν θεωρεί μειονέκτημα την παραγωγή ελληνικού γιαουρτιού από ξένες εταιρείες, απαντάει ότι από τη στιγμή που δεν παρουσιάζει ένα κακό προϊόν, κάθε κίνηση παραγωγής greek yogurt είναι έμμεση διαφήμιση για την Ελλάδα. «Όμως κι εμείς από την πλευρά μας πρέπει να στηρίξουμε το ελληνικό γιαούρτι. Να καθιερώσουμε τα προϊόντα ΠΟΠ. Να τονίσουμε ότι η γεύση και η ποιότητα βασίζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μίας συγκεκριμένης περιοχής» Ο ίδιος δεν σκέφτεται να εγκαταλείψει την Ινδονησία. Κυρίως γιατί δεν μπορεί να αφήσει μια μάχη που δίνει τα τελευταία χρόνια στην Ινδονησία. «Είχα πρόσφατα πρόταση να πάω στη Ρουμανία και να φτιάξω ένα εστιατόριο. Δεν το έκανα. Θέλω να παλέψω γι’ αυτό που ξεκίνησα». Σχολιάζοντας το επιχειρηματικό τοπίο στην Ελλάδα, σημειώνει ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί κεντρική διαχείριση της επιχειρηματικότητας. «Να καθίσουν οι εκπρόσωποι του κράτους, με επιχειρηματίες και πανεπιστημιακούς στο ίδιο τραπέζι. Να καταστρώσουν ενιαία στρατηγική για τα επόμενα 5 ή 10 χρόνια και να αντιστρέψουμε την αποβιομηχάνιση της Ελλάδας», τονίζει. «Το λάθος μας κατά τη γνώμη μου είναι ότι δεν αποφασίζουμε να εκμεταλλευτούμε την πρωτογενή παραγωγή. Κάτι που δεν συμβαίνει φυσικά σε άλλες βαλκανικές χώρες. Πρόσφατα βρέθηκα στη Βουλγαρία και συνάντησα μία επιχείρηση, η οποία έσπειρε χιλιάδες στρέμματα λεβάντας, υπόδειγμα ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα». Όπως λέει τέλος, ο παράγοντας φορολογία είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων στη Τζακάρτα. «Εδώ ο ΦΠΑ είναι μόλις 10%. Έτσι, κάθε σύγκριση με την Ελλάδα είναι περιττή». Δείτε όλα τα θέματα του Weekend