Ο τυποποιημένος ρόλος της χαζής ξανθιάς στο ελληνικό σινεμά είχε την τιμητική του, καμιά ωστόσο δεν ήταν τόσο μοναδική όσο η πατρινή ηθοποιός που συνήθιζε να κερνά τον κόσμο περγαμόντο! Η Νίτσα Μαρούδα διακρίθηκε σε δεύτερους αλλά χαρακτηριστικότατους ρόλους διαγράφοντας τη δική της πορεία στη μεγάλη οθόνη και αφήνοντας κληρονομιά ατάκες που έχουν μείνει στην Ιστορία, όπως αυτό το θρυλικό «θέλετε ένα περγαμόντο;» που ρωτά μονίμως στο φιλμ «Η αρχόντισσα και ο αλήτης». Μασώντας συνήθως τσίχλα και παίζοντας με νάζι τα κατάξανθα μαλλιά της, η πάντα χαριτωμένη Μαρούδα ήξερε πώς να κερδίζει τον ζωτικό της χώρο πλάι στα μεγαθήρια της εθνικής μας κινηματογραφίας, γινόμενη τελικά μια από τις σταθερές δευτερορολίστριες της χρυσής εποχής του ελληνικού σινεμά. Άλλοτε ως υπηρέτρια στο «Μια τρελή τρελή οικογένεια» να κάνει τα γιουβαρλάκια να χοροπηδάνε στην κατσαρόλα και άλλοτε ως τσαχπίνα ενζενί να χαριεντίζεται ηδυπαθώς με τον Αλεξανδράκη στο «Δεσποινίς διευθυντής», η Μαρούδα δεν είχε κανένα πρόβλημα να περνά στην άλλη πλευρά του θηλυκού φάσματος και να μετατρέπεται σε θανάσιμο θηλυκό που γοητεύει τον αμίμητο «Πίπη» (Αλίκη Βουγιουκλάκη) ή να προκαλεί φαρμακερούς τσακωμούς για πάρτη της («Η αρχόντισσα και ο αλήτης»). Πηγαίο υποκριτικό ταλέντο και μια από τις πιο γλυκές παρουσίες του ελληνικού κινηματογράφου, η Νίτσα Μαρούδα υποδύθηκε με αχτύπητο τρόπο το αφελές θηλυκό παίζοντας σε ένα κάρο ταινίες τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Τη θυμόμαστε ακόμα στα φιλμ «Η νεράιδα και το παλικάρι», «Η ωραία του κουρέα», «Τεντιμπόι αγάπη μου», «Ο Παπατρέχας», «Ο μάγκας με το τρίκυκλο», «Μια τρελή τρελή οικογένεια», «Ένα αστείο κορίτσι», «Μην είδατε τον Παναή» και πολλά ακόμα ως το πιο επιτηδευμένα χαζό μουτράκι του πανιού. Ντίβα τελικά, τα παράτησε όλα στο απόγειο της καριέρας της και είχε πια να θυμάται πως ήταν άλλοτε ένα σημαντικό κεφάλαιο στις παραγωγές της Φίνος και της Καραγιάννης-Καρατζόπουλος, αναλαμβάνοντας ρόλους-κλειδιά σε ταινίες διαχρονικές και αξεπέραστες. Τα χρόνια πέρασαν, οι εποχές άλλαξαν και η πάλαι ποτέ σταρ αποτραβήχτηκε οριστικά από τα καλλιτεχνικά δρώμενα το 1980, όντας τώρα η πεθερά του Βαγγέλη Μεϊμαράκη: «Αποτραβήχτηκα ολοκληρωτικά όταν η κόρη μου παντρεύτηκε τον Βαγγέλη και άνοιξε το δικό της σπιτικό. Ήθελα να ξεκουραστώ. Από 22 ετών δούλευα συνεχώς», εξομολογήθηκε αργότερα…
Πρώτα χρόνια
Η Ελένη (Νίτσα) Μαρούδα γεννιέται στην Πάτρα το 1935. Για τα παιδικά της χρόνια δεν είναι τίποτα γνωστό, ξέρουμε όμως ότι η μικρή κόλλησε από νωρίς το μικρόβιο της υποκριτικής, κι έτσι αμέσως μετά το σχολείο θα βρεθεί να σπουδάζει ηθοποιία στη Σχολή Μουσικού Θεάτρου του Μενέλαου Θεοφανίδη. Αμέσως μετά, ανεβαίνει στο σανίδι που τόσο λάτρευε και βρίσκει τελικά τη θέση της στις μεγάλες αθηναϊκές σκηνές. Ο ελληνικός κινηματογράφος δεν θα αργούσε καθόλου να την ανακαλύψει…
Υποκριτική καριέρα
Το ντεμπούτο της Μαρούδα στη μεγάλη οθόνη λαμβάνει χώρα το 1960, όταν η 25χρονη ξανθιά θα παίξει στο «Αγρίμι» του Κώστα Καραγιάννη. Η παρουσία της ξετρελαίνει τον Φίνο, ο οποίος τη συμπεριλαμβάνει στο καστ των «Μακρυκωσταίων και Κοντογιώργηδων» την ίδια κιόλας χρονιά. Η εντύπωση που έκανε τόσο στο κοινό όσο και τις δημιουργικές παρέες του ελληνικού σινεμά ήταν τέτοια που μέσα σε μια δεκαετία (μέχρι το 1972) θα έχει προλάβει να παίξει σε περισσότερες από 30 ταινίες! Το κοινό την ξεχώρισε στις μικρές αλλά ξεχωριστές εμφανίσεις της, όπως όταν κάνει τόσο μαεστρικά το σαχλοκούδουνο Σίτσα Συναξαρίδου δίπλα στον Μικέ («Ο Μικές Παντρέυεται» του 1968)… Αλλά και τα γιουβαρλάκια της στο «Μία τρελή τρελή οικογένεια» (1965) έμειναν εξίσου θρυλικά!
Ακολούθησαν δεκάδες ρόλοι με χαρακτηριστικές εμφανίσεις της, μέχρι την «Αρχόντισσα και τον αλήτη» (1968) που θα τη βάλει στην ανθολογία με τις ατάκες του ελληνικού σινεμά με αυτό το «θέλετε ένα περγαμόντο;». Η τελευταία της ταινία θα έρθει το 1980 («Υποψήφιοι Βουλευτές και Βουλευτίνες»), ενώ δυο χρόνια αργότερα θα κάνει και τη στερνή της εμφάνιση στην τηλεόραση (έχοντας ήδη εμφανιστεί στα «Παιχνιδίσματα» και τη «Γειτονιά»), με τη σειρά της ΥΕΝΕΔ «Κομμωτήριο: Ιστορίες του σεσουάρ». Στην προσωπική της ζωή, η Νίτσα Μαρούδα παντρεύτηκε τον Συμεών Κολοκοτά και το ζευγάρι απέκτησε μια κόρη, την Ιωάννα. Η οποία όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε τον βουλευτή της ΝΔ και πρώην υπουργό Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Η αλαφροΐσκιωτη ξανθούλα και άτακτο κορίτσι της μεγάλης οθόνης συνεργάστηκε με όλη την παλιά και μεγάλη φουρνιά των ηθοποιών μας και, όπως λέει, άλλοτε συγκινείται και άλλοτε γελάει αναπολώντας τα όσα έζησε στα παρασκήνια και τα κινηματογραφικά πλατό. «Έπαιξα πολύ και με τη Λάσκαρη και με τον Αλεξανδράκη και με τον Βουτσά και με τον Βέγγο. Ήταν άνθρωποι ατόφιοι. Απλοί, γεμάτοι αγάπη. Ένιωθες ασφάλεια μαζί τους. Τότε τις ταινίες τις βλέπαμε και σαν χόμπι. Πηγαίναμε εκεί και γελάγαμε. Ήμασταν όλοι μια παρέα», θυμάται με νοσταλγία, απεικονίζοντας έναν άνθρωπο που χόρτασε τη δουλειά του και την επιτυχία. Γι’ αυτό και όταν τη ρώτησαν αν της λείπει η υποκριτική, απάντησε ορθά κοφτά «όχι»! «Πλέον οφείλω να το ομολογήσω και δημοσίως ότι δούλεψα πολύ στη ζωή μου, και στο θέατρο και στον κινηματογράφο», έχοντας χορτάσει χειροκρότημα και δόξες. Γι’ αυτό και από το 1980 αποφεύγει τη δημοσιότητα, αν και ο κόσμος δεν την έχει ξεχάσει: «Μου κάνουν προτάσεις ακόμα και σήμερα, συνεχώς, είτε να εμφανιστώ είτε να παραστώ σε εκδηλώσεις. Δεν πάω. Εγώ τέλειωσα την καριέρα μου και έδωσα ό,τι είχα να δώσω. Ήθελα να μείνω ψηλά στη συνείδηση του κόσμου, τότε που μεσουρανούσα». Και έμεινε… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr