«Η Αριστερά οφείλει, από τη θέση που βρίσκεται σήμερα και την εμπειρία που έχει αποκτήσει πλέον και από τη διακυβέρνηση, να θέσει στο τραπέζι του διαλόγου τις μεγάλες θεσμικές τομές που έχει ανάγκη ο τόπος», τόνισε κατά την χθεσινή του ομιλία σε ανοιχτή πολιτική εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ Βόρειας Αθήνας, στο Δημαρχείο Χολαργού Παπάγου, ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Αναφερόμενος στην πρόταση συμφωνίας Πολιτείας και Εκκλησίας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι επιχειρεί από τη μια το ελληνικό κράτος να αναγνωρίσει τις οφειλές του απέναντι στην εκκλησία αλλά και από την άλλη η εκκλησία να παραιτηθεί από τις αξιώσεις της για την περιουσία που απαλλοτριώθηκε πριν από το 1939.
Όταν η συμφωνία αυτή τεθεί σε ισχύ, πρόσθεσε, θα απελευθερωθούν 10.000 θέσεις στο δημόσιο για να καλυφθούν πιεστικές κοινωνικές ανάγκες για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους: την παιδεία, την υγεία, την πρόνοια.
«Ο πολιτικός μας στόχος είναι η επιδότηση του κράτους προς την εκκλησία να μπορεί μέχρι το 2030 να καλύπτεται από τα κρατικά έσοδα που θα προέρχονται από το Ταμείο Αξιοποίησης εκκλησιαστικής περιουσίας», εξήγησε.
Συνεχίζοντας ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι το επόμενο χρονικό διάστημα, υπάρχουν τρεις κρίσιμοι κόμβοι για την κυβέρνηση, οι οποίοι συνιστούν «τις μεγάλες προοδευτικές τομές που έχει ανάγκη ο τόπος».
Αυτοί είναι: (1) Η δημιουργία των όρων για την οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου με ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων και στήριξη της κοινωνικής πλειοψηφίας. (2) Η υλοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία ανοίγει μια νέα σελίδα για τη συνεργασία και τη φιλία των λαών της περιοχής και αναβαθμίζει καθοριστικά τη θέση της χώρας διεθνώς. Και (3) η εκκίνηση της διαδικασίας για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
«Βρισκόμαστε στον αντίποδα του κράματος νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς που συγκροτεί σήμερα τον σκληρό πυρήνα της πολιτικής και του σχεδίου της ΝΔ. Έχουμε το δικό μας σχέδιο για την ανασυγκρότηση της χώρας και της κοινωνίας, με ρυθμιστικές μας αρχές την ισότητα, τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη. Η υλοποίηση του σχεδίου μας δεν μπορεί παρά να βασίζεται στις αντίστοιχες κοινωνικές συμμαχίες, ώστε τα συμφέροντα αυτών που θέλουμε να εκπροσωπούμε να αναπαρασταθούν ως συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας».
«Όπως λοιπόν όταν ξεκινήσαμε τη μεγάλη μάχη το 2012, έτσι και σήμερα η προτεραιότητα μας είναι οι κοινωνικές συμμαχίες με τον κόσμο της εργασίας, τη νεολαία, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αυτό σημαίνει στοχευμένες πολιτικές για την αύξηση του μισθού, την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων, τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Συνεχίζοντας χαρακτήρισε τη συμφωνία των Πρεσπών «ιστορική τομή», η οποία επιλύει «μια ιστορική εκκρεμότητα, που έχει κοστίσει πολλαπλώς στην Ελλάδα, κυρίως ως προς τη δυνατότητα της να παίζει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις στην περιοχή».
«Είναι μια στρατηγική ήττα του εθνικισμού εντός και εκτός συνόρων, διότι ανοίγει το δρόμο για τη συνεργασία και τη συνανάπτυξη μεταξύ χωρών που έχουν μόνο να κερδίσουν από μια τέτοια επιλογή, σε συνθήκες μάλιστα ιδιαίτερα δύσκολες για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή. Όλα αυτά αποτελούν παράσημο για την Αριστερά. Γι’ αυτό αδράξαμε την ιστορική ευκαιρία. Η σημασία που έχει για μας αυτή η ιστορική τομή, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στην τελική ευθεία υλοποίησης της, αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου και προσωπικά την ευθύνη ο ίδιος ο Πρωθυπουργός», σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Αναφερόμενος στη συνταγματική αναθεώρηση, ο κ. Τζανακόπουλος έκανε λόγο για «διαδικασία υπερώριμη και αναγκαία για την θεσμική ανασυγκρότηση του κράτους, την ενίσχυση του κοινοβουλευτισμού και την θωράκιση της πολιτείας, σε μια περίοδο που οι απειλές για την δημοκρατία αυξάνονται διαρκώς. Η κυβέρνηση» είπε, προωθεί αλλαγές «που θα ενισχύουν τις λειτουργίες η εξουσία των οποίων πηγάζει απευθείας, και άρα ελέγχεται απευθείας, από το λαό».
«Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι προτάσεις για την καθιέρωση παγίως αναλογικού εκλογικού συστήματος και η ταυτόχρονη καθιέρωση της λεγόμενης εποικοδομητικής ψήφου δυσπιστίας και η πρόταση που αποτρέπει τη διάλυση του Κοινοβουλίου με αφορμή την αδυναμία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με αυξημένη πλειοψηφία από το Κοινοβούλιο», ανέφερε.
«Επίσης θεωρούμε εκ των ων ουκ άνευ να μην επαναληφθούν έκτακτες πολιτικές καταστάσεις με διορισμούς Πρωθυπουργών που δεν έχουν περάσει από τη βάσανο της λαϊκής ψήφου. Κατά τη γνώμη μας οι πρωθυπουργοί πρέπει να εκλέγονται από το λαό και να λογοδοτούν στο λαό και μόνον σε αυτόν», πρόσθεσε.
Ο κ. Τζανακόπουλος άσκησε έντονη κριτική στη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης.
«Ο κ. Μητσοτάκης ούτε χθες ξεκαθάρισε τη θέση του ως προς την στάση που θα κρατήσει στην κορυφαία αυτή κοινοβουλευτική διαδικασία. Αυτό μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η αμφίσημη στάση του σχετίζεται με την αμηχανία του μπροστά στην πρόταση για την τροποποίηση του άρθρου 86 του Συντάγματος και την ενδόμυχη επιθυμία του να μην καταργηθεί η σύντομη παραγραφή για τα ποινικά αδικήματα των Υπουργών», είπε.
«Παρόλα αυτά εκτιμάμε ότι κάτω από την κατακραυγή σύσσωμης της κοινωνίας και την πολιτική πίεση ο κ. Μητσοτάκης είτε θα αναγκαστεί να συμφωνήσει, είτε θα ανακαλύψει κάποιο πρόσχημα για να μη συμμετέχει στην διαδικασία», έκρινε.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι η μάχη που καλείται να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ ενόψει εκλογικής χρονιάς θα κριθεί από τα αποτελέσματα του κυβερνητικού έργου για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, τη βελτίωση της θέσης του εργαζόμενου λαού και την εκκίνηση της διαδικασίας για τις μεγάλες προοδευτικές θεσμικές τομές.
«Εκεί θα κριθεί η μάχη και όχι στη λάσπη και το όργιο προπαγάνδας από ελεγχόμενα ΜΜΕ», υποστήριξε.
Ο κ. Τζανακόπουλος είπε επίσης ότι οι παρεμβάσεις αυτές ορίζουν και τους άξονες των συνεργασιών και οριοθετείται η διαχωριστική γραμμή στο πολιτικό σκηνικό.
«Εκεί δομούνται και οι πολιτικές συμμαχίες, στην Αυτοδιοίκηση, στην Ευρωβουλή, την Εθνική Αντιπροσωπεία», ανέφερε.
«Ζούμε σε καιρούς που απαιτούν ιστορικές επιλογές. Η Αριστερά στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία από τη θέση της κυβέρνησης προωθεί μια σειρά μέτρων για τη βελτίωση της ζωής του εργαζόμενου λαού και τη στήριξη του κοινωνικού κράτους. Η Δεξιά εγκαταλείπει σταδιακά τα ψήγματα μετριοπάθειας και προσδένεται στο άρμα του ακροδεξιού εθνικισμού και του λαϊκισμού».
«Η Σοσιαλδημοκρατία, αμήχανη, καλείται να επιλέξει δρόμο. Στην Ελλάδα η επίσημη ηγεσία της αρνείται ακόμη να κατανοήσει την καταστροφική στρατηγική επιλογή της να ταυτιστεί με την νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά του κ. Μητσοτάκη. Δεν βλέπει ή κάνει ότι δεν βλέπει τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Η πολιτική γεωγραφία στην Ελλάδα και την Ευρώπη το 2020, θα κρίνει αν η μετά την κρίση εποχή θα θυμίζει μεσοπόλεμο ή θα είναι η αφετηρία για μια νέα περίοδο ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Σε αυτό το ιστορικό ερώτημα, η Ελληνική Αριστερά δίνει, με όλες τις δυνάμεις της, τη μάχη να αποτραπεί μια καταστροφική φυγή στο παρελθόν για την ελληνική κοινωνία αλλά και τους λαούς της Ευρώπης», κατέληξε ο κ. Τζανακόπουλος.