Ευθύνες σε όσους επιχείρησαν να εμπλέξουν τον Ευάγγελο Βενιζέλο και να δημιουργήσουν μια παραπλανητική εικόνα συγχέοντας σκόπιμα περιόδους και συμπεριφορές, καταλογίζει το ΠΑΣΟΚ μέσω άτυπης ενημέρωσης που εξέδωσε την παραμονή της πρωτοχρονιάς η Ιπποκράτους.
Στο υπόμνημα γίνεται λόγος για «το μέγεθος της ανευθυνότητας και της χυδαιότητας του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ», ενώ επισημαίνεται ότι εγείρονται ερωτήματα σχετικά με το πώς έφτασε η «λίστα Λαγκάρντ» στον δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη, ο οποίος δημοσίευσε το υλικό «με την πολιτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ».
Αναλυτικά το κείμενο της άτυπης ενημέρωσης που μοιράστηκε στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ:
Α. Το πολιτικό πλαίσιο της συκοφαντικής επίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ κατά του ΠΑΣΟΚ και του Προέδρου του
1. Με αφορμή τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» έχει οργανωθεί εδώ και τρεις μήνες ένα χυδαίο επικοινωνιακό και πολιτικό παιχνίδι, στο οποίο πρωτοστατεί η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με προφανή στόχο το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά τον Πρόεδρό του.
Ο απώτερος βεβαίως στόχος είναι η ίδια η ύπαρξη της Κυβέρνησης και η συνοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Η επιχείρηση, άλλωστε, αυτή ξεκίνησε στις αρχές Οκτωβρίου, δηλαδή στην κορύφωση των διαπραγματεύσεων με την τρόικα και ενόψει της τελικής διαμόρφωσης, κατάθεσης και ψήφισης του πακέτου των δύσκολων, αλλά αναγκαίων, δημοσιονομικών μέτρων.
Όποιοι βεβαίως νόμισαν ότι μπορούν να θέσουν υπό πολιτική ομηρεία το ΠΑΣΟΚ διαψεύσθηκαν από τις εξελίξεις:
Το ΠΑΣΟΚ αγωνίστηκε για την καλύτερη δυνατή διαμόρφωση του πακέτου των μέτρων και ήταν αυτό που με τη καθαρή και υπεύθυνη στάση του επέτρεψε να συγκροτηθεί η δεδηλωμένη θετική πλειοψηφία της Βουλής στην κρίσιμη ψηφοφορία για τα μέτρα της 7.11.2012.
Οι προτάσεις νόμων και οι τροπολογίες που κατέθεσε στο μεταξύ το ΠΑΣΟΚ, καθώς και οι προτάσεις του στο φορολογικό νομοσχέδιο, δίνουν το στίγμα της υπευθυνότητας, αλλά και της ευαισθησίας του ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ έδειξε και πάλι ότι λειτουργεί ως εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας που είναι η πρώτη προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη και αποτελεσματική εφαρμογή της μόνης εφικτής εθνικής στρατηγικής, το κόστος της οποίας έχει δυσανάλογα καταβάλλει τα τελευταία τρία χρόνια.
2. Η επίθεση κατά του ΠΑΣΟΚ και του Προέδρου του στην υπόθεση της «λίστας» βασίστηκε στην σκόπιμη ισοπέδωση των διαφόρων περιόδων στην εξέλιξη της υπόθεσης αυτής και στη σκόπιμη σύγχυση γύρω από το ρόλο των διαφόρων πολιτικών και υπηρεσιακών προσώπων.
Αποκορύφωμα της επιχείρησης αυτής, που ανέλαβαν εργολαβικά διάφορα ηγετικά στελέχη και το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν η εκ νέου αποστολή του ψηφιακού υλικού από το γαλλικό Υπουργείο Οικονομικών και η διασταύρωσή του με το υπάρχον στη διάθεση της Βουλής και της Δικαιοσύνης υλικό.
Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με τερατολογίες, τραγικά ανεύθυνες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, συνεχείς απειλές και χυδαίους υπαινιγμούς, προσπάθησαν -αφελώς- να δημιουργήσουν την αίσθηση «συγκλονιστικών αποκαλύψεων» με στόχο πάντα το ΠΑΣΟΚ και τον Πρόεδρό του.
– Ποιός ήταν άραγε ο λόγος που τους έκανε να μπουν στην αδιέξοδη αυτή λογική;
– Τι τους έκανε να ξεχνούν ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος ήταν αυτός που αντέδρασε αμέσως στον αδιανόητο ισχυρισμό ότι το ΣΔΟΕ δεν έχει διατηρήσει υπηρεσιακά το υλικό αυτό -όταν έγινε, φέτος το καλοκαίρι, η αντικατάσταση του ειδικού γραμματέα -και έστειλε αμέσως στις αρχές το άτυπο αντίγραφο που είχε αφεθεί στο γραφείο του τον Αύγουστο του 2011;
– Τι τους έκανε να ξεχνούν ότι ως Υπουργός Οικονομικών δεν είχε να κάνει τίποτα άλλο, αφού ήταν το ΣΔΟΕ που τον ενημέρωσε απλώς για την ύπαρξη του υλικού, δύο ολόκληρους μήνες μετά την περιέλευσή του από τον κ. Παπακωνσταντίνου στο ΣΔΟΕ και μετά την αξιολόγησή του από αυτό;
– Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να μιλάει για «απόκρυψη» ή μη αξιοποίηση του υλικού κατά την περίοδο της θητείας του Ευάγγελου Βενιζέλου, όταν αυτή άρχισε εννέα μήνες μετά την αποστολή του υλικού από τη Γαλλία στον κ. Παπακωνσταντίνου και δύο μήνες από τότε που το ΣΔΟΕ επιλήφθηκε του υλικού, το αξιολόγησε και πάντως το είχε στη διάθεσή του ως πληροφορία;
Η απάντηση, δυστυχώς, είναι ότι αυτό έγινε για να υποστηριχθεί πολιτικά η οργανωμένη, συκοφαντική μυθολογία ότι ο κ. Βενιζέλος είχε προσωπικούς, οικογενειακούς ή πολιτικούς λόγους να μείνει αναξιοποίητη και αδρανής η «λίστα». Τόσο μεγάλο φαίνεται ότι είναι το πολιτικά τυφλό μίσος.
Έπρεπε να φτάσει ξανά το υλικό αυτό από τη Γαλλία, για να αποδειχθεί η πολιτική αλητεία και ανοησία του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί πολιτική αλητεία είναι η διαστροφή των γεγονότων και η προσπάθεια ηθικής αμφισβήτησης του πολιτικού σου αντιπάλου. Και πολιτική ανοησία είναι να μη βλέπεις προφανή και αυταπόδεικτα γεγονότα.
Η ευθύνη του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου
3. Η διαπίστωση ότι από το υλικό που είχαν στείλει το 2010 οι Γάλλοι αφαιρέθηκαν τρία αρχεία που αφορούσαν συγγενικά πρόσωπα του κ. Παπακωνσταντίνου θέτει μεγάλο θέμα πολιτικών και ποινικών ευθυνών του για μια αδιανόητη ενέργεια.
Ήδη τα τρία κόμματα της κυβερνητικής συνεργασίας κίνησαν τη διαδικασία για την σύσταση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης κατά του κ. Παπακωνσταντίνου.
Υπάρχει έτσι μια εξήγηση για το γεγονός ότι το υλικό στάλθηκε στο ΣΔΟΕ εννέα μήνες μετά την παραλαβή του από τον κ. Παπακωνσταντίνου. Δεν υπήρχε κανένας λόγος το υλικό αυτό να μη διαβιβαστεί αμέσως, όπως παραλήφθηκε από το γαλλικό Υπουργείο Οικονομικών, στο ΣΔΟΕ. Ο ισχυρισμός ότι αυτό έγινε για να αποφευχθούν διαρροές από το ΣΔΟΕ αντιφάσκει προς το γεγονός ότι εννέα μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 2011, ο κ. Παπακωνσταντίνου έστειλε στο ΣΔΟΕ το υλικό.
Υπάρχει επίσης μια εξήγηση για τη δήλωση του κ. Παπακωνσταντίνου ότι «έχασε» το αρχικό CD που στάλθηκε από τη Γαλλία.
Αν ευθύς εξαρχής το CD πήγαινε στο ΣΔΟΕ, θα είχε αποφευχθεί όλη η θλιβερή αυτή ιστορία που έδωσε την ευκαιρία να συσκοτισθεί το έργο της περιόδου 2011-12 στην μάχη κατά της φοροδιαφυγής με κορυφαίο σημείο την άρση του τραπεζικού απορρήτου που καταψήφισε δύο φορές ο ΣΥΡΙΖΑ!
4. Όλα όμως αυτά, από την άλλη πλευρά, αναδεικνύουν το μέγεθος της ανευθυνότητας και της χυδαιότητας του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ζητήσει συγνώμη αντί να συνεχίζει την ίδια προκλητική γραμμή.
Το ανοιχτό ερώτημα για τη «λίστα Βαξεβάνη».
5. Έχει όμως μείνει εκκρεμές και αναπάντητο ένα ακόμη κρίσιμο πολιτικό ερώτημα που ο κ. Βενιζέλος απηύθυνε στον κ. Τσίπρα στην Ολομέλεια της Βουλής στις 7.11.2012 και τώρα αποκτά ακόμη μεγαλύτερες πολιτικές και θεσμικές διαστάσεις:
Ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να συμπαρασταθεί ολόθερμα στον εκδότη/δημοσιογράφο που στα τελη Οκτωβρίου δημοσίευσε, επεξεργασμένα, δηλαδή χωρίς ποσά, επαγγελματικές ιδιότητες, πατρώνυμα και μητρώνυμα, στο περιοδικό του τα ονόματα που φέρεται να περιέχονται στη «λίστα».
Το υλικό αυτό προέρχεται προφανώς από «πηγή» που το διέθετε. Η «πηγή» όμως αυτή που είχε και έδωσε προς δημοσίευση το υλικό, δήλωσε στη Βουλή και τη Δικαιοσύνη ότι δεν το έχει!
Φτάσαμε μάλιστα στο σημείο να θεωρείται ως «λίστα» αυτό που δημοσιεύθηκε, όπως δημοσιεύθηκε, στο συγκεκριμένο έντυπο, με την πολιτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ («λίστα Βαξεβάνη»). Ο δε εκδότης του εντύπου έφτασε στο σημείο να «εκδίδει» πιστοποιητικά συμμετοχής ή μη στη «λίστα» με αφορμή δημοσιεύματα άλλων μέσων ενημέρωσης!
Ο κ. Διώτης δήλωσε στις 31.12.12 ότι δεν έχει αυτός σχέση με τη διοχέτευση της λίστας στο παραπάνω έντυπο. Το σημειώνουμε με ενδιαφέρον. Το ερώτημα όμως παραμένει:
Όποιος συγκαλύπτει την «πηγή» αυτή, συγκαλύπτει κάποιον που διέθετε τη «λίστα» και δεν τη χειρίστηκε όπως όφειλε.
Το γεγονός όμως αυτό είναι καταλυτικό γι’ αυτούς που επιχείρησαν να εμπλέξουν τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και να δημιουργήσουν μια παραπλανητική εικόνα συγχέοντας σκόπιμα περιόδους και συμπεριφορές. Γιατί, φυσικά, αν το υλικό είχε αφεθεί στο αρχείο του ΣΔΟΕ, δεν θα είχε κανείς τη δυνατότητα να επιτεθεί πολιτικά στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για κάτι που δεν τον αφορούσε. Αυτό είναι μείζονος σημασίας πολιτικό και θεσμικό ζήτημα που εκθέτει βαρειά την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ .
Γιατί είναι προφανές ότι η άμεση αντίδραση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος και η άμεση αποστολή του αντιγράφου, που είχε αφεθεί ατύπως, αλλά ευτυχώς είχε διατηρηθεί ανέπαφο στο γραφείο του, είναι αυτό που επέτρεψε τη διερεύνηση της υπόθεσης, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς άλλων ότι το πρωτότυπο «χάθηκε» και αντίγραφο δεν διατηρήθηκε στο ΣΔΟΕ!
Το αστείο και παράλογο συγχρόνως της υπόθεσης είναι πως αυτή η άμεση και διαφανής αντίδραση γίνεται αντικείμενο πολιτικής επίθεσης από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που εξακολουθούν να επαναλαμβάνουν τον άθλιο ισχυρισμό ότι ο Βενιζέλος «κράτησε τη λίστα στο μαξιλάρι του», όταν είναι το ΣΔΟΕ που είχε τη «λίστα» και ενημέρωσε, δύο μήνες μετά, για την ύπαρξή της τον τότε Υπουργό.
Το ΠΑΣΟΚ θα αναδείξει και θα αποκαλύψει κάθε πολιτική συμπαιγνία και κάθε περίεργη δραστηριότητα που σχετίζεται με την υπόθεση της λίστας και χρησιμοποιήθηκε για να το πλήξει και κυρίως για να αποσιωποιηθούν τα όσα έγιναν, με συστηματικό και επίμονο τρόπο, στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής την περίοδο 2011-2012.
Β. Είναι συνεπώς χρήσιμο να ταξινομήσουμε τα γεγονότα:
1. Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ως Υπουργός Οικονομικών, ενημερώθηκε τον Αύγουστο του 2011 για την ύπαρξη του υλικού αυτού, ένα σχεδόν χρόνο μετά την έλευσή του στην Ελλάδα και δυο ολόκληρους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο Υπουργείο Οικονομικών, από τον επικεφαλής του ΣΔΟΕ, στη διάθεση του οποίου βρισκόταν ήδη εδω και δύο μήνες η «λίστα» προς αξιοποίηση στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων.
Δύο ήταν τα στοιχεία που τέθηκαν υπόψη του τότε Υπουργού απο τον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ:
– Πρώτον, ότι το υλικό αυτό περιήλθε στην Ελλάδα από τη Γαλλία ατύπως, ως προϊόν υποκλοπής από τράπεζα που λειτουργεί στη Ελβετία, με τη μεσολάβηση των υπηρεσιών πληροφοριών των δύο χωρών.
– Δεύτερον, ότι από την ανάγνωση του υλικού αυτού δεν προέκυψε κάτι πολιτικό σημαντικό ως πληροφορία, ιδίως κάτι σχετικό με πολιτικά πρόσωπα.
Αυτά κατατέθηκαν από τον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας τον Οκτώβριο του 2012.
Το μόνο ζήτημα για το οποίο ζητήθηκε η γνώμη του τότε Υπουργού Οικονομικών ήταν αν το υλικό αυτό, με βάση την παραπάνω περιγραφή, ως προς την προέλευσή του, συνιστά νόμιμο αποδεικτικό μέσο ή όχι -όπως ήταν η εδραία πεποίθηση του επικεφαλής του ΣΔΟΕ- οπότε μπορούσε να λειτουργήσει ως πηγή άντλησης πληροφοριών προς διασταύρωση με νόμιμα αποδεικτικά μέσα.
Όπως τόνισε ο κ. Διώτης στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, η αποστολή του υλικού αυτού από τον προηγούμενο Υπουργό Οικονομικών στο ΣΔΟΕ συνιστούσε εντολή ελέγχου, στο πλαίσιο βέβαια της έννομης τάξης της χώρας.
2. Κανείς και ποτέ δεν ενημέρωσε, τον Αύγουστο του 2011, τον τότε Υπουργό:
α. Ότι το υλικό αυτό, όταν στάλθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση συνοδευόταν από έγγραφο ή ανεπίσημο σημείωμα του γαλλικού Υπουργείου Οικονομικών και ότι είχε περιέλθει στον προηγούμενο Υπουργό Οικονομικών πολλούς μήνες πριν την αποστολή του στο ΣΔΟΕ.
β. Ότι μεταγράφτηκε, πριν αποσταλεί από τον προηγούμενο υπουργό στο ΣΔΟΕ, σε άλλο φορέα (USB) και ότι ο αρχικός υλικός φορέας (CD) δεν στάλθηκε στο ΣΔΟΕ, πολύ περισσότερο δε ότι «χάθηκε».
γ. Ότι το υλικό αυτό δεν εισήχθη στο πρωτόκολλο του ΣΔΟΕ, όταν εστάλη σε αυτό από τον κ. Παπακωνσταντίνου, όπως εισέρχονται τόσες και τόσες ανώνυμες καταγγελίες, ακόμη και κατά πολιτικών προσώπων ή προσώπων που κατέχουν θεσμικά αξιώματα για τις οποίες σχηματίζονται φάκελοι. Είναι προφανές ότι αν το ΣΔΟΕ είχε ενεργήσει, όπως και για κάθε άλλο απόρρητο, ή άτυπο ή ανώνυμο στοιχείο που περιέρχεται σε αυτό, δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα.
3. Ο τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ ενημέρωσε, πολύ γενικά, τον Αύγουστο του 2011 τον τότε υπουργό για την εικόνα από την ανάγνωση και αξιολόγηση του υλικού και κυρίως για το συμπέρασμά του ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που αφορούν πολιτικά πρόσωπα. Την εικόνα αυτή παρουσίασε ο κ. Διώτης τον Οκτώβριο του 2012 και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Προφανώς δεν ειπώθηκε και δεν μπορούσε λογικά να υποτεθεί, ότι η αξιολόγηση του υλικού έγινε προσωπικά από μόνο τον τότε ειδικό γραμματέα του ΣΔΟΕ, χωρίς τη συμμετοχή υπηρεσιακών στελεχών (έστω μίας γραμματέως) του ΣΔΟΕ.
4. Μόλις τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου του 2012, μετά την στο μεταξύ αποχώρηση του κ. Διώτη από επικεφαλής του ΣΔΟΕ, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι μετά την ολιγόλεπτη γενική ενημέρωση του τότε υπουργού τον Αύγουστο του 2011 από τον κ. Διώτη για την νομική/αποδεικτική φύση του υλικού, δεν διατηρήθηκε αντίγραφο του υλικού στο ΣΔΟΕ, αλλά το μόνο δηθεν αντίγραφο ήταν το άτυπο αντίγραφο που χωρίς διαβιβαστικό και χωρίς φυσικά ελεγχο και επιβεβαίωση του περιεχομένου του αφέθηκε στο γραφείο του Υπουργού!
Με τον ισχυρισμό προφανώς αυτό το σχετικό υλικό δεν παραδόθηκε από την απερχόμενη στη νέα διοίκηση του ΣΔΟΕ τον Αύγουστο του 2012.
Το άτυπο όμως αντίγραφο αφέθηκε στο γραφείο του Υπουργού για τις ανάγκες πολιτικής ενημέρωσής του και μόνο: προκειμένου να καθίσταται δυνατή η συμμετοχή σε τυχόν συζήτηση με ομολόγους του (π.χ. Γαλλίας ή Ελβετιας με την οποία διεξάγονταν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διακρατικής συμφωνίας) ή σε τυχόν κοινοβουλευτικές ή δημοσιογραφικές συζητήσεις. Τέτοια άτυπα αντίγραφα έστελναν, για τους ίδιους πολιτικούς λόγους, πολλες υπηρεσίες του Υπουργείου. Κάθε όμως υπηρεσία τηρούσε στο αρχείο της επισήμως το υλικό αυτό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και ο ίδιος ο κ. Διώτης είπε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής ότι είναι λογικό ο κ. Βενιζέλος να είχε μείνει με την εντύπωση ότι το υλικό αυτό διατηρήθηκε στο ΣΔΟΕ ως πηγή πληροφοριών.
5. Καινοφανής είναι και ο ισχυρισμός ότι μετά τον Αυγούστο του 2011 δεν έγιναν ενέργειες αξιοποίησης των σχετικών πληροφοριών σε συνδυασμό με νόμιμους ελέγχους και νόμιμα αποδεικτικά μέσα!
Καταρχάς, ο ίδιος ο κ. Διώτης τόνισε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στον κ. Γ. Τράγκα (Crash) ότι αν είχε διεξαχθεί τέτοια έρευνα δεν θα το παραδεχόταν δημόσια λόγω του παράνομου χαρακτήρα της: επειδή η «λίστα» δεν συνιστά νόμιμο αποδεικτικό υλικό και αρχείο δεκτικό νόμιμης επεξεργασίας. Σε άλλη συνέντευξή του στον Στ. Θεοδωράκη (Τα Νέα) χαρακτηρίζει τη «λίστα» ως «ρουφιανολίστα».
Στην δε Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας είπε ότι μπορεί ο κ. Βενιζέλος να είχε μείνει με την εντύπωση ότι το υλικό αξιοποιείται ως «πηγή πληροφοριών».
Τόνισε, άλλωστε, στην ίδια Επιτροπή ότι η αποστολή του υλικού από τον κ. Παπακωνσταντίνου συνιστούσε εντολή ελέγχου. Αυτή η εντολή όμως ποτέ δεν μετεβλήθη: το υλικό είχε διαβιβαστεί τον Ιούνιο του 2011 από τον κ. Παπακωνσταντίνου στο ΣΔΟΕ ως προϊόν της συνεργασίας των μυστικών υπηρεσιών Ελλάδας – Γαλλίας. Αυτό το γνώριζε εξαρχής ο κ. Διώτης. Εάν είχε συνεπώς νομικές αντιρρήσεις ως προς τη χρήση του υλικού αυτού ακόμη και ως απλής πηγής πληροφοριών, λόγω της προέλευσής του ως προϊόντος υποκλοπής στην Ελβετία, τότε δεν έπρεπε να το αποδεχθεί όταν του το έστειλε ο κ. Παπακωνσταντίνου, ούτε να πληροφορηθεί το περιεχόμενό του και να το αξιολογήσει ενημερώνοντας δύο μήνες αργότερα το νέο υπουργό.
Ο όψιμος ισχυρισμός του κ. Διώτη ότι αν ο Υπουργός του έδινε εντολή ελέγχου, θα του εισηγείτο την αλλαγή της νομοθεσίας και αν ο Υπουργός επέμενε, θα υπέβαλε την παραίτησή του, δεν αντέχει σε σοβαρή συζήτηση:
– Έχει ήδη τονίσει ότι η αποστολή του υλικού στο ΣΔΟΕ συνιστούσε εντολή ελέγχου.
– Οι περιορισμοί ως προς τα μη νόμιμα αποδεικτικά μέσα τίθενται από το Σύνταγμα (άρθρα 9, 9Α και 19) και άρα δεν μπορούν να αρθούν με τροποποίηση της κοινής νομοθεσίας.
– Έχει ήδη πει δημόσια σε συνέντευξή του ότι δεν μπορεί να αναφερθεί σε αξιοποίηση των στοιχείων ως απλών πληροφοριών γιατί ακόμη και αν έγινε είναι παράνομη.
Άλλωστε, αν ο τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ χρειαζόταν κάποια περαιτέρω πολιτική οδηγία για το θέμα, θα τη ζητούσε σε κάποια από τις πολλές συσκέψεις για θέματα φοροδιαφυγής, στις οποίες το θέμα «Ελβετία» ήταν πάντα παρόν ή έστω μετά από τέτοια σύσκεψη σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Υπουργό.
Ο ίδιος, στο υπόμνημά του προς τον οικονομικό εισαγγελέα, θεωρεί ότι οι πολιτικές προτεραιότητες του Υπουργού Οικονομικών ήταν:
α. η ολοκλήρωση της διακρατικής συμφωνίας με την Ελβετία για τη φορολόγηση του συνόλου των ελληνικών καταθέσεων και
β. η επιστροφή των ελληνικών καταθέσεων από το εξωτερικό στις ελληνικές τράπεζες.
Αυτό είναι προφανώς σωστό, δεν σχετίζεται όμως με την αξιοποίηση όλων των πληροφοριών, τυπικών ή άτυπων και ανωνύμων, που περιέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο στο ΣΔΟΕ. Αν είχε δε οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς το πολιτικό πλαίσιο, όφειλε να ζητήσει διευκρίνηση.
Θα μπορούσε επίσης από τις αρχές Μαρτίου έως την αποχώρησή του στις 10.8.2012, να θέσει το ζήτημα στους τρεις επόμενους Υπουργούς Οικονομικών (κ.κ. Σαχίνιδη, Ζανιά, Στουρνάρα).
Οι εκάστοτε υπουργοί όμως περιμένουν αποτελέσματα από τις υπηρεσίες τους για μεγάλο αριθμό ανοιχτών ελεγκτικών μετώπων που δυστυχώς αργοπορούν επί χρόνια.
Η «λίστα» ήταν ένα από τα πολλά μέτωπα και φυσικά όχι το σημαντικότερο από πλευράς οικονομικού μεγέθους, όταν ήταν ανοικτό το μέτωπο των εμβασμάτων εξωτερικού, των μεγάλων οφειλετών ληξιπρόθεσμων χρεών, των μεγάλων φορολογουμένων, των ακινήτων του Λονδίνου, κ.ο.κ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Διώτης με δημόσια δήλωσή του (31.12.12) αναφέρεται σε έγγραφες εντολές ελέγχου που του έστειλε ο τότε Υπουργός Οικονομικών για τα πρόσωπα με υψηλά αδικαιολόγητα εμβάσματα εξωτερικού που είχαν επιλεγεί αυτόματα, με αντικειμενικά κριτήρια (μεγάλο ύψος εμβάσματος και μικρό ύψος δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος) από την ΓΓΠΣ και διαβιβάστηκαν από τον Υπουργό στη Γενική Διεύθυνση Ελέγχων και στο ΣΔΟΕ για κατά προτεραιότητα έλεγχο.
Αυτό έγινε εφικτό λόγω της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που νομοθέτησε ο κ. Βενιζέλος και κατέστησε αντικείμενο ελέγχου το σύνολο των καταθέσεων και όχι τυχαίες, ανεπίσημες και αποσπασματικές πληροφορίες για κάποια ομάδα Ελλήνων καταθετών, σε μια τράπεζα που λειτουργεί στην Ελβετία, για μια τυχαία χρονική περίοδο.
Όλα τα ονόματα που είχαν εμβάσματα άνω των 100.000 ευρώ στάλθηκαν μάλιστα στην Βουλή στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Έτσι γίνονται οι έλεγχοι με βάση νόμιμα αποδεικτικά μέσα που κατέστησαν –επαναλαμβάνουμε- εφικτοί λόγω της άρσης του τραπεζικού απορρήτου με πρωτοβουλία του Ευάγγελου Βενιζέλου.
Τι εννοεί ο κ. Διώτης; Μήπως ότι έπρεπε να λάβει αντίστοιχο έγγραφο για τη «λίστα»;;;
Αυτός ενημέρωσε τον νέο υπουργό για την ύπαρξη λίστας ως προϊόντος υποκλοπής απο τράπεζα στην Ελβετία που έφτασε μέσω συνεργασίας μυστικών υπηρεσιών.
Αυτός είχε ήδη δει τη «λίστα» και ενημέρωσε γενικά τον νέο υπουργό για το περιεχομενό της, όπως ενημέρωσε τον Οκτώβριο του 2012 και την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Αυτός επέμενε και επιμένει ότι το υλικό της λίστας δεν είναι νόμιμο αποδεικτικό μέσο.
Το ζητήμα ήταν η αυτονόητη –ιδίως για έναν άνθρωπο με την εμπειρία του- αξιοποίηση της λίστας ως πηγής πληροφοριών που ήδη είχε στη διάθεσή του, σε συνδυασμό με νόμιμα αποδεικτικά μέσα και νόμιμες αποδεικτικές διαδικασίες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποδύεται πως δεν καταλαβαίνει
6. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποδύεται ακόμη και τώρα πως δεν καταλαβαίνει ότι ο κ. Βενιζέλος:
– Δεν παρέλαβε ποτέ από τη Γαλλία το υλικό αυτό, γιατί αυτό έγινε απο τον κ. Παπακωνσταντίνου εννέα μήνες πριν την ανάληψη των καθηκόντων του κ. Βενιζέλου και έντεκα μήνες πριν αυτός ενημερωθεί από τον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ.
– Δεν ασχολήθηκε με το υλικό αυτό που είχε ήδη το ΣΔΟΕ στη διάθεσή του πριν αναλάβει καν τα καθήκοντα του Υπουργού Οικονομικών, γιατί κάτι τέτοιο δεν είναι αρμοδιότητα του Υπουργού που δεν είναι ελεγκτικό όργανο. Απλώς ενημερώθηκε, προφορικά και γενικά, για την ύπαρξη και το νομικό χαρακτήρα του υλικού, με καθυστέρηση και εκ των υστέρων, από τον επικεφαλής της αρμόδιας υπηρεσίας που το είχε ήδη παραλάβει με εντολή ελέγχου (όπως ο ίδιος τόνισε στη Βουλή) από τον προηγούμενο υπουργό.
Όλα αυτά έχουν παρουσιασθεί αναλυτικά στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας αλλα ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να αγνοεί τα πρακτικά της επιτροπής .
7. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συν αυτώ αποσιωπούν ή ακομη χειρότερα διαστρέφουν εν ψυχρώ το γεγονός ότι ο κ. Βενιζέλος ήταν αυτός που έστειλε αμέσως το αντίγραφο που είχε αφεθεί στο γραφείο του, δια του Πρωθυπουργού, στο ΣΔΟΕ, μόλις προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι το υλικό δεν έχει διατηρηθεί στο ΣΔΟΕ!
Για ποια συγκάλυψη και από ποιον μπορεί να μιλάει ο ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόμενος στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ;
Από αυτόν που απλώς ενημερώθηκε απο το ΣΔΟΕ ως αρμόδια υπηρεσία η οποία ειχε το υλικό στη διάθεση της;
Από αυτόν που κατέστησε εφικτή την τωρινή έρευνα της υπόθεσης;
8. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποδύεται επίσης ότι δεν καταλαβαίνει τα πυκνά πολιτικά γεγονότα, τις προτεραιότητες και τους ρυθμούς δουλειάς του Υπουργού Οικονομικών από τον Αύγουστο 2011 έως τις αρχές Μαρτίου 2012. Η λειτουργία του κράτους βασίζεται στην παραδοχή ότι δημόσιες υπηρεσίες και κρατικοί λειτουργοί κάνουν -έστω στοιχειωδώς- τη δουλεια τους, ιδίως όταν έχουν τις αναγκαίες γνώσεις και εμπειρίες και έχουν επιλεγεί λόγω αυτών.
Τα πραγματικά μέτωπα κατά της φοροδιαφυγής
9. Εξίσου όμως προκλητικό είναι να καλλιεργεί ο ΣΥΡΙΖΑ την εντύπωση ότι το κύριο ζήτημα της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα είναι ένας κατάλογος με κάποια ονόματα Ελλήνων που έχει υποκλαπεί από μια από τις εκατοντάδες τράπεζες που λειτουργούν στην Ελβετία και αφορούν μια τυχαία παλιότερη περίοδο.
Η μεγάλη κίνηση της περιόδου 2011-2012 στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής ήταν η καθολική και αποτελεσματική άρση του τραπεζικού απορρήτου που έγινε με πρωτοβουλία του κ. Βενιζέλου, με τον ΣΥΡΙΖΑ να καταψηφίζει δύο φορές τη σχετική διάταξη στη Βουλή.
Οι κρίσιμοι έλεγχοι, που αφορούν συνολικά ποσά περίπου 90 δισ. ευρώ τα όποια βγήκαν από τις ελληνικές τράπεζες, είναι οι νόμιμοι έλεγχοι για αδικαιολόγητο πλουτισμό, αδικαιολόγητα εμβάσματα στο εξωτερικό, ακίνητα στο Λονδίνο ή αλλού. Όλα τα σχετικά στοιχεία έχουν σταλεί προ πολλού στη Βουλή.
Το ίδιο σημαντικές είναι και οι διασταυρώσεις για άλλα 170 δισ. ευρώ που έμειναν στις ελληνικές τράπεζες, διασταυρώσεις που κατέστησαν εφικτές λόγω της καθολικής άρσης του απορρήτου.
Το δε μόνο μέσο για να κλείσει η διαχρονική πληγή της Ελβετίας είναι η σύναψη της σχετικής διακρατικής συμφωνίας για την αυτόματη φορολόγηση όλων των καταθέσεων Ελλήνων σε όλες τις ελβετικές τράπεζες, η βασική διαπραγμάτευση της οποίας έγινε την περίοδο 2011-2012.
Εξίσου δε σημαντικό για την εθνική οικονομία είναι να ενθαρρυνθεί η επιστροφή των καταθέσεων στην Ελλάδα που ήταν και είναι βασικός στόχος της πολιτικής μας.
Γι’ αυτά όμως τα θέματα, όπως και για κάθε τι ουσιαστικό και υπεύθυνο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τίποτα να πει. Ο μόνος λόγος που ξέρει είναι ο ψευτο-εισαγγελικός λόγος της συνομωσιολογίας.
Η υπόθεση αντιστρέφεται
10. Αυτοί που επιχείρησαν να καταστήσουν την λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» όχημα πολιτικής επίθεσης κατά του ΠΑΣΟΚ ας αντιληφθούν ότι για το σημερινό ΠΑΣΟΚ η υπόθεση αυτή είναι μοχλός για την αποκάλυψη μιας άθλιας όψης της πολιτικής μεθοδολογίας που έσπευσαν να υιοθετήσουν οι εκφραστές του συντηρητικού ριζοσπαστισμού του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως έσπευσαν να υιοθετήσουν και συγκεκριμένα πρόσωπα.