Ορισμένοι αθλητές στην αρχαία Ελλάδα άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες με τα επιτεύγματα που πέτυχαν. Άλλοι επίσης διακρίθηκαν για τη σωματική τους διάπλαση, τις παράξενες συνήθειες τους ή τους μύθους που αναπτύχθηκαν γύρω από αυτούς.

Το Greek Reporter ξεχώρισε πέντε ονόματα από τα δεκάδες των αρχαίων Ολυμπιονικών που καθόρισαν την πορεία της διοργάνωσης, με ορισμένα να απουσιάζουν, όπως εκείνο του Διαγόρα της Ρόδου, του Μίλων του Κρότωνα ή του Χιόνι της Σπάρτης.

Ο πρώτος Ολυμπιονίκης

Επίσημα οι Ολυμπιακοί ξεκίνησαν το 776 π.Χ. Και ως σημείο αφετηρίας θεωρείται η νίκη του Κόροιβου από την Ήλιδα, όπου διακρίθηκε στον αγώνα σταδίου, το μοναδικό αγώνισμα εκείνης της Ολυμπιάδας.

Ο Κόροιβος ονομάζεται ο πρώτος Ολυμπιονίκης σύμφωνα με τους ιστορικούς και ως έπαθλο έλαβε ένα στεφάνι από κλαδί ελιάς, τρόπαιο που προς τιμήν του Δία που καθιερώθηκε να δίνεται στους νικητές των Αγώνων.

Ο νικητής των 1.300 αγώνων

Ο Θεαγένης της Θάσου θεωρείται μια από τις κορυφαίες αθλητικές μορφές του αρχαίου κόσμου, γιατί εικάζεται ότι κέρδισε συνολικά 1.300 αγώνες κατά τη διάρκεια της 22χρονης καριέρας του.

Τα σημαντικότερα επιτεύγματά του σημειώθηκαν στους Ολυμπιακούς το 480 και 476 π.Χ., όταν έγινε ο πρώτος αθλητής που κέρδισε το στην πυγμαχία και στο παγκράτιο. Στη συνέχεια, διακρίθηκε σε 21 πρωταθλήματα στους Πυθίους, Νεμέους και Ίσθμιους αγώνες, ενώ κέρδισε ακόμη και ένα στέμμα ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων κατά τη διάρκεια ενός αγώνα στο Άργος.

Επίσης, ο μύθος αναφέρει ότι παρέμεινε αήττητος και μετά θάνατον, καθώς ένα βράδυ κάποιος άγνωστος πήγε να βανδαλίσει ένα άγαλμά του. Τότε, θεωρείται ότι ο Θεογένης αντέδρασε από τον Κάτω Κόσμο και γκρέμισε το άγαλμα πάνω στον άγνωστο, στερώντας τη ζωή του και προστατεύοντας το από τον επικείμενο βανδαλισμό.

Το ρεκόρ 2.000 ετών

Ο Λεωνίδας της Ρόδου δεν θεωρείται άδικα ως ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές όλων των εποχών, αφού όχι μόνο σάρρωσε στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά κατείχε και ρεκόρ 2.000 ετών που έσπασε μόνο το 2016.

Συγκεκριμένα, το 164 π.Χ. συμμετείχε στην πρώτη του Ολυμπιάδα και έπειτα σε εκείνες που διεξήχθησαν τα έτη 160 π.Χ., 156 π.Χ. και 152 π.Χ. Ο αθλητής σε κάθε Ολυμπιάδα κέρδισε τρεις διαφορετικούς αγώνες δρόμου, που ήταν οι εξής: Το στάδιο – ο συνηθισμένος αγώνας τρεξίματος της εποχής, τον δίαυλο (είχε διπλάσια απόσταση από το στάδιο) και την οπλιτοδρομία, όπου οι συμμετέχοντες έτρεχαν κρατώντας μια τεράστια ασπίδα.

Αυτή η εκπληκτική πράξη της κατάκτησης δώδεκα ατομικών ολυμπιακών νικών δεν καταρρίφθηκε στην εποχή του, παρά 2.000 χρόνια αργότερα από τον Αμερικανό κολυμβητή Μάικλ Φελπς, όταν κατέκτησε το 13ο χρυσό του ολυμπιακό μετάλλιο.

Σκοτώθηκε για να κερδίσει

Στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες επίσημα υπάρχουν δύο καταγεγραμμένοι θάνατοι αθλητών, με τη δεύτερη περίπτωση να ξεχωρίζει, γιατί αφορά Ολυμπιονίκη που διάλεξε να πεθάνει, για να κερδίσει τον αγώνα.

Το 564 π.Χ. ο Αρραχίων ο Φιγαλεύς αγωνιζόταν στο παγκράτιο, με στόχο να στεφθεί τρίτη συνεχόμενη φορά Ολυμπιονίκης. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, ο αντίπαλός του τύλιξε τον λαιμό του με τα πόδια του, απειλώντας να τον σκοτώσει, όπως περιέγραψε η ιστοσελίδα The Press Democrat σε σχετικό δημοσίευμα.

Τότε, ο Αρραχίων βρέθηκε αντιμέτωπος με το εξής δίλημμα. Είτε θα παραδιδόταν και θα ζούσε, είτε θα πέθαινε με την πιθανότητα να κερδίσει. Τελικά, επέλεξε το δεύτερο. Καθώς έχανε τις αισθήσεις του, ο αντίπαλος χαλάρωσε τη λαβή του. Έτσι, ο Αρραχίων εξάρθρωσε τον αστράγαλο του αντιπάλου και ταυτόχρονα πέθανε. Ο αντίπαλος, σφαδάζοντας από τον πόνο, χτύπησε το χέρι στο έδαφος και παραδέχτηκε την ήττα του, μη γνωρίζοντας ότι δίπλα του κείτονταν νεκρός ο νικητής του αγώνα.

Το πρώτο θύμα της πολιτικής

Ο Άστυλος από τον Κρότωνα θεωρήθηκε ένας λαμπρός Ολυμπιονίκης, αφού κέρδισε έξι φορές σε τρεις διαδοχικές Ολυμπιάδες (488-480 π.Χ.), ξεχωρίζοντας στους αγώνες τρεξίματος.

Έτσι, λατρευόταν στην πόλη του ως τοπικός Θεός και οι κάτοικοι περιέγραφαν νυχθημερόν τα κατορθώματά του, ενώ ανέγειραν άγαλμα προς τιμή του.

Ωστόσο, στους Ολυμπιακούς του 484 π.Χ., δέχτηκε να εκπροσωπήσει τις Συρακούσες, το αντίπαλο δέος του Κρότωνα για την περιοχή της νότιας Ιταλίας. Ορισμένοι υποστήριξαν ότι δωροδοκήθηκε από τον τύρρανο Ιέρωνα και μερικοί ιστορικοί ότι άλλαξε πλευρά, επειδή οι Συρακούσες ήταν πιο δυνατές εκείνη την εποχή.

Όποια κι αν είναι η αλήθεια ο Άστυλος πλήρωσε ακριβά την απόφαση του, με αποτέλεσμα να πεθάνει ντροπιασμένος και μόνος, καθώς τον απαρνήθηκε μέχρι και η οικογένειά του. Οι κάτοικοι του Κρότωνα γκρέμισαν το άγαλμα του και σύμφωνα με τον μύθο απαγόρευσαν να αναφέρεται το όνομα του για οποιοδήποτε λόγο, ώστε να διαγράψουν από τη μνήμη την ύπαρξή του. Παράλληλα, τον εξόρισαν για πάντα και δήμευσαν την περιουσία του, μετατρέποντας σε φυλακή το σπίτι του για να υπενθυμίζει την προδοσία που κατηγορήθηκε πως διέπραξε.