Την ώρα που ο Γιάννος Παπαντωνίου ολοκλήρωνε την συμπληρωματική απολογία του ενώπιον της δικαιοσύνης για την «αμαρτωλή» σύμβαση εκσυγχρονισμού των έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού μια ακόμη δικογραφία με κεντρικό πρόσωπο τον ίδιο έμπαινε στο «μικροσκόπιο» της ανακρίτριας.
Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ κατηγορείται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος σχετικά με την αγοραπωλησία του πολυσυζητημένου σπιτιού του στη Σύρο. Σύμφωνα με την κατηγορία η πώληση του ακινήτου το 2016 ήταν «εικονική» προκειμένου να «ξεπλυθεί» μαύρο χρήματα που προερχόταν από τα εξοπλιστικά προγράμματα. Πρόκειται για κατηγορία που ο κ. Παπαντωνίου αρνείται κατηγορηματικά ενώ ο συνήγορος του έκανε λόγο για πλήγμα στο κράτος δικαίου.
«Πλήττετε το κράτος δικαίου όταν ασκούνται ποινικές διώξεις σε βάρος πολιτών για το αδίκημα της δωροδοκίας όπου ψάχνονται και δεν υπάρχουν οι άνθρωποι οι οποίοι υποτίθεται ότι δωροδόκησαν» ανέφερε χαρακτηριστικά ο συνήγορός του, Μιχάλης Δημητρακόπουλος. Από την πλευρά του, ο Γιάννος Παπαντωνίου εξερχόμενος από το ανακριτικό γραφείο σε δηλώσεις του σημείωσε πως μετά την απολογία του για τις φρεγάτες δεν του επιβλήθηκε κανένας περιοριστικούς όρους.
«Είναι ένα ξεκάθαρο δείγμα ότι η ελληνική δικαιοσύνη αρχίζει και πια να να λειτουργεί ανεξάρτητα με βάση το νόμο και με βάση τη δικογραφία. Αυτό αποτελεί ένα θετικό βήμα το οποίο νομίζω ότι πέρα από δική μου περίπτωση δημιουργεί κάποια αισιοδοξία», τόνισε ο κατηγορούμενος πρώην υπουργός ο οποίος πέρασε και πάλι το κατώφλι της Ευελπίδων περίπου ένα χρόνο μετά την αποφυλάκιση του με όρους. Για την υπόθεση των 2.437.962 ευρώ που φέρεται να έλαβε ο Γιάννος Παπαντωνίου ως «δώρο» από την “THALES NEDERLAND B.V.” που αφορούσε την επίμαχη σύμβαση του 2003 απολογήθηκαν, σήμερα, συμπληρωματικά η σύζυγος του Σταυρούλα Κουράκου αλλά και ένας επιχειρηματίας οι οποίοι είναι, επίσης, κατηγορούμενοι.
Υπενθυμίζεται ότι η νέα κλήση σε απολογία στον Γιάννο Παπαντωνίου εστάλη μετά την ολοκλήρωση της συμπληρωματικής ανάκρισης που είχε διατάξει τον Απρίλιο του 2020 το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο. Το ζήτημα είχε προκύψει όταν οι δικαστές έκριναν πως στο κατηγορητήριο δεν περιγραφόταν με σαφή-ορθό τρόπο το αδίκημα που αποτέλεσε τη βάση για το «ξέπλυμα» με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αποφασίσουν εάν ο κατηγορούμενος έπρεπε να καθίσει το εδώλιο ή όχι.
Η ανακρίτρια στην οποία επέστρεψε η δικογραφία, τελικά, προσδιόρισε την δωροδοκία ως το βασικό αδίκημα που οδήγησε στο ξέπλυμα κι όχι την απιστία που αρχικώς είχε αποδοθεί στον Γιάννο Παπαντωνίου.