Μπορεί να έχουν περάσει 48 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και να παρήλθαν δώδεκα μήνες από τον θάνατο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, ωστόσο πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι αυτός ήταν που το 1974 έθεσε στον ελληνικό λαό το πολυσυζητημένο ο δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς», δηλαδή ότι οι επιλογές που είχε ο τόπος ήταν ή η λύση ανάληψης της εξουσίας από τον ιδρυτή της ΕΡΕ (και μετέπειτα της Νέας Δημοκρατίας) Κωνσταντίνο Καραμανλή ή το ξανακύλημα της Ελλάδας στο δικτατορικό καθεστώς.
Η φράση όμως δεν ειπώθηκε ποτέ με αυτό τον τρόπο. Ποια ακριβώς είναι η ιστορική αλήθεια; Ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Εξαρχής στήριξε την επιλογή Καραμανλή
Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν από τους ανθρώπους που πάσχιζαν για την ενότητα των αντιδικτατορικών οργανώσεων. Ωστόσο η αδυναμία των εν λόγω οργανώσεων να συνεννοηθούν μεταξύ τους λόγω ιδεολογικών διαφορών, θα τον ωθήσει προς τη στήριξη της επιλογής Καραμανλή. Θα το δηλώνει μάλιστα ευθαρσώς προς τα έξω, γνωρίζοντας την επιρροή που ασκούν τα λεγόμενά του.
Έχει άλλωστε διατελέσει ήδη προδικτατορικά βουλευτής της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς, έχει ιδρύσει τη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, έχει ιδρύσει την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά του καθεστώτος των Απριλιανών, το Πανελλήνιο Αντιδικτατορικό Μέτωπο και βέβαια η μουσική του έχει ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου.
Το τηλεφώνημα που τον έκανε έξαλλο
Όπως έχει γράψει ο ίδιος στο τρίτομο έργο του «Μίκης Θεοδωράκης – Το Χρέος» (κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), «φυσικά συμφωνούσα με τη μεταβατική λύση Καραμανλή αλλά το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς» προέκυψε ως εξής: Έκανα τότε (σ.σ. αμέσως μετά την πτώση της Χούντας) τις πρόβες μου μαζί με νέους τραγουδιστές τον Νταλάρα, τον Μητσιά, τη Φαραντούρη, τον Καλογιάννη για να πραγματοποιήσουμε τις περίφημες συναυλίες στο Καραϊσκάκη.
Είχαμε προγραμματίσει μετά από τις συναυλίες μας στην Αθήνα και τον Πειραιά να πάμε στην επαρχία. Τα είχαμε αναγγείλει αυτά εκείνη την ημέρα και είχα καλέσει και τους δημοσιογράφους, οι οποίοι πρώτη φορά θα με έβλεπαν έπειτα από τόσα χρόνια να διευθύνω ορχήστρα σε πρόβα. Ήταν και μεγάλη η συναισθηματική φόρτιση. Την ώρα που τελείωσα την πρόβα και ήμουν έτοιμος να δώσω την press conference και να αναγγείλω το πρόγραμμα, εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν νομίζω ο Μολυβιάτης ή κάποιος από το Γραφείο του Καραμανλή. Μου είπε, ότι ο κύριος πρόεδρος θα σας παρακαλούσε να περιορίσετε τις συναυλίες σας μόνο στην Αθήνα.
Βέβαια απάντησα ξαναμμένος από την πρόβα και τον ενθουσιασμό του κόσμου: Πολύ άσχημα ξεκινάει η κυβέρνηση Καραμανλή. Δηλαδή μου απαγορεύει να κάνω συναυλίες; «Ναι», είπε «…το απαγορεύουμε. Υπάρχουν λόγοι που δεν πρέπει να πάτε έξω». Φυσικά και ο τρόπος που μίλησα εγώ ήταν λιγάκι άκομψος και νευρικός και στο βάθος μπορεί να είχε δίκιο ο Καραμανλής φοβούμενος τι μπορούσε να γίνει στην επαρχία. Θα μπορούσε να γίνει προβοκάτσια. Εν πάση περιπτώσει, εγώ αγρίεψα και δήλωσα στους δημοσιογράφους: Αυτή τη στιγμή τηλεφώνησαν εκ μέρους του κυρίου Καραμανλή και μου απαγορεύουν να βγω έξω από την Αθήνα. Αρχίζει πολύ άσχημα τη διακυβέρνηση της χώρας με απαγορεύσεις και μπορεί αυτή τη στιγμή να είμαστε σε πολύ άσχημη κατάσταση και να έχουμε από τη μία τον Καραμανλή και από την άλλη τα τανκς, αλλά όμως δεν δικαιούται να αρχίζει με απαγορεύσεις!
Την άλλη μέρα η εφημερίδα «Βραδυνή» είχε τίτλο «Καραμανλής ή τανκς»! Να το διαψεύσω αυτό; Να πω ότι δεν είναι δικό μου; Αφού κατά βάση συμφωνούσα διότι εγώ είχα προτείνει τη λύση Καραμανλή. Δεν ήταν όμως αυτό το σύνθημα μου. Επιπλέον ο Καραμανλής είχε πάντοτε δέος απέναντι μου με έβλεπε λίγο όπως ο διάβολος το λιβάνι…».
Ψυχάρης: Η φράση ειπώθηκε από τον ίδιο τον Καραμανλή
Από την άλλη πλευρά, ο πάλαι ποτέ εκδότης, δημοσιογράφος και πρόεδρος του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, Σταύρος Ψυχάρης στο βιβλίο του «Οι 70 κρίσιμες μέρες» που αναφέρεται στο χρονικό διάστημα μετάβασης από τη δικτατορία στη Δημοκρατία, αναφέρει πως η πολυσυζητημένη φράση ειπώθηκε από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και φέρεται μάλιστα να ειπώθηκε λίγους μήνες πριν αποδοθεί στον Μίκη Θεοδωράκη.
Ειδικότερα, αναφέρει τα εξής: «Ή τα τανκς ή εγώ…» είπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το μεσημέρι της Κυριακής της 11ης Αυγούστου 1974 στους τέσσερις τότε επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, τους οποίους είχε καλέσει «επειγόντως» σε σύσκεψη, στο γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας (σ.σ. Φαίδων Γκιζίκης)… Από την ώρα που ορκίστηκε πρωθυπουργός της Ελλάδος ο K. Καραμανλής, τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974, για να αρχίσουν έτσι τα πρώτα βήματα της δημοκρατίας, ως την Κυριακή 17 Νοεμβρίου 1974, που με τη διενέργεια των βουλευτικών εκλογών έληξε και τυπικά η «παρένθεση» της δικτατορίας, πολλά συνέβησαν. Αλλά τα γεγονότα της Κυριακής 11 Αυγούστου (σ.σ. τις μέρες εκείνες άλλαξε η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων) καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της Ελλάδος…».
Γουντχάους: Ο Καραμανλής απέδωσε τη φράση στον Θεοδωράκη
Μάλιστα τη συγκεκριμένη εκδοχή αναφέρει και ο Βρετανός συντηρητικός πολιτικός και συγγραφέας Κρίστοφερ Μόνταγκιου Γουντχάους (σ.σ. ο οποίος γνώριζε άπταιστα ελληνικά και μετείχε το 1942 στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου). Στο βιβλίο του «Καραμανλής, ο ανορθωτής της Ελληνικής Δημοκρατίας», γράφει σχετικά: «…Ο Καραμανλής, άρχισε να παίρνει υπό το δικό του προσωπικό έλεγχο την κρίση στην ένοπλες δυνάμεις. Το Ναυτικό και η Αεροπορία δεν αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα, ορισμένα στοιχεία του Στρατού όμως εξακολουθούσαν να συμπεριφέρονται σαν αγύριστα κεφάλια. Στις 11 Αυγούστου (σ.σ. 1974) ο Καραμανλής προήδρευσε συσκέψεως στην οποίαν μετέσχον ο στρατηγός Γκιζίκης, οι αρχηγοί των Επιτελείων, ο Αβέρωφ και ο στρατηγός Γκίκας και ζήτησε τη διάλυση των στρατιωτικών μονάδων που ήσαν συγκεντρωμένες στην Αττική και γιατί αυτές αποτελούσαν απειλή κατά της κυβερνήσεως, αλλά και διότι ήσαν απαραίτητες στα σύνορα της χώρας.
Όταν οι στρατηγοί άρχισαν να προβάλλουν δυσκολίες, βρέθηκαν εμπρός σε έκρηξη καραμανλικής οργής σε όλη της τη δόξα. Ορισμένοι λένε ότι με αυτή την ευκαιρία ακούστηκε για πρώτη φορά από τον ίδιο η φράση: «Καραμανλής ή τανκς». Ο Καραμανλής, όμως την απέδωσε στον μουσικό Μίκη Θεοδωράκη…».
Και συνεχίζει: «Εάν οι διαταγές του δεν εξετελούντο εντός 24ώρου, θα καλούσε το λαό στην πλατεία Συντάγματος και θα χρησιμοποιούσε τη δύναμη της κοινής γνώμης για να υποχρεώσει τους στρατηγούς να υπακούσουν. Κατόπιν κάλεσε τον Γκίκα που σέβονταν όλοι .Ο Γκίκας έπεισε ήρεμα τον Μπονάνο και τον αρχηγό του Επιτελείου Στρατού Γαλατσάνο. Οι διαταγές εκτελέστηκαν κατά γράμμα….».
Η σημασία της πολιτικής θέσης του μουσικοσυνθέτη
Το βέβαιο είναι ότι παρά τις ιδεολογικές του καταβολές, ο Μίκης Θεοδωράκης έχοντας έντονο το πολιτικό αισθητήριο, επέλεξε να ταχθεί την κρίσιμη περίοδο του 1974 στο πλευρό του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μπορεί στις μέρες μας να φαντάζει αυτονόητο γνωρίζοντας τα όσα ακολούθησαν και την ομαλότητα με την οποία έγινε η μετάβαση από τη δικτατορία στη Δημοκρατία, ωστόσο για τότε δεν ήταν εύκολο να ειπωθεί από μια εμβληματική μορφή της Αριστεράς. Για να αντιληφθούμε τη σημασία της θέσης που πήρε θα πρέπει να ανατρέξουμε στις θέσεις που εξέφραζε εκείνο τον καιρό το ΚΚΕ και το υπό διαμόρφωση ΠΑΣΟΚ για τον χαρακτήρα της επιχειρούμενης μετάβασης στη Μεταπολίτευση. Γινόταν λόγος για «αλλαγή ΝΑΤΟϊκής φρουράς» και η έλευση του Καραμανλή αντιμετωπιζόταν με μεγάλη καχυποψία.
Η θέση του Μίκη Θεοδωράκη διαδραμάτισε προφανώς σημαντικό ρόλο και στο αποτέλεσμα των πρώτων ελεύθερων εκλογών μετά από μια δεκαετία, αυτών της 17ης Νοεμβρίου 1974 όπου η Νέα Δημοκρατία έλαβε το δυσθεώρητο ποσοστό του 54,37% καταλαμβάνοντας τις 220 από τις 300 έδρες του Κοινοβουλίου.