Για 4η ημέρα συνεχίζεται σήμερα η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες με αντικείμενο το Ταμείο Ανάκαμψης, με την Ελλάδα να επιμένει πως πρέπει να βρεθεί άμεση λύση, αλλά η τελική συμφωνία πρέπει να είναι κοντά στην αρχική πρόταση της Κομισιόν (δηλαδή πάνω στην πρωτοβουλία του γαλλογερμανικού άξονα), αλλά μακριά από λογικές μνημονιακές.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Και ενώ σε παλαιότερες κρίσιμες συνόδους, ο σκληρός που είχε να αντιμετωπίσει η χώρα μας αλλά και οι υπόλοιπες χώρες του νότου, τώρα μία συμφωνία για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών του κορονοϊού μπλοκάρει η ομάδα των λεγόμενων “φειδωλών”, δηλαδή η Ολλανδία, η Αυστρία, η Δανία και η Σουηδία.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και σήμερα θα επιμείνει στις ελληνικές θέσεις πάνω σε τρεις άξονες: Πρώτον, να διατηρηθεί το ύψος των ενισχύσεων που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεύτερον, να διατηρηθεί η προτεινόμενη από την Επιτροπή αναλογία επιχορηγήσεων και δανείων, ώστε κεντρικός κορμός των ενισχύσεων να είναι επιχορηγήσεις και όχι ο δανεισμός, Και τρίτον, να μην υπάρξουν πρόσθετες ειδικές προϋποθέσεις για την ενίσχυση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, παρά μόνο όσες ήδη προβλέπονται στις Συνθήκες και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Προσερχόμενος χθες στην συνεδρίαση των 27 ηγετών για τρίτη ημέρα, ο κ.Μητσοτάκης διαμήνυσε προς πάσα κατεύθυνση πως η Ευρώπη αντιμετωπίζει μία άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση και δεν έχει περιθώριο να εμφανιστεί διαιρεμένη ή αδύναμη.
Εξαρχής η ελληνική πλευρά είχε επισημάνει πως όλες οι χώρες πρέπει να κάνουν συμβιβασμούς, αλλά ξεκαθαρίζοντας πως αυτοί οι συμβιβασμοί δεν μπορεί να είναι τέτοιοι που να αλλοιώνουν το χαρακτήρα της αρχικής πρότασης της Κομισιόν, καθώς και πως η αντίδραση της Ευρώπης στην οικονομική κρίση του κορονοϊού πρέπει να είναι γενναία.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει κρούσει και τον κώδωνα κινδύνου για νέα άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και του λαϊκισμού σε περίπτωση που η Ευρώπη για άλλη μία φορά κάνει πολύ λίγα, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Εις ώτα μη ακουόντων ωστόσο όπως φαίνεται, καθώς οι φειδωλοί δεν δείχνουν καμία διάθεση εποικοδομητικού συμβιβασμού.
Ένα ναυάγιο λοιπόν δεν μπορεί να αποκλειστεί, παρόλο που με επιμονή της Γαλλίας και της Γερμανίας οι συζητήσεις συνεχίζονται για 4η ημέρα, καθώς παραμένουν αγεφύρωτες διαφορές σε τέσσερα κρίσιμα σημεία:
Πρώτον, την αναλογία μεταξύ απευθείας επιχορηγήσεων και δανείων όσον αφορά στην κατανομή του πακέτου των 750 δισ ευρώ. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ πρότεινε να μειωθούν οι επιχορηγήσεις στα 450 δισ ευρώ και να αυξηθούν τα δάνεια στα 300 ευρώ. Οι φειδωλοί ζητούν η αναλογία να είναι 50-50, φέρνοντας μάλιστα ακόμη και πρόταση για μείωση των απευθείας επιχορηγήσεων στα μόλις 155 δισ, κάτι φυσικά που δεν μπορεί και δεν πρόκειται να γίνει δεκτό, αλλά μάλλον αποτελεί διαπραγματευτικό ελιγμό με στόχο να περάσει η απαίτηση για επιχορηγήσεις μειωμένες σημαντικά σε σχέση με την αρχική πρόταση. Στο τραπέζι έπεσε και νέα πρόταση για 390 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις.
Η μάχη λοιπόν αφορά στο εάν το ποσό των επιχορηγήσεων θα πέσει κάτω από τα 400 δισ ευρώ. Η Γαλλία όμως δεν δέχεται το 50-50 και ζητά να μην μειωθούν οι επιχορηγήσεις κάτω από τα 400 δισ ευρώ, κάτι με το οποίο συντάσσονται όλες οι χώρες του νότου και φυσικά η Ελλάδα.
Ο κ.Μητσοτάκης χθες μαζί με τους πρωθυπουργούς της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ, της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε κα της Πορτογαλίας, Αντόνιο Κόστα, είχε συνάντηση με την ομάδα των «φειδωλών», όμως και πάλι δε βρέθηκε λύση.
Δεύτερον, το ερώτημα του βέτο. Οι φειδωλοί με προεξάρχουσα την Ολλανδία ζητούν να μπορεί κάθε κράτος- μέλος να ασκήσει βέτο στην εκταμίευση δόσεων της επιχορήγησης άλλων χωρών, ανάλογα με την υλοποίηση προϋποθέσεων που θέλουν να έχουν τεθεί. Η Ιταλία ξεκαθάρισε ότι αυτό δε γίνεται δεκτό, καθώς αντίκειται σε κάθε ευρωπαϊκή συνθήκη και συμφωνία. Ο Μισέλ πρότεινε ένα «φρένο εκτάκτου ανάγκης», δηλαδή τη δυνατότητα όποια χώρα διαφωνεί να προσφεύγει σε Σύνοδο Κορυφής. Κάτι που θα σήμαινε πως η εκταμίευση επιχορηγήσεων θα αποτελούσε κάθε φορά αντικείμενο επίπονο διαπραγματεύσεων.
Τρίτον, τα κριτήρια για κράτος δικαίου. Η Αυστρία έχει ζητήσει η χρηματοδότηση να συνδεθεί με το σεβασμό στο κράτος δικαίου, κάτι που δεν δέχονται για προφανείς λόγους Ουγγαρία και Πολωνία. Συνεπώς ο όρος αυτός, ο μόνος πραγματικά λογικός, δε φαίνεται να «περνάει».
Τέταρτον, το μέγεθος του συνολικού πακέτου, δεδομένου ότι η ΕΕ δεν έχει ακόμη λάβει αποφάσεις ούτε για τον κοινοτικό προϋπολογισμό μετά την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας, για τον οποίο υπήρχαν σφοδρές διαφωνίες και προ κορονοϊού.