Οι τοξικομανείς που προσπαθούν να απαλλαγούν από τον εθισμό τους δεν πρέπει να το κάνουν «στην ψύχρα», καθώς η μακροχρόνια στέρηση πυροδοτεί μια έντονη λαχτάρα για υποτροπή, όπως υποστηρίζουν ερευνητές από τον Καναδά και το Ισραήλ.
Οι επιστήμονες κάνουν λόγο για ανάγκη αλλαγής στον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι θεραπείες, καθώς πιστεύουν ότι έχουν βρει μια νέα θεραπεία που μπορεί να αντιστρέψει τις εθιστικές συμπεριφορές.
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις με τον εθισμό στην κοκαΐνη είναι τα υψηλά ποσοστά υποτροπής μετά από περιόδους στέρησης και αποχής.
Η στέρηση οδηγεί στον επαναπρογραμματισμό των γονιδίων στον εγκέφαλο, που οδηγούν σε εθιστική συμπεριφορά, αναφέρουν οι επιστήμονες από το πανεπιστήμιο McGill στον Καναδά και το πανεπιστήμιο Bar Ilan στο Ισραήλ.
Ο καθηγητής Moshe Szyf από το τμήμα Ιατρικής του καναδικού πανεπιστημίου σχολίασε σχετικά: «Κληρονομούμε τα γονίδιά μας από τους γονείς μας και αυτά τα γονίδια παραμένουν σταθερά σε όλη μας τη ζωή και περνούν στα δικά μας παιδιά. Δεν υπάρχουν πολλά που να μπορούμε να κάνουμε, για να αλλάξουμε τις δυσμενείς αλλαγές στη γενετική που κληρονομούμε. Αντίθετα, τα επιγενετικά σημάδια, όπως η μεθυλίωση του DNA, λειτουργούν ως διακόπτες και ρυθμίζουν την ‘ένταση’ των γονιδίων μας –μπορούν να απενεργοποιηθούν, να ενεργοποιηθούν ή να ρυθμιστούν- από επιγενετικά φάρμακα που αναστέλλουν τη μεθυλίωση του DNA και αφαιρώντας τα σήματα μεθυλίου από αυτά τα γονίδια».
Οι επιστήμονες προσπάθησαν να δουν, αν θα μπορούσαν να σταματήσουν την εθιστική συμπεριφορά, επηρεάζοντας τα επιγενετικά σημάδια που ενεργοποιούνταν από τη στέρηση. Για να το κάνουν αυτό, χρησιμοποίησαν επιγενετικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένου του αναστολέα μεθυλίωσης του DNA, RG108.
Τα πειράματα έγιναν σε ποντίκια, τα οποία ήταν εκπαιδευμένα στο να χορηγούν στον εαυτό τους κοκαΐνη, μετά από ένα συγκεκριμένο σήμα -ενεργοποίηση ενός ειδικού φωτός ή ήχου.
Η έντονη επιθυμία για το ναρκωτικό ή η «εθιστική» συμπεριφορά εξετάσθηκαν μετά από μια ημέρα ή 30 ημέρες μετά από τη στέρηση από την κοκαΐνη.
Μετά το πέρας των 30 ημερών, τα ποντίκια βρέθηκε ότι είχαν αναπτύξει μια έντονη συμπεριφορά αναζήτησης του ναρκωτικού, όταν εκτίθεντο στο συγκεκριμένο σήμα. Οι επιγενετικές αλλαγές στον εγκέφαλο ήταν πιο εμφανείς μετά από τις 30 ημέρες στέρησης.
«Ανακαλύψαμε, ότι η έγχυση του ναρκωτικού RG108 προτού τα ζώα εκτεθούν στο σήμα του φωτός, μετά από τη μακρά περίοδο στέρησης, όχι μόνο σταματούσε την εθιστική συμπεριφορά, αλλά αυτή διαρκούσε και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα» εξήγησε ο καθηγητής. «Αυτό υποδηλώνει, ότι μια θεραπεία με RG108 θα μπορούσε να αντιστρέψει ή ίσως και να θεραπεύσει τον εθισμό στις ουσίες».
«Με έκπληξη διαπιστώσαμε, ότι οι μεγαλύτερες αλλαγές στη μεθυλίωση του DNA συνέβαιναν όχι κατά τη διάρκεια της έκθεσης στο ναρκωτικό, αλλά κατά τη διάρκεια της στέρησης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, εκατοντάδες γονίδια άλλαξαν την κατάσταση της μεθυλίωσης του DNA, συμπεριλαμβανομένων γονιδίων που ήταν γνωστό από πριν ότι συμμετείχαν στον εθισμό» πρόσθεσε από την πλευρά του ο Dr Fal Yadid από το πανεπιστήμιο του Ισραήλ.
Η έρευνα αυτή μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους για τη θεραπεία των εθισμών στους ανθρώπους, με τους επιστήμονες να προειδοποιούν οι τρέχουσες προσεγγίσεις θα μπορούσαν να αποδειχθούν αναποτελεσματικές.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Neuroscience.