Το άγριο νιάτο της Ιντιάνα που θα αποσπούσε τρία βραβεία πολυτιμότερου παίκτη πρωταθλήματος και άλλους τρεις τίτλους NBA στα 13 χρόνια που θα περνούσε στους Μπόστον Σέλτικς έμελλε να γίνει ένας μύθος του αμερικανικού αλλά και του παγκόσμιου μπάσκετ και να χαρακτηριστεί ως ο καλύτερος λευκός που πέρασε ποτέ από τα παρκέ. Το δίμετρο αυτό παλικάρι που ήθελε μικρός να γίνει σκακιστής άρχισε να παίζει μπάσκετ χωρίς να είναι τίποτα το ιδιαίτερο. Ξεθέωσε όμως τον εαυτό του στις προπονήσεις, κυνηγούσε κάθε χαμένη μπαλιά και έπαιζε πάντα με το μυαλό του, έχοντας τελικά αντίπαλο μόνο τον κακό εαυτό του! Κι όλα αυτά από ένα παιδί με ατσούμπαλο στιλ, έναν αληθινό κρεμανταλά, που έκανε ωστόσο όλες αυτές τις απονενοημένες πάσες και τα σουτ να μοιάζουν τόσο σωστά και συγχρονισμένα λες και ήταν στην εντέλεια υπολογισμένα. Λένε συχνά ότι ο Μπερντ δεν γεννήθηκε με τη μπασκετική μαγεία ενός Τζόρνταν ή ενός Τζόνσον, είχε όμως πάντα το πελώριο μυαλό του να αντισταθμίζει τα κενά αλλά και τη σκληρή δουλειά του μέχρι να φτάσει στην κορυφή του μπασκετικού κόσμου. Ο Λάρι δεν πηδούσε ψηλά, δεν έτρεχε γρήγορα και δεν ήταν εντυπωσιακός, ήταν όμως ουσιαστικότατος και ήξερε καντάρια μπάσκετ. Και έγινε φυσικά τόσο καλός που ο μπασκετικός θρύλος τον θέλει να ενημερώνει τον προσωπικό του αντίπαλο για τον τρόπο με τον οποίο θα σκόραρε, κάτι που έπειτα από λίγα δευτερόλεπτα γινόταν έτσι ακριβώς όπως τον είχε προειδοποιήσει! Όπως είπε ο Χόρας Γκραντ, που βρέθηκε αντίπαλος του Λάρι σε ένα παιχνίδι και του υποσχέθηκε πως δεν θα σκοράρει ούτε πόντο. Ο Μπερντ τον κοίταξε αδιάφορα και του εξήγησε τι είχε σκοπό να κάνει: «Θα κάνω προσποίηση αριστερά και θα σουτάρω με το δεξί» του έλεγε και αυτό ακριβώς έκανε! Σουτέρ φονικός, εξίσου απίστευτος τριποντέρ, σταμάτησε να κατακτά διαγωνισμούς τριπόντων επειδή βαρέθηκε απλώς να παίρνει μέρος. Κι όμως, παρά τη φήμη και τις ικανότητές του ήταν πάντα αντιστάρ, ένας αγέλαστος ξανθός γίγαντας από την Ιντιάνα που βουτούσε πρώτος για την μπάλα και προέβλεπε μαγικά τις φάσεις. Ο Λάρι Μπερντ ήταν το αμερικανικό μπάσκετ με σάρκα και οστά, ένα σωστό ίνδαλμα του παρκέ που ακόμα και σήμερα αναγνωρίζεται ως ο καλύτερος λευκός μπασκετμπολίστας που κόσμησε ποτέ το ΝΒΑ. Εμείς στην Ελλάδα τον ξέρουμε βέβαια και από ένα άλλο, άσχετο με τη σπουδαία καριέρα του, γεγονός, όταν άφησε έξω από τα draft των Σέλτικς τον βασιλιά των ελληνικών παρκέ, Νίκο Γκάλη. Οι Σέλτικς επέλεξαν τον τρίτο σκόρερ του κολεγιακού πρωταθλήματος των ΗΠΑ, Νίκο Γεωργαλή, στα draft του 1979, η θέση του ήταν ωστόσο κάτω από του Μπερντ, που πήρε τελικά το πολυπόθητο συμβόλαιο. «Με επέλεξαν οι Μπόστον Σέλτικς, αλλά ήμουν κάτω από τον Λάρι Μπερντ. Διάλεξαν αυτόν», είπε αργότερα ο Γκάλης για το γεγονός που του στέρησε την πορεία στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου…
Πρώτα χρόνια
Ο Λάρι Τζο Μπερντ γεννιέται στις 7 Δεκεμβρίου 1956 σε κωμόπολη της Ιντιάνα μέσα σε φτωχή οικογένεια της εργατικής τάξης ως ένα από τα έξι παιδιά της. Όπως θυμόταν αργότερα, η μητέρα του έκανε δύο δουλειές για να συντηρήσει τη φαμίλια της, και αυτά τα πρώτα χρόνια της φτώχειας λειτούργησαν ως ισόβιο κίνητρο για τον Λάρι. Οι γονείς του χώρισαν όταν ο Μπερντ πήγε στο Γυμνάσιο και την επόμενη μάλιστα χρονιά ο πατέρας του αυτοκτόνησε, κάτι που σημάδεψε τα εφηβικά του χρόνια. Κι έτσι από το σκάκι στρέφεται στο μπάσκετ για να ξεφύγει από τις προσωπικές τραγωδίες και γίνεται μέσα σε σύντομο διάστημα πολύ καλός. Τόσο καλός που μετατρέπεται στο μεγάλο αστέρι του Γυμνασίου του Σπρινγκς Βάλεϊ και ο κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών του σχολείου! Κι έτσι αποφοιτώντας το 1974 όλοι οι κολεγιακοί δρόμοι είναι ανοιχτοί και οι πανεπιστημιακές υποτροφίες στα πόδια του. Ο Μπερντ γράφεται τελικά στο Indiana University, για να μαθητεύσει δίπλα στον θρυλικό προπονητή Μπομπ Νάιτ, αν και τον πιάνει τρόμος με το πελώριο μέγεθος του πανεπιστήμιου και τις ορδές των φοιτητών, γι’ αυτό και επιστρέφει στο σπίτι του, κάνει μπόλικες δουλειές του ποδαριού και την επόμενη χρονιά εντάσσεται στο εκπαιδευτικό ίδρυμα που θα έγραφε κολεγιακή ιστορία: το Indiana State University. Ο Μπερντ επιλέγεται τελικά στην έκτη θέση των NBA draft από τους «Κέλτες» της Βοστόνης πριν ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του, αν και επιλέγει να επιστρέψει στο Indiana State για έναν ακόμα χρόνο, οδηγώντας την ομάδα των Sycamores στα τελικά του πρωταθλήματος NCAA το 1978-1979. Στον τελευταίο και μοιραίο αγώνα για την πρώτη θέση αντιμετωπίζει τους Michigan State Spartans, μια ομάδα που είχε για αστέρι τον κατοπινό σουπερστάρ του NBA και άσπονδο φίλο του Μπερντ, κάποιον Έρβιν «Μάτζικ» Τζόνσον!
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που οι δυο θρύλοι θα έρχονταν αντιμέτωποι στις μυθικών διαστάσεων μονομαχίες τους, που πυροδότησαν μια κόντρα αλλά και μια φιλία που θα κρατούσε για το σύνολο των καριέρων τους. Ο Τζόνσον και οι Spartans του θριάμβευσαν μεν εκείνη τη χρονιά, ο Λάρι άφησε ωστόσο το Indiana State ως ο πέμπτος κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία του κολεγιακού πρωταθλήματος, αποσπώντας και τρία βραβεία στην πορεία (USBWA College Player of the Year Award, Naismith Award και Wooden Award). Όσο για την κολεγιακή του καριέρα, είχε μέσο όρο 30,3 πόντους, 13,3 ριμπάουντ και 4,6 ασίστ ανά ματς…
Ο Μπερντ βρυχάται στο NBA
Το γεγονός ότι οι Σέλτικς έσπευσαν να καπαρώσουν το ξανθό αστέρι του κολεγιακού μπάσκετ από το 1978, πριν ακόμα ολοκληρώσει δηλαδή τις σπουδές του, έδειχναν από την αρχή την απήχηση του ονόματός του στο επαγγελματικό μπάσκετ, αν και έμελλε να είχε συνέπειες: ο Μπερντ υπογράφει τελικά παχυλό συμβόλαιο με τους Σέλτικς το 1979, έπειτα από πολλές μανατζερίστικες περιπέτειες (3,25 εκατ. δολάρια για πέντε χρόνια ή 650.000 δολάρια τον χρόνο), ως ο πιο ακριβοπληρωμένος μέχρι τότε νεοσύλλεκτος του ΝΒΑ! Το ΝΒΑ φροντίζει πάντως να αλλάξει τον κανονισμό για την επιλεξιμότητα των παικτών και η τροποποίηση μένει γνωστή ως Κολεγιακός Κανόνας Μπερντ.
Ο Λάρι τιμά και με το παραπάνω βέβαια το συμβόλαιο-ρεκόρ του κατά την πρώτη αυτή χρονιά του στα μεγάλα σαλόνια του αμερικανικού μπάσκετ, σκοράροντας 21,3 πόντους κατά μέσο όρο και ολοκληρώνοντας τη χρονιά 1979-1980 με τον τίτλο του Rookie of the Year! Ταυτοχρόνως, είναι ο καλύτερος ριμπάουντερ της ομάδας (10,4 ριμπάουντ ανά παιχνίδι) και ο πρώτος σε κλεψίματα αλλά και συνολικά λεπτά συμμετοχής.
Πριν από το ξεκίνημα της δεύτερης χρονιάς του, οι Σέλτικς αποκτούν τον σέντερ Ρόμπερτ Πάρις αλλά και τον Κέβιν ΜακΧέιλ, δημιουργώντας έτσι τη θρυλική τριάδα που θα έστελνε την ομάδα στην απόλυτη κορυφή. Εκείνη τη σεζόν, οι «Κέλτες» μοστράρουν το πρώτο τους ρεκόρ 61-21 και νικούν τους Χιούστον Ρόκετς, κατακτώντας έτσι το πρώτο πρωτάθλημα του Μπερντ…
Παρέα με τον Μάτζικ Τζόνσον, ο οποίος έκανε επίσης το 1979 την εμφάνισή του στους Λος Άντζελες Λέικερς, ο Μπερντ ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος για την αναζωογόνηση του αμερικανικού πρωταθλήματος κατά τη δεκαετία του 1980, όταν οι Σέλτικς και οι Λέικερς κυριάρχησαν στο άθλημα και έγραψαν αμφότερες τις δικές τους χρυσές σελίδες στην ιστορία του NBA. Ο Μπερντ μετά τη δεύτερη χρονιά του ήταν ήδη γνωστός για την ασίγαστη άμυνά του και την ακόρεστη δίψα του στο σκοράρισμα, αν και ήταν σαφές σε όλους ότι ήταν ιδιαιτέρως αργός. Έπαιζε όμως με πολύ μυαλό και προγραμματισμό διαβάζοντας εκ των προτέρων τη φάση, κι έτσι έμοιαζε να μην έχει αντίπαλο εντός γηπέδου. Επίσης, η συγκέντρωσή του δεν είχε όμοιό της και ο Λάρι θα γινόταν γνωστός ως ο πιο ταγμένος και αποφασιστικός παίκτης του αμερικανικού πρωταθλήματος. Αποτέλεσμα; Οι Σέλτικς έφτασαν στα πλέι-οφ καθεμιάς από τις 13 σεζόν που είχαν στις τάξεις τους τον Μπερντ, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος έχασε λόγω τραυματισμού το μεγαλύτερος μέρος της αγωνιστικής χρονιάς 1988-1989. Στο πλούσιο παλμαρέ του πρόσθεσε τα πρωταθλήματα του 1984 και του 1986, τις 12 συμμετοχές του στην All-Star ομάδα αλλά και τους τρεις συνεχόμενους τίτλους του ως ο πολυτιμότερος παίκτης του ΝΒΑ (από το 1984 ως και το 1986)! Το 1990 άγγιξε το ορόσημο των 20.000 πόντων, αν και μέχρι τότε το δαιμονισμένο σκοράρισμά του είχε καταλαγιάσει εξαιτίας άλλου ενός τραυματισμού του στην πλάτη. Άλλη μια μεγάλη στιγμή του θα λάβει χώρα το καλοκαίρι του 1992, όταν οι ΗΠΑ αποφάσισαν να στείλουν για πρώτη φορά επαγγελματίες παίκτες στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι Λάρι Μπερντ, Μάτζικ Τζόνσον, Μάικλ Τζόρνταν και τα άλλα φόβητρα του αμερικανικού μπάσκετ απαρτίζουν την εθνική ομάδα που έμεινε γνωστή ως «Dream Team» και κατακτούν εύκολα το χρυσό μετάλλιο.
Τότε, λίγες εβδομάδες αργότερα, ο Λάρι Μπερντ ανακοινώνει το τέλος της ξακουστής του καριέρας. Το ημερολόγιο έγραφε 18 Αυγούστου 1992 όταν κρέμασε οριστικά τα παπούτσια του, ολοκληρώνοντας μια σπουδαία σταδιοδρομία στα παρκέ με εντυπωσιακότατα στατιστικά 24,6 πόντων και 10 ριμπάουντ ανά ματς. Όσο για τη θρυλική ευστοχία του, αποκρυσταλλώθηκε στο 49,6% ευστοχία στα σουτ δύο πόντων και στο 37,6 στα σουτ τριών πόντων. Οι Σέλτικς απέσυραν τη φανέλα με το νούμερο 33 μετά την αποχώρησή του…
Νέα καριέρα ως προπονητής και πρόεδρος
Το επόμενο κεφάλαιο του Μπερντ ξεκινά πάλι στους Σέλτικς, καθώς τα πέντε επόμενα χρόνια θα τα περάσει ως παράγοντας της ομάδας και άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Από τη λατρεμένη του ομάδα θα φύγει μόνο το 1997, όταν οι Ιντιάνα Πέισερς θα του προσφέρουν τη θέση του προπονητή, κάνοντάς τον να επιστρέψει στα γνώριμα λημέρια της γενέτειράς του. Παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμιά προπονητική εμπειρία, ο «ξανθός» θα οδηγήσει τους Πέισερς σε ρεκόρ 58-24 κατά τη σεζόν 1997-1998, κατακτώντας τον τίτλο του Προπονητή της Χρονιάς. Αφού οδήγησε την ομάδα του στους τελικούς του ΝΒΑ το 2000, παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του ως βασικός προπονητής.
Όχι ότι θα σταματούσε φυσικά την εμπλοκή του με το μπάσκετ, καθώς το 2003 θα επιστρέψει στους Ιντιάνα Πέισερς ως πρόεδρος των μπασκετικών δραστηριοτήτων. Όταν στο τέλος της σεζόν 2011-2012 θα χριστεί Στέλεχος της Χρονιάς, θα γίνει ο μόνος άνθρωπος του NBA που βραβεύτηκε ποτέ με τους τίτλους του Πολυτιμότερου Παίκτη, Προπονητή και Στελέχους της Χρονιάς!Και βέβαια παρά το γεγονός ότι ανακοίνωσε την εκ νέου αποχώρησή του από το επαγγελματικό μπάσκετ στα τέλη του 2012, το καλοκαίρι του 2013 επέστρεψε ως πρόεδρος των Πέισερς.
Προσφάτως, ο Μπερντ αποκάλυψε σε μια συγκλονιστική συνέντευξή του ότι προετοιμάζεται για τον θάνατό του. Στα 60 του χρόνια πια, νιώθει ότι δεν έχει πολλά ψωμιά ακόμα, καθώς οι αρρυθμίες έχουν κάνει και πάλι την εμφάνισή τους. Ο Λάρι Μπερντ έμαθε να ζει με το πρόβλημα της διογκωμένης καρδιάς του ήδη από τις μέρες της δόξας του. Το 1998 μάλιστα λίγο έλειψε να σβήσει στο γήπεδο στους τελικούς των Πέισερς με τους Μπουλς: «Έχω πει στη γυναίκα μου να είναι έτοιμη. Δεν υπάρχουν πολλοί ψηλοί στο ΝΒΑ, πάνω από τα 2,10, που να έφτασαν τα 75 χρόνια ζωής. Εκείνη το μισεί, αλλά έτσι είναι. Πάντως δεν ξαγρυπνώ τα βράδια. Αν είναι να γίνει, θα γίνει». Ο Μπερντ παντρεύτηκε τη δεύτερη σύζυγό του το 1989 και υιοθέτησε δύο παιδιά, ενώ από τον πρώτο του γάμο έχει και μια βιολογική κόρη. Στα μικρά ενσταντανέ του πάντα ετοιμόλογου Λάρι Μπερντ δεν μπορούμε να μη μνημονεύσουμε το περιστατικό που διηγήθηκε ο παλιός προπονητής των Σέλτικς, Κέισι Τζόουνς. Σε ένα ματς λοιπόν κόντρα στο Σιάτλ, όταν είχαν απομείνει πέντε δευτερόλεπτα και το σκορ ήταν ισόπαλο, ο προπονητής παίρνει τάιμ άουτ και αποφασίζει να μη σουτάρει ο Μπερντ το τελευταίο σουτ. Δίνοντας λοιπόν τις οδηγίες του, ο Λάρι σηκώνεται και διαμαρτύρεται: «Γιατί να μην πάρω εγώ την μπάλα και οι άλλοι απλά να εξαφανιστούν από μπροστά μου;». Ο Κέισι Τζόουνς τον αγριοκοίταξε για μια στιγμή και του απάντησε: «Λάρι, εγώ είμαι ο προπονητής, εγώ αποφασίζω». Αμέσως μετά γύρισε προς τους παίκτες του και τους διαμήνυσε: «Λοιπόν, ο Λάρι θα πάρει την μπάλα και οι υπόλοιποι απλά εξαφανίζεστε από μπροστά του». Κι αν πρέπει να το πούμε, ναι, το έβαλε… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr