Ο μοναδικός παγκόσμιος πρωταθλητής που ξεπήδησε από την Ιταλία ήταν ένας αθεράπευτα προληπτικός οδηγός που έμελλε να σκοτωθεί σε μια αγωνιστική μέρα με πάμπολλες τραγικές συμπτώσεις. Συνώνυμο κάποτε της ταχύτητας και σύμβολο ενός έθνους, ο δύο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής της Formula 1 (1952 και 1953) μέσα στην κατακόκκινη Ferrari του ήταν μια εικόνα που δύσκολα ξεχνά ο λάτρης της ταχύτητας. Όπως εξάλλου το έλεγε καλύτερα και ο Έντζο Φερράρι: «Όταν προπορευόταν, δεν μπορούσες εύκολα να τον περάσεις. Πράγματι, ήταν πρακτικά αδύνατο να τον περάσεις». Ο Ασκάρι έτρεξε με μοτοσικλέτες, έτρεξε με Ferrari (1949- 1954), έτρεξε με Maserati και Lancia και πήρε όσα θα μπορούσε να πάρει ο ραλίστας της εποχής του. Ο χαρισματικός οδηγός ακολούθησε την τραγική μοίρα του επίσης ραλίστα πατέρα του και κορυφαίου ονόματος της εποχής, Αντόνιο Ασκάρι, ο οποίος σκοτώθηκε στα 36 του. Όμοια και ο προληπτικός γιος έμελλε να χάσει τη ζωή του στα 36 του χρόνια στη Μόντζα, σε μια μέρα ασυνήθιστη με τραγικές συμπτώσεις…
Πρώτα χρόνια
Ο Αλμπέρτο Ασκάρι γεννιέται στο Μιλάνο στις 13 Ιουλίου 1918 ως γιος του μεγαλύτερου ιταλού οδηγού αγώνων ταχύτητας του καιρού, του ζωντανού θρύλου Αντόνιο Ασκάρι. Ο μικρός μεγαλώνει έτσι μέσα στα σιρκουί και κολλάει το μικρόβιο της αγωνιστικής οδήγησης, αν και η μοίρα είχε τις δικές της βουλές: την παραμονή των έβδομων γενεθλίων του Αλμπέρτο, ο Αντόνιο Ασκάρι σκοτώνεται σε τραγικό δυστύχημα στο γαλλικό Grand Prix την ώρα που προπορευόταν. Κι έτσι για τον Αλμπέρτο η αγωνιστική οδήγηση μετατράπηκε τώρα σε συμβόλαιο τιμής, καθώς το πάθος του για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό συνδέθηκε με την οικογενειακή τραγωδία. Τώρα έκανε σκασιαρχείο από το σχολείο για να βρεθεί στα συνεργεία αλλά και τα πληρώματα των ιταλικών ομάδων, καθώς το όνομα Ασκάρι παραήταν δημοφιλές για να μείνει ο μικρός στην απέξω. Με την πρώτη ευκαιρία αγοράζει μια μοτοσικλέτα και ρίχνεται με τα μούτρα στους αγώνες, όπου παρά την κοντόχοντρη σιλουέτα του δρέπει δάφνες. Κάποια στιγμή ο φίλος του πατέρα του και «πατριάρχης» της ιταλικής σπορ οδήγησης Έντζο Φερράρι τον καλεί κοντά του και του δίνει την ευκαιρία να τρέξει στον αγώνα αντοχής Mille Miglia το 1940 με Ferrari! Αυτός ήταν ο θεμέλιος λίθος για μια τεράστια καριέρα που μόλις ξεκινούσε. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε μια όμορφη Μιλανέζα και απέκτησε δύο παιδιά, για χάρη των οποίων εγκατέλειψε προσωρινά τις πίστες, έτσι ταγμένος οικογενειάρχης καθώς ήταν…
Η γέννηση του θρύλου
Το μικρόβιο του Ασκάρι για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει για πολύ μακριά από τα σιρκουί και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πιάνει και πάλι δουλειά. Το 1947 επιστρέφει κανονικά και τρέχει με Maserati στις πίστες της βόρειας Ιταλίας, αποκτώντας σχεδόν αμέσως φανατικό κοινό. Τώρα όλοι τον ξέρουν και τον φωνάζουν χαϊδευτικά «Ciccio» («Βαρελάκι» δηλαδή). Το 1948 αποδεικνύεται και πάλι πετυχημένη χρονιά για τον νεαρό οδηγό, ο οποίος είναι τώρα στο βολάν της βελτιωμένης Maserati San Remo, αλλά και ενός Alfa Romeo 158, με το οποίο βγήκε τρίτος στο γαλλικό Gran Prix. Οι επιτυχίες του στα σιρκουί θα τον έφερναν κάποια στιγμή στο στόχαστρο του Έντζο, καλού φίλου του Αντόνιο Ασκάρι, ο οποίος του προσφέρει συμβόλαιο για τη Ferrari το 1949. Ο Ασκάρι τον ξεπληρώνει με πέντε νίκες εκείνη τη χρονιά, συν μία ακόμα στο αργεντινό Gran Prix του Μπουένος Άιρες. Το 1950, τη χρονιά που ντεμπούταρε το παγκόσμιο πρωτάθλημα της Formula 1, ο Ασκάρι μέτρησε εννιά νίκες με την κόκκινη Ferrari του και το 1951 άλλες έξι, παρά το γεγονός ότι η Ferrari υπολειπόταν κατά πολύ των φοβερών μονοθέσιων της Alfa Romeo, 158 και 159. Το 1952, με τις ίδιες αγωνιστικές συνθήκες, κατάφερε να αποσπάσει 12 νίκες, παρά το γεγονός ότι έχασε την πρώτη φάση του πρωταθλήματος γιατί αγωνιζόταν με μια θηριώδη Ferrari στην Indianapolis!
Παρά ταύτα, το πρωτάθλημα το κέρδισε περπατώντας και ένας μύθος είχε μόλις γεννηθεί…
Τον άθλο τον επανέλαβε και την επόμενη χρονιά, παρά τον δυσκολότερο ανταγωνισμό της Maserati. Ο Ασκάρι όμως κάλπαζε και τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει! Εντελώς αναπάντεχα και αντίθετα από τους άλλους οδηγούς, έμοιαζε χαλαρός και ήρεμος μόνο όταν προπορευόταν της κούρσας, ενώ όταν βρισκόταν στις πίσω θέσεις δεν έδειχνε συνήθως τον καλύτερό του εαυτό. Ο οδηγός με το χαρακτηριστικό θαλασσί κράνος και το ασορτί πουκάμισο στο κατακόκκινο αυτοκίνητο προηγούνταν όμως σε όλους τους αγώνες. Και ήταν πραγματικά άπιαστος…
Το τραγικό τέλος
Το 1954 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τον δύο φορές παγκόσμιο πρωταθλητή: είχε εγκαταλείψει τη Ferrari στο τέλος του 1953 και την Πρωτοχρονιά του 1954 υπέγραψε με τη φιλόδοξη Lancia, η οποία είχε μόλις φτιάξει ένα καινοτόμο μονοθέσιο για τα Grand Prix της μεγάλης κατηγορίας. Η πρόοδος των μηχανικών ήταν όμως αργή και το ντεμπούτο του νέου αγωνιστικού έπαιρνε συνεχώς αναβολές. Κι όλα αυτά την ώρα που η Mercedes Benz ανακοίνωνε το νέο της μονοθέσιο που θα έστελνε σπίτι του τον ανταγωνισμό, με τον πανικό να βασιλεύει στην αγωνιστική επικράτεια της βόρειας Ιταλίας. Κι έτσι η Lancia αποδέσμευσε τον Ασκάρι για να αγωνιστεί με το νέο μονοθέσιο 250F της Maserati και να βάλει στη θέση τους τους προκλητικούς Γερμανούς. Τα γερμανικά μονοθέσια αποδείχθηκαν ωστόσο ανώτερα και ο Ασκάρι ακολούθησε τη μοίρα όλων των άλλων οδηγών, που δεν μπορούσαν να συμβαδίσουν με τον δαιμονισμένο ρυθμό των Mercedes. Έπειτα από μια σειρά αποτυχιών για τη Maserati, ο Ασκάρι δανείστηκε μια Ferrari για το ιταλικό GP, μπας και καταφέρει να νικήσει τα γερμανικά θηρία. Παρά το γεγονός ότι προπορευόταν, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει στον γύρο 49 προδομένος από τον ιταλικό κινητήρα. Τα δυο μονοθέσια της Lancia εμφανίστηκαν άρον-άρον και πάνω στην ώρα για τον τελευταίο αγώνα της χρονιάς, στο GP της Ισπανίας, με τον Ασκάρι να προηγείται και με διαφορά για εννιά γύρους, όταν προδόθηκε και πάλι από μηχανικό πρόβλημα στον συμπλέκτη.
Την επόμενη αγωνιστική χρονιά τα τρία Lancia πήγαιναν καλά και έδειχναν ικανά να υποτάξουν τα γερμανικά θηρία, αν και οι νίκες ήταν φειδωλές εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων. Στο Gran Prix του Μονακό το 1955, τον τελευταίο αγώνα της καριέρας του, προπορευόταν συνεχώς αν και έμελλε να μην τερματίσει πέφτοντας επεισοδιακά με το μονοθέσιό του στο νερό! Απεγκλωβίστηκε από το Lancia και κολύμπησε προς την προβλήτα, γλιτώνοντας τη ζωή του με μοναδικό παράσημο μια σπασμένη μύτη. Κι όμως, τέσσερις μέρες μετά θα έχανε τη ζωή του δοκιμάζοντας ένα μονοθέσιο…
Ήταν στη Μόντζα στις 26 Μαΐου 1955, τέσσερις μέρες μετά το σοβαρό τροχαίο του, με τον Ασκάρι να παρακολουθεί τα δοκιμαστικά τοπικής κούρσας. Πριν φύγει για να γευματίσει με την οικογένειά του, αποφασίζει να δοκιμάσει τη νέα Ferrari του καλού του φίλου Καστελότι. Φορούσε παντελόνι, πουκάμισο και το κράνος του Καστελότι, όχι το γούρικο δικό του. Στον τρίτο γύρο έχασε τον έλεγχο σε μια κλειστή στροφή και πέθανε λίγα λεπτά αργότερα υποκύπτοντας στα τραύματά του. Ήταν 36 χρονών και στη μέση μιας καριέρας που έμοιαζε ακμαία.
Ο Ασκάρι άφησε πίσω γυναίκα και δύο ορφανά, όπως ακριβώς και ο πατέρας του. Αντόνιο και Αλμπέρτο Ασκάρι ήταν αμφότεροι 36 χρονών όταν σκοτώθηκαν, έφυγαν από τον κόσμο και οι δύο στις 26 Ιουλίου σε μια γρήγορη αριστερή στροφή, τέσσερις μέρες ακριβώς μετά τα σοβαρά ατυχήματα που είχαν υποστεί. Ο θάνατός του βύθισε την Ιταλία στο πένθος και συλλυπητήρια τηλεγραφήματα έφτασαν στη χώρα από τρεις ηγέτες χωρών. Τρεις ημέρες μετά την κηδεία του, η Lancia ανακοίνωσε την οριστική απόσυρσή της από τον μηχανοκίνητο αθλητισμό, παραδίδοντας τον Ιούλιο τα έξι μονοθέσιά της στη Ferrari… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr