Μια νέα επιστημονική ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2025 στο περιοδικό Nutrients φέρνει στο φως εντυπωσιακά ευρήματα σχετικά με τη σύνδεση μεταξύ της βιταμίνης D και της πρόληψης του καρκίνου του παχέος εντέρου. Οι ερευνητές ανέλυσαν δεκάδες προηγούμενες μελέτες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα αυξημένα επίπεδα βιταμίνης D είτε μέσω διατροφής είτε μέσω συμπληρωμάτων μπορούν να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, φτάνοντας ακόμη και σε ποσοστό μείωσης 58%.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου σε αριθμούς

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου, ή αλλιώς CRC (Colorectal Cancer), αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες μορφές καρκίνου παγκοσμίως. Σύμφωνα με τα στοιχεία, κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται περίπου 1,2 εκατομμύρια νέες περιπτώσεις, καθιστώντας τον τον δεύτερο συχνότερο καρκίνο στους άνδρες και τον τρίτο στις γυναίκες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο CRC κατατάσσεται τρίτος σε συχνότητα διάγνωσης και στα δύο φύλα (εξαιρουμένων των καρκίνων του δέρματος), με τον εκτιμώμενο κίνδυνο εμφάνισης να είναι περίπου 1 στις 24 για τους άνδρες και 1 στις 26 για τις γυναίκες.

Η μεθοδολογία της μελέτης

Η παρούσα μελέτη ήταν συστηματική ανασκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας, μια μεθοδολογία που επιτρέπει τη συνολική αποτίμηση υφιστάμενων δεδομένων. Οι ερευνητές επεξεργάστηκαν περισσότερες από 10.000 επιστημονικές δημοσιεύσεις, επιλέγοντας τελικά 50 μελέτες που πληρούσαν τα αυστηρά κριτήρια ένταξης: συμμετοχή ενηλίκων, διάγνωση με καρκίνο του παχέος εντέρου ή πρόδρομες αλλοιώσεις (όπως πολύποδες ή αδενώματα), ή τεκμηριωμένη ανεπάρκεια βιταμίνης D. Επιπλέον, περιέλαβαν και μελέτες όπου χορηγήθηκαν συμπληρώματα βιταμίνης D.

Τα βασικά ευρήματα

Η ανασκόπηση επιβεβαίωσε ότι η βιταμίνη D επιτελεί πολλαπλές κρίσιμες λειτουργίες στο ανθρώπινο σώμα. Μεταξύ άλλων, ρυθμίζει την επικοινωνία των νευρικών κυττάρων, διαχειρίζεται την αρτηριακή πίεση, ενισχύει την άμυνα του αναπνευστικού και δρα ως αντιοξειδωτικό. Παράλληλα, συμβάλλει στη ρύθμιση της φλεγμονής, καταστέλλει τις αυτοάνοσες αποκρίσεις και προάγει τη φυσιολογική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Αρκετές από τις μελέτες που αναλύθηκαν δείχνουν ότι η βιταμίνη D αναστέλλει την ανεξέλεγκτη κυτταρική ανάπτυξη, εμποδίζει την αγγειογένεση (δημιουργία νέων αιμοφόρων αγγείων που θρέφουν τα καρκινικά κύτταρα) και προάγει την απόπτωση, δηλαδή τον κυτταρικό θάνατο των παθολογικών κυττάρων.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η μετα-ανάλυση 31 μελετών που κατέδειξε ότι τα άτομα με υψηλή πρόσληψη βιταμίνης D (80 ng/mL) είχαν 25% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου σε σύγκριση με εκείνα που είχαν χαμηλή πρόσληψη (10 ng/mL). Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα ευρήματα της μελέτης Nurses’ Health Study στις ΗΠΑ, όπου οι γυναίκες με τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D εμφάνισαν 58% μικρότερη πιθανότητα ανάπτυξης CRC.

Παρόμοια αποτελέσματα καταγράφηκαν και στη μελέτη Iowa Women’s Health Study, όπου η συνδυασμένη υψηλή πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D μείωσε τον κίνδυνο σχεδόν στο μισό, αλλά και στη μελέτη PREDIMED στην Ισπανία, καθώς και σε ερευνητικά πρωτόκολλα που περιλάμβαναν τη λήψη συμπληρωμάτων.

Η επίδραση στους πολύποδες και τις πρόδρομες αλλοιώσεις

Η παρουσία πολυπόδων και ιδιαίτερα αδενωμάτων συνιστά πρόδρομη κατάσταση για την εμφάνιση καρκίνου. Μια καναδική μελέτη σε 1.409 άτομα διαπίστωσε ότι η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D μείωσε την πιθανότητα ανάπτυξης πολυπόδων κατά 33% και ειδικότερα των αδενωματωδών πολυπόδων υψηλού κινδύνου κατά 43%.

Ποιοι κινδυνεύουν από ανεπάρκεια;

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Παγκοσμίως, επηρεάζει μεταξύ 30% και 50% του πληθυσμού, με ακόμη υψηλότερα ποσοστά σε γυναίκες, άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα, πληθυσμούς σε ψυχρά κλίματα και χώρες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος.

Άλλοι παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο του παχέος εντέρου περιλαμβάνουν την ηλικία, τη γενετική προδιάθεση, τη διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε κόκκινο κρέας και χαμηλή σε φυτικές ίνες, την καθιστική ζωή, την παχυσαρκία, τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου και τον διαβήτη.

Η σημασία της διατροφής και του ήλιου

Η βιταμίνη D αποκαλείται και «βιταμίνη του ήλιου», καθώς συντίθεται από το σώμα μέσω της έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία UVB. Ωστόσο, σε πολλές περιοχές και ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, η έκθεση αυτή δεν είναι επαρκής. Η ρύπανση, η χρήση αντηλιακών, το σκούρο δέρμα και η κάλυψη του σώματος με ρούχα επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγή της βιταμίνης.

Γι’ αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, η διατροφή και τα συμπληρώματα αποτελούν πιο αξιόπιστες πηγές. Τροφές πλούσιες σε βιταμίνη D περιλαμβάνουν τους κρόκους αυγών, τα λιπαρά ψάρια (όπως σολομός, σκουμπρί, τόνος και σαρδέλες), ορισμένα μανιτάρια, καθώς και εμπλουτισμένα προϊόντα όπως γάλα, γιαούρτι και χυμοί πορτοκαλιού.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στη μεσογειακή διατροφή, η οποία περιλαμβάνει πολλά αντιφλεγμονώδη και πλούσια σε βιταμίνη D συστατικά. Φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής αλέσεως, ψάρια και υγιεινά λιπαρά (όπως το ελαιόλαδο) συνιστούν μια διατροφική στρατηγική με ολιστική προσέγγιση για την πρόληψη ασθενειών.

Επόμενα βήματα

Η συστηματική ανασκόπηση επιβεβαιώνει την ευεργετική δράση της βιταμίνης D στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου και στην ενίσχυση της επιβίωσης σε άτομα που ήδη νοσούν. Ωστόσο, οι συγγραφείς επισημαίνουν την ανάγκη για περαιτέρω τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, ώστε να καθοριστεί η ιδανική δόση, η μορφή και η συχνότητα χορήγησης της βιταμίνης D.

Πριν ξεκινήσει κάποιος τη λήψη συμπληρωμάτων, είναι σημαντικό να εξετάσει τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα του με κατάλληλες διαγνωστικές εξετάσεις, σε συνεργασία με γιατρό ή διαιτολόγο. Η υπερβολική πρόσληψη μπορεί να οδηγήσει σε τοξικότητα και ανεπιθύμητες παρενέργειες.

Τέλος, η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου απαιτεί πολυπαραγοντική προσέγγιση. Η βιταμίνη D αποτελεί ένα κομμάτι του παζλ, σημαντικό, αλλά όχι μοναδικό. Η ισορροπημένη διατροφή, η σωματική άσκηση, η αποφυγή καπνίσματος και η τακτική κολονοσκόπηση είναι όλα κρίσιμα στοιχεία ενός αποτελεσματικού προληπτικού σχεδίου.

Σημείωση: Αν έχετε ανησυχίες σχετικά με τα επίπεδα βιταμίνης D ή τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου, συζητήστε με τον γιατρό σας. Οι απλές αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής σας μπορεί να έχουν μακροχρόνια οφέλη για την υγεία σας.