Η ολυμπιακή κληρονομιά της Αθήνας πληρώνει σήμερα την προχειρότητα με την οποία σχεδιάστηκε η μετέπειτα διαχείρισή της. Δεν είναι μόνο η -στερημένη οράματος- χωροθέτηση όλων των ολυμπιακών εγκαταστάσεων σε δημόσιους ελεύθερους χώρους, που οδήγησε στη μείωση του πρασίνου στην Αθήνα από 2,58 τ.μ. σε 2,1 τ.μ. ανά κάτοικο μόλις μέσα σε μια πενταετία. Η πολιτεία ελάχιστα σκέφθηκε την επόμενη ημέρα των Αγώνων, με αποτέλεσμα σήμερα να πασχίζει να βρει λύση, προκειμένου τα πανάκριβα γήπεδα να μην μείνουν… κουφάρια. «Το μοντέλο μετα-ολυμπιακής αξιοποίησης αντιμετώπισε στην πράξη σημαντικά προβλήματα, που δυστυχώς ακόμα και σήμερα είναι μπροστά μας», λέει στην «Κ» ο νέος πρόεδρος της εταιρείας Ολυμπιακά Ακίνητα Α.Ε. κ. Γιώργος Παναγιώτου. «Χαρακτηριστικό είναι ότι σχεδόν έξι χρόνια μετά τους Αγώνες, από τους έξι διαγωνισμούς που έγιναν για τη μίσθωση ακινήτων έχουν αποτελέσματα μόνο οι δύο», τονίζει. Μέχρι πριν από λίγους μήνες τα Ολυμπιακά Ακίνητα παρουσίαζαν έλλειμμα 800.000 ευρώ τον μήνα…

Το ενδιαφέρον του Κατάρ να επενδύσει στο Ελληνικό έφερε και πάλι στην επικαιρότητα τα προβλήματα της αξιοποίησης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Η επένδυση στη μαρίνα του Αγίου Κοσμά δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί. Αλλά και τα υπόλοιπα γήπεδα του Ελληνικού δεν βρίσκονται σε πολύ καλύτερη μοίρα: η μετατροπή του Κανόε-Καγιάκ Σλάλομ σε υδροπάρκο «κόλλησε» για δύο χρόνια, καθώς δεν εκδιδόταν η απαραίτητη νομοθετική ρύθμιση. Τα υπόλοιπα γήπεδα παραχωρούνται κυρίως περιστασιακά σε αθλητικές ή εμπορικές χρήσεις. Είναι ενδεικτικό ότι από τα έξι ακίνητα που προορίζονταν για μετατροπή και μίσθωση, μόλις δύο (το Badmintoκαι και το GoldeHall) αποδίδουν έσοδα. Ολα τα υπόλοιπα έχουν σταματήσει να πληρώνουν.

«Το μοντέλο που επελέγη για την αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων ήταν το εξής: ένα μέρος των ακινήτων θα δινόταν σε επενδυτές με μακροχρόνιες μισθώσεις και τα έσοδα θα διοχετεύονταν στη συντήρηση και λειτουργία των υπολοίπων, όσων το κράτος διέθεσε σε κοινωφελείς δραστηριότητες. Ομως το μοντέλο αυτό αντιμετώπισε στην πράξη μεγάλα προβλήματα», εξηγεί στην «Κ» ο πρόεδρος των Ολυμπιακών Ακινήτων Α.Ε. «Τα προβλήματα αυτά αφορούσαν κυρίως την ταχύτητα αδειοδότησης των εγκαταστάσεων που είχαν μισθωθεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα τέσσερα από τα έξι ακίνητα που έχουν μισθωθεί να είναι «στάσιμα»». Ωστόσο, ο κ. Παναγιώτου υποστηρίζει ότι η κατάσταση σε αυτά τα τέσσερα ακίνητα (Beach Volley, κλειστό Γαλατσίου, Αγιος Κοσμάς και Κανόε-Καγιάκ Σλάλομ, στα οποία πρέπει να προστεθεί και το γήπεδο Tae KwoDo για το οποίο ακυρώθηκαν οι διαγωνισμοί) «δυσφημούν» τα υπόλοιπα. «Είναι άδικο να πιστεύει ο κόσμος ότι όλες οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις δεν λειτουργούν. Υπάρχουν 16 κτίρια που έχουν δοθεί σε ιδρύματα, φορείς, αθλητικούς συλλόγους και δήμους και λειτουργούν κανονικά, ανοιχτά για τους πολίτες. Ακόμα και το Ελληνικό, που ο κόσμος αλλά και ο πρόεδρος του Οργανισμού Αθήνας κ. Πολύζος πιστεύει ότι είναι κλειστό, είναι ανοιχτό από το πρωί έως τη δύση του ήλιου σε όλους, με ελάχιστες περιφράξεις για λόγους ασφαλείας».

Πόσο «ολυμπιακό» όμως είναι το μέλλον, όταν τα έσοδα της εταιρείας (με τα οποία συντηρούνται οι περισσότερες εγκαταστάσεις) είναι περιορισμένα; «Η οικονομική κατάσταση της εταιρείας από το τέλος του 2009 είναι ζοφερή. Διότι το επιχειρηματικό μοντέλο της οδήγησε σε καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των επενδυτικών σχεδίων και τελικά σε στάση πληρωμών. Αρα η εταιρεία είχε έσοδα περίπου 10 εκατ. ευρώ ετησίως και έξοδα 20 εκατ. ευρώ», εξηγεί ο κ. Παναγιώτου. «Πρώτο μας μέλημα λοιπόν ήταν να τακτοποιήσουμε τα οικονομικά ώστε να σταματήσουμε να «μπαίνουμε μέσα» 800.000 ευρώ τον μήνα. Ωστόσο γεννάται ένα ερώτημα: πώς θα συντηρεί η εταιρεία τη δωρεάν χρήση των αθλητικών εγκαταστάσεών της; Η προσωπική μου άποψη είναι ότι θα πρέπει τις αμιγώς αθλητικές εγκαταστάσεις να τις αναλάβουν οι επιμέρους φορείς, λ.χ. η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, ή στην περίπτωση των περιφερειακών γηπέδων (Ηράκλειο, Πάτρα, Βόλος) οι δήμοι. Πρόκειται για ολοκληρωμένα συγκροτήματα που μπορούν να έχουν οικονομική αυτάρκεια. Σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται να «κυνηγούμε» τα αθλητικά σωματεία για να μας πληρώσουν τα χρέη τους».

Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ