Στη γυναικοκτονία που σημειώθηκε στο Μενίδι αναφέρθηκε το πρωί της Δευτέρας 20/5 ο υπουργός Δικαιοσύνης. Τονίζοντας πως «οι δικαστές πρέπει να προσαρμοστούν στους νέους νόμους» ο Γιώργος Φλωρίδης υπογράμμισε πως «η Δικαιοσύνη Είναι το τελευταίο καταφύγιο ενός ανθρώπου που κινδυνεύει από κάποιον συνάνθρωπο του».
«Αλίμονο αν από κάποιες περιπτώσεις χάσει κάποιος την εμπιστοσύνη του. Κάθε ημέρα εκδίδονται χιλιάδες δικαστικές αποφάσεις και οι δικαστές προσπαθούν να κάνουν την δουλειά τους με ένα μεγάλο φορτίο υποθέσεων που καλούνται να διαχειριστούν», είπε στην εκπομπή του ΑΝΤ1 «Καλημέρα Ελλάδα».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του δέχθηκε «βροχή» από ερωτήματα για την υπόθεση και το γεγονός ότι παρότι συνελήφθη μετά την καταγγελία της εν διαστάσει συζύγου του, που επικαλέστηκε φόβους για τη ζωή της, ο 50χρονος αφέθηκε ελεύθερος μέχρι να γίνει η δίκη του, καθώς μεταξύ άλλων δεν είχε κληθεί για να καταθέσει στη δίκη η καταγγέλλουσα και δεν είχε φτάσει στο δικαστήριο το ιατροδικαστικό πόρισμα.
Απαντώντας, ο Γιώργος Φλωρίδης είπε μεταξύ άλλων πως: «Οι νέοι Κώδικες τέθηκαν σε ισχύ από την 1η Μαΐου, αφήσαμε ένα περιθώριο δύο μηνών από την ψήφιση μέχρι την εφαρμογή τους, για να ενημερωθούν όλοι, δικηγόροι και πολίτες, καθώς γίνεται μια πολύ μεγάλη μεταβολή και το ενδεχόμενο να υποστούν κυρώσεις είναι πολύ σοβαρή, σε σχέση με ένα μεγάλο διάστημα στο παρελθόν που δεν θα τιμωρούνταν».
«Τελευταία απασχόλησαν την επικαιρότητα αποφάσεις δικαστηρίων που έτυχαν της αποδοχής του κόσμου και άλλες όχι. Η Δικαιοσύνη έχει στον οργανισμό της το σύστημα αν έγινε κάτι λάθος να διορθώνεται, όπως πχ. με την απόφαση για το Μάτι, όπου ανώτερος εισαγγελικός λειτουργός έκρινε ότι η εκδίκαση δε έγινε σωστά και η δίκη πρέπει να ξαναγίνει», σημείωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
«Ο δράστης δεν κρατήθηκε γιατί το δικαστήριο έβαλε ημερομηνία δικασίμου που υπερέβαινε τις τρεις ημέρες»
Αναφερόμενος στην υπόθεση της άτυχης 40χρονος σημείωσε: «Τι προβλέψαμε στις περιπτώσεις του Αυτοφώρου; Ότι όταν ένας άνθρωπος προσάγεται στο δικαστήριο με τη διαδικασία του Αυτοφώρου, να μπορεί το δικαστήριο να τον κρατήσει για 3 ημέρες. Πήγε στις 7 του μηνός, ο Εισαγγελέας έκανε το κατηγορητήριο στις 8 του μήνα και μπορούσε να κρατηθεί μέχρι τις 11 Μαΐου».
«Πείτε ότι δεν εκλήθη το θύμα στο δικαστήριο. Στις 7 του μηνός κατατέθηκε η μήνυση, 8 του μηνός ο εισαγγελέας κάνει κατηγορητήριο, το δικαστήριο επειδή δεν έχει την ιατροδικαστική έκθεση και επειδή δεν έχει κληθεί η παθούσα, αναβάλλει τη δίκη. Αν οριζόταν η ημερομηνία έως τις 11 του μηνός, θα έπρεπε ο εισαγγελέας να φροντίσει να έρθει η ιατροδικαστική έκθεση και να κληθεί η παθούσα. Εμείς νομοθετήσαμε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, που ο κατηγορούμενος μπορεί να ζητήσει τριήμερη αναβολή, να μπορεί το δικαστήριο να αποφασίσει την κράτηση του για τρεις ημέρες. Δεν κρατήθηκε, γιατί το δικαστήριο έβαλε ημερομηνία δικασίμου που υπερέβαινε τις τρεις ημέρες» πρόσθεσε.
«Εμείς νομοθετήσαμε την κράτηση του για τρεις ημέρες. Η Πολιτεία αυτό αποφάσισε και αυτό σημαίνει ότι αν η δίκη γίνει μέσα στο τριήμερο: ο κατηγορούμενος είναι στο κρατητήριο, η έκθεση του ιατροδικαστή είναι στον φάκελο της υπόθεσης και η καταγγέλλουσα έχει κληθεί ως μάρτυρας στο δικαστήριο. Αν ο δικαστής έκανε σωστά την δουλειά του, αν αξιολόγησε σωστά το υλικό, πρέπει να το κρίνουν οι ανώτεροι του. Είναι σαφές αυτό; Έστω και ατελές, υπάρχει τέτοιο σύστημα, καθώς κάθε χρόνο οι δικαστικοί έχουν δύο αξιολογήσεις: από τον προϊστάμενο τους και από τον Άρειο Πάγο» εξήγησε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Ακόμη, ο κ. Φλωρίδης ανέφερε ότι «Το συνολικότερο πρόβλημα ποιο είναι; 113 χρόνια εκκρεμούσε το ζήτημα εάν θα καταργηθούν τα ειρηνοδικεία και θα έχουμε ενιαίο πρώτο βαθμό δικαιοσύνης. Υπήρχε νόμος του Βενιζέλου που δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, όπου εκδικάζονται το 50% των υποθέσεων τον χρόνο, έχεις το 35% των δικαστών. Υπάρχει ένα μεγάλο κενό. Με την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοσύνης, αυξάνεται ο αριθμός των δικαστών κατά 50%, άρα θα υπάρξει και επιτάχυνση στην εκδίκαση».
«Οι δικαστές πρέπει να προσαρμοστούν στα νέα νομοθετικά δεδομένα. Δεν ξέρω και θα ήταν λάθος μου να πω αν υπάρχει κάποια έρευνα για τον δικαστή», που χειρίστηκε την υπόθεση της σύλληψης του 50χρονου, μετά από την καταγγελία της 40χρονης, τόνισε εξηγώντας παράλληλα ότι ο ορισμός των τριών ημερών για την κράτηση και ο περιορισμός του χρόνου για τα αυτόφωρα αδικήματα προβλέπεται στο άρθρο 6 του Συντάγματος.
«Μαζί με τον Ποινικό Κώδικα ψηφίσαμε ένα κεφάλαιο ολόκληρο για τις διατάξεις της ενδοοικογενειακής βίας. Έχουμε ψηφίσει μια διάταξη που λέει ότι οι επαγγελματίες υγείας: πχ. γιατρός, νοσηλευτής, ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός, που έχουν μπροστά τους ένα περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας θα έχουν ασυλία αν αναφέρουν στις Αρχές το περιστατικό, καθώς μέχρι τώρα τι γινόταν; Τους έκανε μήνυση ο φερόμενος ως δράστης και έπρεπε να τρέχουν στον εισαγγελέα…», είπε ακόμη ο υπουργός Δικαιοσύνης.
«Δεν υπάρχει ποινικό σύστημα που να είναι τέλειο. Τα ποινικά συστήματα εξελίσσονται, συμπληρώνονται, ανατρέπονται. Εμείς κάναμε μια εκτεταμένη αλλαγή. Είναι σωστή η παρατήρηση ότι όταν εντοπίζουμε κάποια κενά πρέπει να ενεργούμε γρήγορα. Μην σας μείνει καμία ιδέα ότι δεν θα το κάνουμε έτσι», υπογράμμισε ο Γιώργος Φλωρίδης.
«Το υπέρτατο αγαθό που προστατεύεται από το ποινικό σύστημα είναι η ανθρώπινη ζωή, χωρίς καμία διάκριση»
Σχετικά με το αίτημα πολλών να υπάρξει αναγνώριση νομικά της γυναικοκτονίας, ο Γιώργος Φλωρίδης είπε στον ΑΝΤ1, «το υπέρτατο αγαθό που προστατεύεται από το ποινικό σύστημα είναι η ανθρώπινη ζωή, χωρίς καμία διάκριση. Η ανθρώπινη ζωή δεν πρέπει να κομματιάζεται σε διάφορες εκδοχές πχ. αν είναι άνδρας, γυναίκα, παιδί, ηλικιωμένος. Το αδίκημα της ανθρωποκτονίας τιμωρείται με την μεγαλύτερη ποινή. Ο Πρωθυπουργός έχει πει ότι ο όρος γυναικοκτονία πρέπει να παραμείνει στην δημόσια σφαίρα, γιατί ως κοινωνία έχουμε να κάνουμε πάρα πολλά και πρέπει να μείνει για να μπορούμε να διαμορφώνουμε ως κοινωνία καινούριες αντιλήψεις για τις ζωές των ανθρώπων».
Προσέθεσε ότι «όταν αφαιρείται μια ανθρώπινη ζωή, η ποινική μεταχείριση είναι για όλους ίδια. Δεν θα αλλάξει κάτι, εκτός αν κάποιοι έρθουν να πουν ότι στη γυναικοκτονία πρέπει να υπάρχει βαρύτερη ποινή».