Το τι θα έπρεπε να είχε γίνει για να φανούν τα πρώτα αποτελέσματα στη μείωση της ανεργίας ανέφερε ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης. «Οι επιπτώσεις στην απασχόληση θα ήταν μικρότερες, εάν οι μεταρρυθμίσεις είχαν γίνει νωρίτερα» δήλωσε ο Υπουργός.
Η ανεργία έχει εισέλθει σε φάση αποκλιμάκωσης, έπειτα από περίπου πέντε χρόνια, μετά τη σταθεροποίηση που εμφάνισε εντός του 2013, τόνισε ο υπουργός Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Γιάννης Βρούτσης, μιλώντας νωρίτερα σήμερα στο «Ετήσιο Συνέδριο του Συνδέσμου Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού Ελλάδας (Σ.Δ.Α.Δ.Ε), HR FORUM 2014» που διεξάγεται σε κεντρικό ξενοδοχείο των Αθηνών.
Ο κ. Βρούτσης αναφέρθηκε συγκεκριμένα στα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία το ποσοστό ανεργίας -αφού μειώθηκε τον τελευταίο χρόνο κατά μια ποσοστιαία μονάδα και από 27,7% τον Σεπτέμβριο του 2013, έπεσε στο 26,7% τον Ιανουάριο εφέτος- μειώνεται για τέσσερις συνεχόμενους μήνες και μάλιστα στην «καρδιά» του χειμώνα.
Προανήγγειλε, επίσης, ότι και τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» δείχνουν σημαντικό θετικό πλεόνασμα προσλήψεων για τον μήνα Απρίλιο.
Ισχυρές πτωτικές τάσεις παρουσιάζει σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας και η ανασφάλιστη εργασία, ιδιαίτερα σε τομείς υψηλής παραβατικότητας. Τα ποσοστά της «μαύρης εργασίας» έχουν μειωθεί από 40,5% τον Φεβρουάριο του 2013, στο 21,86% εφέτος. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στην εφαρμογή του σχεδίου «Άρτεμις», με συνεχείς, στοχευμένους και αυστηρούς ελέγχους και στην επιβολή ιδιαίτερα υψηλών προστίμων στους παραβάτες.
Συνεχίζοντας ο υπουργός Εργασίας, απέδωσε την αποκλιμάκωση της ανεργίας στις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στην αγορά εργασίας και σημείωσε ότι, εάν είχαν γίνει εγκαίρως και οργανωμένα, ο αντίκτυπος της κρίσης θα ήταν ηπιότερος, οι επιπτώσεις περισσότερο διαχειρίσιμες και η ανεργία αρκετά μικρότερη.
«Πρόκειται για αυτονόητες αλλαγές που αποσκοπούν στη βελτίωση της παραγωγικότητας, στην άρση των εμποδίων και την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης στην αγορά εργασίας» τόνισε ο κ. Βρούτσης και πρόσθεσε ότι «οι αλλαγές αυτές σκόνταφταν, όλα τα προηγούμενα χρόνια, στη διστακτικότητα του πολιτικού συστήματος, στη δαιμονοποίηση της έννοιας της ευελιξίας από ένα φοβικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας, στην έλλειψη ψυχραιμίας και ρεαλισμού στον δημόσιο διάλογο, αλλά και στις οργανωμένες αντιδράσεις ισχυρών συντεχνιακών ομάδων».
Συγκεκριμένα αναφέρθηκε στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες και εκτίμησε ότι θα δημιουργήσει άμεσα 30.000 νέες θέσεις εργασίας. Ακόμη στη μείωση της γραφειοκρατικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων μέσω του συστήματος «Εργάνη» και τη θεσμοθέτηση νέου μηχανισμού κατώτατου μισθού που εξασφαλίζει, όπως είπε, «τα κατώτατα όρια ασφάλειας εισοδήματος για όλους τους εργαζόμενους, επιτρέποντας στους κοινωνικούς εταίρους να καθορίζουν μόνοι τους όποιες, υψηλότερες, αμοιβές συμφωνήσουν».
Επισήμανε, επίσης, την αναδιοργάνωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας με παράλληλη διατήρηση του 40ωρου στην προσαρμογή του κόστους των αποζημιώσεων λόγω απόλυσης στα ευρωπαϊκά επίπεδα και την ενδυνάμωση του ρόλου του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ) στο θέμα των ομαδικών απολύσεων.
Ενισχύθηκαν τα ταμεία
Στη συνέχεια, ο υπουργός Εργασίας αναφέρθηκε στα μέτρα εξυγίανσης του ασφαλιστικού συστήματος με μια σειρά διαρθρωτικών μέτρων που ενίσχυσαν την εισπρακτική ικανότητα των ταμείων, όπως η δημιουργία του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών και οι αλλαγές στην επικουρική ασφάλιση και στην παροχή των εφάπαξ. Σημείωσε την κατάργηση των «κατ’ ευφημισμό», όπως τους χαρακτήρισε, «κοινωνικών πόρων» και τόνισε ότι το αποτέλεσμα ήταν η εξασφάλιση της απρόσκοπτης καταβολής των συντάξεων.
Ο κ. Βρούτσης πρόσθεσε ότι «η επιτυχημένη έξοδος στις αγορές πριν
δυο βδομάδες – για πρώτη φορά ύστερα από τέσσερα ολόκληρα χρόνια –
αποτελεί τεκμήριο και αναγνώριση αυτών των θετικών εξελίξεων» και
πρόσθεσε ότι επρόκειτο για «μαραθώνια και δύσκολη πορεία που φτάνει στο τέλος της, στην οποία το υπουργείο Εργασίας ήταν ο βασικός πρωταγωνιστής».
Τόνισε τέλος, ότι η καταπολέμηση της ανεργίας αποτελεί στο εξής βασικό στόχο της εθνικής προσπάθειας παράλληλα με την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την επαναφορά της οικονομίας σε μια νέα, δυναμική τροχιά ανάπτυξης.