Η ναυαρχίδα του μυθικού πια Χένρι Μόργκαν, η διαβόητη «Ικανοποίηση», που χάθηκε στα ανοιχτά του Παναμά το 1671, εντοπίστηκε το 2011 από αμερικανούς αρχαιολόγους, αναβιώνοντας τη φοβερή δράση του πειρατικού στολίσκου του ουαλού κουρσάρου στα νερά της Καραϊβικής. Τα αμπάρια του ήταν γεμάτα από σφραγισμένα μπαούλα και τα κανόνια φάνταζαν ετοιμοπόλεμα σαν άλλοτε, όταν ο Κάπτεν Μόργκαν λυμαίνονταν τα νερά της Καραϊβικής προκαλώντας αλλεπάλληλα εμφράγματα στην ισπανική αυτοκρατορία. Όταν το 1671 ο σερ Μόργκαν λεηλάτησε και την απόρθητη πόλη του Παναμά, η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, αν και θα ήταν η κακοκαιρία αυτή που θα βύθιζε ένα καλό μέρος του πειρατικού του στόλου, καθώς τα μανιασμένα καιρικά στοιχεία ήταν ο μόνος ίσως αξιόμαχος αντίπαλος του επικών διαστάσεων πειρατή. Κανείς δεν μπορούσε να κλέψει την κουρσάρικη φήμη του Κάπτεν Μόργκαν στα ταραγμένα νερά της Καραϊβικής εκεί στα τέλη του 17ου αιώνα, όταν ο αγγλικός στόλος έκανε διακριτικά τα στραβά μάτια αφήνοντας τον ουαλό συνέταιρο να φέρνει τον όλεθρο και την καταστροφή στο ισπανικό εμπόριο και τις σπανιόλικες αποικίες. Με τον τζαμαϊκανό στόλο του, λεηλατούσε τις ισπανικές πόλεις στις ακτές του Κόλπου του Μεξικού και τσιμπούσε τις ισπανικές γαλέρες που μετέφεραν τους θησαυρούς από τις αποικίες του Νέου Κόσμου, γεννώντας μια από τις θρυλικότερες κουρσάρικες καριέρες που έβλεπε ποτέ ο κόσμος. Αν και η διπλωματία θα ήταν αυτή που θα προσυπέγραφε το τέλος της κουρσάρικης σταδιοδρομίας του: μετά το σύμφωνο ειρήνης που υπέγραψαν Άγγλοι και Ισπανοί το 1670, ο σερ Χένρι συνελήφθη μεν, αν και κατάφερε να πείσει τον βρετανό μονάρχη να τον στέψει ιππότη, να τον κάνει υποδιοικητή της Τζαμάικα και να τον εξουσιοδοτήσει να εξαλείψει τώρα την πειρατεία! Εκεί που κάποτε παρενοχλούσε το εμπόριο των Δυτικών Ινδιών και οι πηγές τον θέλουν να έχει λεηλατήσει περισσότερα από 400 ισπανικά πλοία, καταφέρνοντας ακόμα και τον Παναμά να αιχμαλωτίσει με 30 πλοία και 1.000 άντρες(!), τώρα ήταν επίσημος αξιωματούχος του βρετανικού στέμματος ζώντας βασιλικά από τη λεία που είχε αποκομίσει. Κανείς δεν ξέχασε φυσικά ποιος ήταν ο υποκυβερνήτης σερ Μόργκαν, καθώς ο θρύλος τον ακολουθούσε κατά πόδας. Μετά τον θρυλικό Μαυρογένη και τον τρομερό Κοκκινογένη, ας δούμε λοιπόν τον τρίτο μεγάλο της εποχής των κουρσάρων…
Πρώτα χρόνια
Ο Χένρι Μόργκαν γεννιέται περί το 1635 σε κωμόπολη της Ουαλίας ως γιος ενός μικροϊδιοκτήτη γης, έχοντας πάντως στην ευρύτερη οικογένειά του τοπικούς άρχοντες και κρατικούς αξιωματούχους. Για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι τίποτα γνωστό ή επιβεβαιωμένο και για την άφιξή του στον Νέο Κόσμο κυκλοφορούν δύο δημοφιλείς εκδοχές, αν και καμία δεν μπορεί να επαληθευτεί. Είτε λοιπόν πήγε στα Μπαρμπέιντος ως μισθωμένος εργάτης και εντάχθηκε αργότερα στην -αποτυχημένη- αγγλική εκστρατεία για την κατάληψη της Ισπανιόλας το 1655, ώστε να γλιτώσει τον κάματο της χειρωνακτικής εργασίας, είτε εντάχθηκε στο βρετανικό πλήρωμα ήδη από την προηγούμενη χρονιά του σχηματισμού του στο Πλίμουθ. Όπως κι αν έχει, ο 20χρονος Μόργκαν καταφτάνει στον Νέο Κόσμο με το απόσπασμα του Βασιλικού Ναυτικού που έψαχνε να κατακτήσει την Ισπανιόλα και αργότερα να εισβάλει στην Τζαμάικα. Την Ισπανιόλα δεν την κατέλαβαν οι Άγγλοι, πήραν όμως από τους Ισπανούς την Τζαμάικα, όπου και εγκαταστάθηκε ο Χένρι περιμένοντας τον θείο του, Έντουαρντ Μόργκαν, ο οποίος διορίστηκε αναπληρωτής κυβερνήτης της βρετανικής πια αποικίας όταν ο βασιλιάς Κάρολος Β’ επέστρεψε στον θρόνο του το 1660. Εκεί θα παντρευτεί τη μεγαλύτερη ηλικιακά ξαδέρφη του, Μέρι Ελίζαμπεθ, εξασφαλίζοντας ισοβίως την εύνοια του υψηλόβαθμου αξιωματούχου θείου του. Διαβλέποντας την ευκαιρία πλουτισμού, θα ενταχθεί αμέσως στους μισθωμένους από τη βρετανική κυβέρνηση κουρσάρικους στόλους, που είχαν πλέον τη βασιλική εξουσιοδότηση να επιτίθενται στα ισπανικά συμφέροντα. Έχοντας διακριθεί στις μάχες της Ισπανιόλας και με τις διασυνδέσεις του θείου του, ο Μόργκαν αναλαμβάνει τα ηνία δικού του καραβιού στον πειρατικό στόλο του Κρίστοφερ Μινγκς το 1662-1663, κολλώντας το «κάπτεν» πριν από το «Μόργκαν»…
Ο Κάπτεν Μόργκαν χτίζει τη φήμη του
Μετά τις επιτυχημένες αποστολές λεηλασίας του Μινγκ στο Σαντιάγκο της Κούβας και στα παράλια του Μεξικού, ο Μόργκαν επιστρέφει στη θάλασσα στα τέλη του 1663. Σαλπάροντας με τον στολίσκο του μισθωμένου κουρσάρου Τζακ Μόρις, ο Μόργκαν διακρίνεται και πάλι στη λεηλασία μεξικανικών πόλεων, αν και επιστρέφοντας στα καράβια τους οι κουρσάροι βλέπουν έντρομοι πως είχαν κατασχεθεί από τις ισπανικές δυνάμεις. Απτόητος ο Κάπτεν Μόργκαν και τα τσιράκια του, καταφέρνουν να κλέψουν δυο ισπανικά πλοία και συνεχίζουν τις λεηλασίες και τις καταστροφές στις ισπανικές αποικίες του Μεξικού, πριν επιστρέψει ο Κάπτεν θριαμβευτής στο Πορτ Ρουαγιάλ της Τζαμάικα. Τα τέλη του 1665 θα τον ξαναβρούν στο νερό, εκστρατεύοντας τώρα στο πλευρό του Έντουαρντ Μάνσφιλντ κατά νησιών της Καραϊβικής. Η αποστολή, που έφερε τη σφραγίδα του κυβερνήτη της Τζαμάικα, κατάφερε να θέσει υπό αγγλικό ζυγό πολλά νησάκια, αν και έμεινε ακέφαλη όταν ο Μάνσφιλντ έπεσε στα χέρια των Σπανιόλων. Με τον αρχηγό τους νεκρό, οι πειρατές ανακηρύσσουν τον Κάπτεν Μόργκαν αρχικουρσάρο, ο οποίος με τις τόσες επιτυχίες στη φαρέτρα του πείθει τον κυβερνήτη της Τζαμάικα να χρηματοδοτήσει νέες αποστολές κατά των Ισπανών. Προσωπικός φίλος τώρα του κυβερνήτη, αριθμεί έναν στολίσκο 10 καραβιών και 500 αντρών, με τον οποίο ορμά το 1667 σε κουβανική πόλη για να απελευθερώσει αιχμάλωτους άγγλους στρατιώτες. Ταυτόχρονα βέβαια με την αποστολή διάσωσης, οι άντρες του λεηλατούν την πόλη και συγκεντρώνουν μια γερή λεία. Την ίδια μάλιστα εποχή, κατά τον δεύτερο Αγγλο-Ολλανδικό Πόλεμο του 1665-1667, ο Μόργκαν υπηρέτησε ως αντιναύαρχος του βρετανικού στόλου στις επιχειρήσεις του Βασιλικού Ναυτικού κατά των ολλανδικών αποικιών της Καραϊβικής! Τώρα βέβαια είχε απόλυτη ελευθερία στις κουρσάρικες επιθέσεις του και ο τρόπος δράσης του συγκεκριμενοποιήθηκε στο ίδιο μοτίβο: ο Μόργκαν και οι άντρες του ορμούσαν στις ισπανικές πόλεις, ξέκαναν τη φρουρά και τις καταλάμβαναν. Μετά απέκρουαν την ισπανική αντεπίθεση για την ανακατάληψη της πόλης και εγκατέλειπαν τελικά την κτήση αφού λάμβαναν γενναία αμοιβή από το ισπανικό στέμμα. Παρά το γεγονός ότι ένα σεβαστό ποσοστό των λύτρων για την απελευθέρωση των ισπανικών αποικιών το κρατούσε πια για τον εαυτό του και τους πειρατές του, επέστρεφε πια στην Τζαμάικα ως εθνικός ήρωας και τα κατορθώματά του τραγουδιόνταν τόσο στις βρετανικές αποικίες όσο και στο ίδιο στο επιτελείο του Βασιλικού Ναυτικού! Εξέχουσα θέση είχε η ιδιαιτέρως τολμηρή κίνησή του να εισβάλει και να κατακτήσει τελικά το καλά φρουρούμενο οχυρό του Πορτομπέλο στον Ισθμό του Παναμά. Τον Ιανουάριο του 1669, ο Μόργκαν εκστράτευσε κατά των ισπανικών θέσεων σε Βενεζουέλα και Κολομβία, έχοντας τώρα στο στόχαστρο την κολομβιανή Καρταχένα. Αν και η ναυαρχίδα του, η «Οξφόρδη», εξερράγη και έστειλε στον άλλο κόσμο τους 300 από τους 900 άντρες του, αναγκάζοντάς τον να ματαιώσει τα σχέδια για την εισβολή στην Καρταχένα, στρεφόμενος τώρα στα ανατολικά. Αφού λεηλάτησε το Μαρακαΐμπο της Βενεζουέλας και δεν άφησε ούτε δείγμα χρυσού, σάλπαρε νότια στη Λίμνη Μαρακαΐμπο και κατέλαβε το Γιβραλτάρ και άλλες ισπανικές αποικίες, περνώντας αρκετές βδομάδες στη στεριά το 1669, πριν ξαναβγεί στη θάλασσα και κατευθυνθεί βόρεια. Επιστρέφοντας στην Καραϊβική με τρεις ισπανικές γαλέρες φορτωμένες με τη λεία του, είχε ενθρονίσει τον τρόμο σε όλη την ακτή της Βενεζουέλας! Όπως και σε κάθε επιστροφή του στην Τζαμάικα, έγινε δεκτός με ενθουσιασμό και κρατικές φιέστες, αν και ο κυβερνήτης τον επέπληξε για την πρωτοβουλία του να εκστρατεύσει χωρίς εξουσιοδότηση κατά της Βενεζουέλας. Παρά ταύτα, έστεψε τον ξακουστότερο πειρατή της Καραϊβικής ναύαρχο όλων των πολεμικών στολίσκων της Τζαμάικα και του έδωσε τώρα λευκή επιταγή να φέρει τον πόλεμο στα ισπανικά παράλια όπως και για όσο ήθελε!
Η επίθεση στον Παναμά που γέννησε έναν θρύλο
Τον Αύγουστο του 1670, ο Κάπτεν Μόργκαν θα κατέπλεε για την αποστολή της ζωής του με 36 κουρσάρικα και σχεδόν 2.000 ναύτες. Αφού ανακατέλαβε πλήθος νησιών της Καραϊβικής, όπως τη Σάντα Καταλίνα τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, έστρεψε τώρα την προσοχή του στον Παναμά, το περιβόητο προπύργιο της ισπανικής αυτοκρατορίας στην Αμερική. Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, είχε καταλάβει ένα κάστρο στις ακτές του Παναμά και φλέρταρε τώρα με την ιδέα της ολομέτωπης επίθεσης στην πρωτεύουσα. Μέχρι τις 18 Ιανουαρίου 1671, είχε ανέβει με χίλιους άντρες τον ποταμό που οδηγούσε στην Πόλη του Παναμά, λειτουργώντας τώρα ως στρατηγός: αφού χώρισε τις δυνάμεις του σε δύο ομάδες, διέταξε τη μία να βαδίσει μέσα από το δάσος ώστε να κρυφτούν από τους Σπανιόλους, την ίδια στιγμή που ο ίδιος ηγήθηκε της ευθείας επίθεσης στην πόλη. Το τέχνασμά του πέτυχε: οι 1.500 πάνοπλοι ισπανοί υπερασπιστές βγήκαν από τα τείχη για να ξεκάνουν εύκολα τους 500 άντρες του, αν και στο δάσος καραδοκούσαν άλλοι τόσοι, που αιφνιδίασαν τους Κονκισταδόρες και μετέτρεψαν τη μάχη σε σφαγή. Ο Μόργκαν μπήκε κατόπιν ανενόχλητος στην πόλη και έβαλε στο χέρι αμύθητους θησαυρούς και όσο χρυσάφι είχε ποτέ ονειρευτεί. Παρά το γεγονός ότι δεν συνάντησε αντίσταση, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον Παναμά η πόλη κάηκε, αν και για τους λόγους της πυρκαγιάς ιστορική συναίνεση δεν υπάρχει. Λέγεται μάλιστα ότι κατά το ταξίδι της επιστροφής, ο Μόργκαν εγκατέλειψε τους άντρες του και διέφυγε με το μεγαλύτερο μέρος της λείας. Όπως κι αν έχει, επιστρέφοντας στην Τζαμάικα έμαθε τα τραγικά για τον ίδιο νέα: οι Άγγλοι είχαν υπογράψει εντωμεταξύ συνθήκη ειρήνης με τους Ισπανούς, κι έτσι η όλη εκστρατεία του -που δεν είχε βασιλική εξουσιοδότηση παρά μόνο τον προφορικό λόγο του κυβερνήτη της Τζαμάικα- θεωρήθηκε ότι αντιστρατευόταν τα βρετανικά συμφέροντα! Πόσο μάλλον που ο άγγλος κυβερνήτης της Τζαμάικα είχε ήδη ανακληθεί από τα καθήκοντά του, την ίδια στιγμή που εκδόθηκε διάταγμα για τη σύλληψη του Κάπτεν Μόργκαν! Χωρίς να φέρει αντίσταση, ο Μόργκαν συνελήφθη στις 4 Αυγούστου 1672 και πήρε αμέσως τον δρόμο της επιστροφής στην Αγγλία για να δικαστεί…
Τελευταία ένδοξα χρόνια
Στην πολύκροτη δίκη του, καθώς όλοι στην πατρίδα ήθελαν να δουν με τα μάτια τους τον τρομερό κουρσάρο, ο Μόργκαν κατάφερε να αποδείξει ότι δεν γνώριζε για το σύμφωνο ειρήνης όσο λεηλατούσε τον Παναμά, κι έτσι αθωώθηκε πανηγυρικά, αν και σχετικά εύκολα. Σύντομα βέβαια η εύθραυστη ειρήνη μεταξύ Βρετανών και Ισπανών θα έφτανε στο απρόοπτο τέλος της, κι έτσι ο βασιλιάς Κάρολος Β’ αναγκάστηκε να τον χρησιμοποιήσει για άλλη μια φορά. Αφού τον έστεψε Ιππότη του Βρετανικού Στέμματος το 1674, τον ξαπέστειλε πίσω στην Τζαμάικα ως υποκυβερνήτη! Επιστρέφοντας στο νησί που ήταν εδώ και χρόνια θρύλος, ο Μόργκαν ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με τα οχυρωματικά έργα της Τζαμάικα αλλά και το ξεθεμελίωμα της πειρατείας που έκανε κακόφημα τα νερά, δείχνοντας φυσικά ιδιαίτερη επιμέλεια στην ανάπτυξη της φυτείας ζάχαρης που είχε πάρει ως βασιλικό δώρο. Μέχρι να χάσει την εύνοια του Καρόλου το 1681 και να απομακρυνθεί από τα κυβερνητικά του καθήκοντα το 1683, η φυτεία του ήταν τώρα τεράστια και ο ίδιος ζούσε μέσα στα πλούτη και τις ανέσεις, έχοντας πάντα την πειρατική του λεία για τις δύσκολες στιγμές. Το 1688 επανήλθε στη θέση του υποκυβερνήτη, αν και δεν έμελλε να τη χαρεί, καθώς μέχρι τότε η υγεία του είχε κλονιστεί ανεπανόρθωτα και πέθανε τελικά στις 25 Αυγούστου 1688, ως ένας από τους πιο πετυχημένους και αδίστακτους πειρατές που βγήκαν ποτέ στα ανοιχτά της Καραϊβικής. Οι παρατραβηγμένες και εν πολλοίς υπερβολικές περιγραφές που διηγήθηκαν οι άντρες του για τα κατορθώματά του κατέληξαν στη διαχρονική φήμη του Κάπτεν Μόργκαν ως του πιο ανηλεούς και αιμοδιψούς πειρατή του καιρού του… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr