Αν το 2020 στιγματίστηκε από ένα ηχητικό στιγμιότυπο, αυτό είναι αναμφίβολα η κραυγή της Μάγδας Φύσσα στη σειρά των λέξεων: «Παύλο τα κατάφερες, γιε μου, γιε μου». Στις 7 Οκτωβρίου του 2020 η λεωφόρος Αλεξάνδρας δονήθηκε ολόκληρη από τις ιαχές του πλήθους στο άκουσμα της απόφασης ότι η Χρυσή Αυγή αποτελεί εγκληματική οργάνωση με την ηγεσία της να κρίνεται ένοχη για τη διεύθυνση αυτής της εγκληματικής οργάνωσης.
Της Δήμητρας Τριανταφύλλου
Ήταν μια μέρα που πάρθηκε μια απόφαση ιστορική για τα ελληνικά δεδομένα, μια μέρα που τα νέα έκαναν τον γύρο των media όλου του κόσμου. Στην πραγματικότητα, είχαν προηγηθεί 5 ½ «πέτρινα» χρόνια μέχρι να φτάσουμε στη λήξη αυτής της δίκης.
Όπως γράφει στο βιβλίο του «Με τις μέλισσες ή με τους λύκους» (εκδ. Αντίποδες) ο έτερος συνήγορος των Αιγύπτιων αλιεργατών, Θανάσης Καμπαγιάννης: «η αποκλειστική ενασχόληση του δικαστηρίου, κατέστη εφικτή μόλις τον Νοέμβριο του 2018. Το ζήτημα της αίθουσας μας απασχόλησε σχεδόν μέχρι το τέλος. Θυμόμαστε τον Ιούνιο του 2016 να μας ανακοινώνετε με απογοήτευση πέντε δικάσιμους για μια ‘τόσο σημαντική δίκη’ όπως είχατε πει. Αν δεχόμασταν αυτούς τους ρυθμούς, η δίκη δεν θα τελείωνε ούτε το 2025. Χρειάστηκαν επανειλημμένες παρεμβάσεις (πάντοτε δημοσιοποιημένες) τόσο της πολιτικής αγωγής όσο και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για να αλλάξουν αυτοί οι ρυθμοί».
Ένα χρόνο μετά από την απόφαση και με τις παραφυάδες της ναζιστικής οργάνωσης να προσπαθούν να σηκώσουν ξανά κεφάλι, δύο δικηγόροι στη νευραλγική αυτή δίκη θυμούνται τι διαδραματίστηκε την σπουδαία εκείνη μέρα και τι είχε προηγηθεί ρίχνοντας παράλληλα μια γέφυρα στο σήμερα και στα τωρινά γεγονότα.
Κώστας Παπαδάκης: «Μια συγκλονιστική ημέρα, αξίζει να την τιμάμε, αλλά χωρίς να θριαμβολογούμε»
«Δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμία στιγμή από τη δίκη, παρά μόνο την 7η Οκτωβρίου 2020, όταν από την εκφώνηση της απόφασης προέκυψε ότι το δικαστήριο κρίνει ότι η Χρυσή Αυγή αποτελεί εγκληματική οργάνωση. Αυτό συμπύκνωνε τη δικαίωση όλης αυτής της προσπάθειας των 5 ½ ετών και των 473 συνεδριάσεων.
Η αστυνομία κατέσχεσε πράγματι ηλεκτρονικούς υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, βιντεοκάμερες. Ποιος όμως ήταν εκείνος που θα καθόταν να ψάξει εξαντλητικά αυτό το ψηφιακό υλικό με κείμενα, φωτογραφίες, video, έγγραφα και ηχητικά μηνύματα; Αυτό το κάναμε εμείς. Η επιτυχής επιλογή στοιχείων αποδεικτικής αξίας από το ψηφιακό υλικό, νομίζω ότι είναι μια από τις σπουδαιότερες πλευρές της συνεισφοράς των συνηγόρων πολιτικής αγωγής σε αυτή τη δίκη. Εμείς εντοπίσαμε το «ό,τι κινείται σφάζεται» (σ.σ το εκστόμισε ο πυρηνάρχης της Νίκαιας Γιώργος Πατέλης και στη δίκη προσκομίστηκε το video).
Ο, ι έδειχνε όπλα, πειθαρχία, στρατικοποίηση, στοχοθεσία εμείς τα δημοσιεύσαμε. Ήμασταν άλλωστε όλοι μας οι συνήγοροι σε αυτή τη δίκη, κομμάτι του αντιφασιστικού αγώνα, δεν κάναμε απλώς μια γραφειοκρατική δουλειά.
»Τα λεπτά πριν την ανακοίνωση της απόφασης υπήρχε μια πολύ μεγάλη αναμονή κι ένταση, μια βουβή προσδοκία μέχρι το δικαστήριο να εκφωνήσει την απόφαση. Δεν ξέραμε ακόμα αν ανακοινώνονταν εκείνη την ημέρα ή αν θα χρειαζόταν κι άλλη συνεδρίαση. Είχαμε αγωνία. Πρώτα ανακοινώθηκαν οι αποφάσεις όσον αφορά τις επιμέρους πράξεις κι έμεινε για το τέλος η κρίση για το εάν οι κατηγορούμενοι κατά αλφαβητική σειρά είναι ένοχοι ή όχι για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. Ήταν μια αγωνιώδης διαδικασία που διήρκησε αρκετή ώρα.
Δυστυχώς, η στιγμή αμαυρώθηκε από το γεγονός ότι τα ΜΑΤ του κου Χρυσοχοΐδη διέλυσαν με βίαιο τρόπο και χωρίς αιτία μια ογκωδέστατη συγκέντρωση έξω από τη δίκη, μια συγκέντρωση χιλιάδων ανθρώπων στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
»Εμείς δεν ακούγαμε τον θόρυβο από τη διαδήλωση και τον δρόμο γιατί η αίθουσα έχει φοβερή ηχομόνωση αλλά βλέπαμε τι γινόταν όταν βγαίναμε για λίγο έξω ή όταν ενημερωνόμασταν από τα κινητά μας. Ήταν απαράδεκτη αυτή η διάλυση της συγκέντρωσης με στόχο να απαξιώσει τη δικαστική απόφαση θέλοντας να δείξει στον κόσμο ποιος είναι το αφεντικό. Αν δεν διαλυόταν αυτή η συγκέντρωση μέχρι το βράδυ θα είχε κατέβει στη Αλεξάνδρας η μισή Αθήνα.
Ήταν πράγματι μια συγκλονιστική μέρα, αξίζει να την τιμάμε, με προσοχή όμως- να μην θριαμβολογούμε και να μην επαναπαυόμαστε γιατί οι ναζιστές είναι πάλι εδώ. Την αποτιμάμε ως μια στιγμή ιστορική, αλλά οφείλουμε να ξεχωρίσουμε ποια είναι τα στοιχεία που οδήγησαν σε αυτή τη μεγάλη απόφαση- η λαϊκή κινητοποίηση που εκδηλώθηκε αμέσως μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ήταν ένα από αυτά.
Ανάγκασε την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που μέχρι τότε παρακολουθούσε αμέτοχη αυτά που έκανε η Χρυσή Αυγή και ονειρευόταν συμμαχίες μαζί της να αναλάβει δράση, να συνενώσει τις δικογραφίες και να τους παραπέμψει σε δίκη.
Αυτή η λαϊκή απαίτηση και πίεση δεν επέτρεψε την υποβάθμιση της δίκης και μπόρεσε να την μεταφέρει στο Εφετείο, κάνοντας ό,τι ήταν δυνατό για την επιτάχυνσή της παρότι υπήρχε ένα νομοθετικό πλαίσιο που δεν βοηθούσε, ένα πλαίσιο που συντήρησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Τον τελευταίο πια χρόνο το ψηφιακό αποδεικτικό υλικό της δίκης που βγήκε σε δημόσια θέα πλάτυνε τη συ στράτευση και στο τέλος την απάλλαξε κι από τις αντιθετικές, πολιτικές καθεστωτικές πιέσεις- μη ξεχνάτε μέχρι τελευταία στιγμή είχαμε μια εισαγγελική αγόρευση αθωωτική. Τελικά το δικαστήριο έκανε αυτό που έπρεπε.
Εκείνη την ημέρα, η Μάγδα μας συντάραξε. Όλοι την αγαπάμε και την εκτιμάμε- είχε άλλωστε καθοριστικό ρόλο στη δίκη, ήταν η μητέρα της δίκης.
Παρ’ όλα αυτά- δεν τελειώσαμε. Κερδίσαμε μια μάχη αλλά είναι μία, το τονίζω αυτό. Αυτή τη στιγμή, έχουμε μια κυβέρνηση που εφαρμόζει την κατασταλτική της μανία και δείχνει αντιπροσφυγική υστερία. Μια κυβέρνηση που έδειξε ολιγωρία στη σύλληψη των Παππά και Λαγού, και δεν έχει δώσει ούτε ευρώ αποζημίωσης στα θύματα και στις οικογένειες τους. Γι αυτό κι έχουμε μια συντεταγμένη επανεμφάνιση των φασιστών με σκοπό την επαναφορά τους στο πολιτικό προσκήνιο. Οι δηλώσεις περί δύο άκρων, εξισώνουν θύματα και θύτες και δεν έχουν ακόμα αποδοκιμαστεί από την κυβέρνηση. Οι φασίστες σίγουρα οργανώνονται- κάποιος μεριμνά για τα ρόπαλα και τις αλυσίδες, και τα ορμητήρια τους. Αυτή τη στιγμή, απαιτούνται ισχυρά αντανακλαστικά αντίδρασης από τον κόσμο για να πιεστεί η κυβέρνηση να κυνηγήσει το θέμα».
Χρύσα Παπαδοπούλου: «Οι φασίστες σηκώνουν ξανά κεφάλι αλλά δεν είμαστε πια στο 2012»
«Στις 7 Οκτωβρίου του 2020, υπήρχε μεγάλη αγωνία λίγο πριν την ανακοίνωση της απόφασης. Στην αίθουσα επικρατούσε μια σιγή εκκωφαντική. Κρεμόμασταν όλοι από τα χείλη της προέδρου και κοιτούσαμε τα μάτια πάνω από τις μάσκες για να δούμε αντιδράσεις κι εκφράσεις. Ήταν μια απόφαση βαρύνουσα- δεν θα επηρέαζε μόνο τα συγκεκριμένα θύματα και τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους, ήταν μια απόφαση που αφορούσε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και θα είχε αντίκτυπο στο μέλλον της χώρας.
Η απόφαση για την διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης ήρθε στο τέλος. Όταν το είπε η πρόεδρος και συνειδητοποιήσαμε ότι οι πρώην βουλευτές όλοι όσοι ήταν στο πολιτικό συμβούλιο της Χρυσής Αυγής καταδικάζονταν για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, τότε καταλάβαμε ότι τα καταφέραμε. Μερικοί από τα θύματα ξέσπασαν σε πανηγυρισμούς και επιφωνήματα χαράς και τους ζητήθηκε ευγενικά να αποχωρήσουν από την αίθουσα. Η Μάγδα Φύσσα αλλά και τα θύματα από τις άλλες επιθέσεις χάρηκαν, φώναξαν. Οι συνήγοροι μείναμε στην αίθουσα μέχρι τις 23.30, οπότε και τελείωσε η διαδικασία. Δεν είδα τη Μάγδα Φύσσα να φωνάζει: «Παύλο μου τα κατάφερες». Το είδα την επόμενη μέρα σε video.
Όπως και το video που δείχνει το πλήθος τη στιγμή της ανακοίνωσης από τα μεγάφωνα ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση. Ακόμα και σήμερα όταν βλέπω αυτά τα video συγκινούμαι βαθιά.
Συγκινούμαι επίσης γιατί η Μάγδα έχει αυτό το χάρισμα- να εκφράζει αυτά που αισθάνεται πολύ παραστατικά. Με απλά μέσα και λόγια ουσιαστικά περνάει αυτό που αισθάνεται ακέραιο στον συνομιλητή της και στους γύρω της.
Δυστυχώς, μέχρι την ημέρα της κορύφωσης της δίκης, η μιντιακή κάλυψη όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν ήταν αυτή που έπρεπε. Ήταν λίγοι και συγκεκριμένοι οι δημοσιογράφοι που μπορούσαν να ασχοληθούν συστηματικά και σε βάθος με την κάλυψη της δίκης. Για πολλά χρόνια οι δημοσιογράφοι των καναλιών μας έλεγαν: «Το θέμα δεν πουλάει». Προσπαθούσαμε με δικά μας μέσα να ενημερώνουμε συνεχώς τον κόσμο τι συμβαίνει.
Υπήρχαν αναμφίβολα στιγμές κούρασης, στιγμές που αισθανόμουν ότι το δικαστήριο δεν θα τελειώσει ποτέ. Όταν δε ήρθε και η διακοπή λόγω covid κάναμε ένα εσωτερικό αστείο, ότι…. θα είμαστε για πάντα εδώ. Αλλά αυτό ήταν αστείο και μόνο- όλοι όσοι μπήκαμε σε αυτή τη διαδικασία μπήκαμε συνειδητά και δεν θα αφήναμε σε καμία των περιπτώσεων τη δίκη, πριν αυτή να ολοκληρωθεί.
»Η οικογένεια του Παύλου και ειδικά η Μάγδα, ως μητέρα που είναι, έπαιξε νευραλγικό ρόλο στη συσπείρωση του κόσμου. Ήταν πολλές οι δικάσιμες όπου μέσα στην αίθουσα ήμασταν μόνο οι συνήγοροι, η Μάγδα και κανένας άλλος. Σταδιακά ο κόσμος αντιλήφθηκε τον αγώνα αυτής της μητέρας.
Επιστρέφοντας στο σήμερα, ένα χρόνο μετά την δίκη, αυτό που θέλω να τονίσω από πλευράς μου είναι ότι δεν γίνεται με μια ποινική δίκη να τελειώσεως με το ναζισμό και τον φασισμό στην Ελλάδα. Κανείς ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι μπορούμε μεμιάς να τους οδηγήσουμε όλους στην φυλακή. Παραφυάδες της Χρυσής Αυγής κάνουν τώρα την προσπάθεια τους να σηκώσουν ξανά κεφάλι αλλά σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι επιστρέφουμε στο 2012- 2013.
Υπάρχει σίγουρα μια μετεξέλιξη της ναζιστικής δράσης στον τρόπο με τον οποίο δρουν και οργανώνονται οι φασίστες, όπως το βλέπουμε τόσο στη Θεσσαλονίκη, όσο και στην Αθήνα. Η στάση όμως της κοινωνίας έχει αλλάξει σημαντικά καταρχάς λόγω εμπειρίας με τη Χρυσή Αυγή. Τα αντανακλαστικά των πολιτών είναι οξυμένα και πια μεγάλο μέρος του κόσμου έχει την εγρήγορση και την ευαισθησία να μην αφήνει να περνούν τέτοια γεγονότα χωρίς αντίδραση.
Το κοινό δεν παρακολουθεί αμήχανο και μουδιασμένο όπως τα χρόνια της Χρυσής Αυγής. Η αντίδραση της Πολιτείας είναι σημαντική- στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, η υπουργός Παιδείας κα Κεραμέως άργησε πολύ να καταδικάσει τα γεγονότα που συνέβαιναν μέσα σε ένα σχολείο. Οι πολίτες αντέδρασαν άμεσα όμως. Οι φασίστες δεν έχουν πια ηγεσία, είναι αυτόνομες ομάδες που σε πολλές περιπτώσεις έχουν σχέση με τον οπαδικό χώρο. Δεν είναι κόμμα, δεν είναι στη Βουλή, δεν έχουν πυρηνάρχες είναι διχοτομημένοι και προσπαθούν να σηκώσουν κεφάλι. Δεν πρέπει λοιπόν να υποτιμούμε αυτό που συμβαίνει αλλά δεν πρέπει να του δίνουμε και περισσότερη δύναμη από όση έχει στην πραγματικότητα».