Ο μοναδικός παγκόσμιος πρωταθλητής που ξεπήδησε από την Ιταλία ήταν ένας αθεράπευτα προληπτικός οδηγός που έμελλε να σκοτωθεί σε μια αγωνιστική μέρα με πάμπολλες τραγικές συμπτώσεις. Συνώνυμο κάποτε της ταχύτητας και σύμβολο ενός έθνους, ο δύο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής της Formula 1 (1952 και 1953) μέσα στην κατακόκκινη Ferrari του ήταν μια εικόνα που δύσκολα ξεχνά ο λάτρης της ταχύτητας. Όπως εξάλλου το έλεγε καλύτερα και ο Έντζο Φερράρι: «Όταν προπορευόταν, δεν μπορούσες εύκολα να τον περάσεις. Πράγματι, ήταν πρακτικά αδύνατο να τον περάσεις». Ο Ασκάρι έτρεξε με μοτοσικλέτες, έτρεξε με Ferrari (1949- 1954), έτρεξε με Maserati και Lancia και πήρε όσα θα μπορούσε να πάρει ο ραλίστας της εποχής του. Ο χαρισματικός οδηγός ακολούθησε την τραγική μοίρα του επίσης ραλίστα πατέρα του και κορυφαίου ονόματος της εποχής, Αντόνιο Ασκάρι, ο οποίος σκοτώθηκε στα 36 του. Όμοια και ο προληπτικός γιος έμελλε να χάσει τη ζωή του στα 36 του χρόνια στη Μόντζα, σε μια μέρα ασυνήθιστη με τραγικές συμπτώσεις…
Πρώτα χρόνια
Η γέννηση του θρύλου
Παρά ταύτα, το πρωτάθλημα το κέρδισε περπατώντας και ένας μύθος είχε μόλις γεννηθεί…
Τον άθλο τον επανέλαβε και την επόμενη χρονιά, παρά τον δυσκολότερο ανταγωνισμό της Maserati. Ο Ασκάρι όμως κάλπαζε και τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει! Εντελώς αναπάντεχα και αντίθετα από τους άλλους οδηγούς, έμοιαζε χαλαρός και ήρεμος μόνο όταν προπορευόταν της κούρσας, ενώ όταν βρισκόταν στις πίσω θέσεις δεν έδειχνε συνήθως τον καλύτερό του εαυτό. Ο οδηγός με το χαρακτηριστικό θαλασσί κράνος και το ασορτί πουκάμισο στο κατακόκκινο αυτοκίνητο προηγούνταν όμως σε όλους τους αγώνες. Και ήταν πραγματικά άπιαστος…
Το τραγικό τέλος
Την επόμενη αγωνιστική χρονιά τα τρία Lancia πήγαιναν καλά και έδειχναν ικανά να υποτάξουν τα γερμανικά θηρία, αν και οι νίκες ήταν φειδωλές εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων. Στο Gran Prix του Μονακό το 1955, τον τελευταίο αγώνα της καριέρας του, προπορευόταν συνεχώς αν και έμελλε να μην τερματίσει πέφτοντας επεισοδιακά με το μονοθέσιό του στο νερό! Απεγκλωβίστηκε από το Lancia και κολύμπησε προς την προβλήτα, γλιτώνοντας τη ζωή του με μοναδικό παράσημο μια σπασμένη μύτη. Κι όμως, τέσσερις μέρες μετά θα έχανε τη ζωή του δοκιμάζοντας ένα μονοθέσιο…
Ήταν στη Μόντζα στις 26 Μαΐου 1955, τέσσερις μέρες μετά το σοβαρό τροχαίο του, με τον Ασκάρι να παρακολουθεί τα δοκιμαστικά τοπικής κούρσας. Πριν φύγει για να γευματίσει με την οικογένειά του, αποφασίζει να δοκιμάσει τη νέα Ferrari του καλού του φίλου Καστελότι. Φορούσε παντελόνι, πουκάμισο και το κράνος του Καστελότι, όχι το γούρικο δικό του. Στον τρίτο γύρο έχασε τον έλεγχο σε μια κλειστή στροφή και πέθανε λίγα λεπτά αργότερα υποκύπτοντας στα τραύματά του. Ήταν 36 χρονών και στη μέση μιας καριέρας που έμοιαζε ακμαία.
Ο Ασκάρι άφησε πίσω γυναίκα και δύο ορφανά, όπως ακριβώς και ο πατέρας του. Αντόνιο και Αλμπέρτο Ασκάρι ήταν αμφότεροι 36 χρονών όταν σκοτώθηκαν, έφυγαν από τον κόσμο και οι δύο στις 26 Ιουλίου σε μια γρήγορη αριστερή στροφή, τέσσερις μέρες ακριβώς μετά τα σοβαρά ατυχήματα που είχαν υποστεί.