Ο διαβόητος εκτελεστής που δολοφόνησε τον μεγιστάνα της μόδας Μαουρίτσιο Γκούτσι κατ’ εντολή της πρώην συζύγου του φέρεται να αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει την Τρίτη, αφού πυροβόλησε τον γιο του στο πρόσωπο.
Ο Μπενεντέτο Τσεράουλο, 63 ετών, φέρεται να πυροβόλησε τον γιο του, Γκαετάνο, 37 ετών, κατά τη διάρκεια οικογενειακής διαμάχης και στη συνέχεια έστρεψε το όπλο στον εαυτό του, στην αυλή του ενοικιαζόμενου σπιτιού του στη Σάντα Μαρία α Μόντε, λίγο έξω από την Πίζα, σύμφωνα με ιταλικά μέσα ενημέρωσης.
Παρά τον τραυματισμό στο πρόσωπο, ο Γκαετάνο δεν έχασε ποτέ τις αισθήσεις του και «με το αίμα να τρέχει παντού… σύρθηκε μέχρι το αυτοκίνητό του», σύμφωνα με την εφημερίδα Il Tirreno.
Στη συνέχεια, οδήγησε ο ίδιος μέχρι ένα μπαρ σε πόλη της γειτονικής επαρχίας Βαλντινιέβολε, όπου εντοπίστηκε από τους διασώστες και μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε τοπικό νοσοκομείο.

Σύμφωνα με την Daily Mail, ο Γκαετάνο νοσηλεύεται πλέον σε σταθερή κατάσταση, αφού έλαβε θεραπεία στο νοσοκομείο Felice Lotti.
Ο Μπενεντέτο, ωστόσο, βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση και παραμένει στο νοσοκομείο Cisanello στην Πίζα μέχρι το βράδυ της Τρίτης.
Παράλληλα, η Αστυνομία συνεχίζει τις έρευνες για να διαπιστώσει τι ακριβώς συνέβη στο σπίτι όπου διέμενε ο Μπενεντέτο τα τελευταία δύο χρόνια, μετά την πολυετή ποινή φυλάκισης που εξέτισε για τον φόνο του Γκούτσι.
Ο Μπενεντέτο ήταν ένας χρεωμένος εστιάτορας την εποχή που αποδέχθηκε την προσφορά της Πατρίτσια Ρετζιάνι, της πρώην συζύγου του Γκούτσι, ύψους 600 εκατομμυρίων λιρετών για να τον σκοτώσει, σύμφωνα με τη La Stampa.
Στη συνέχεια συνεργάστηκε με δύο ακόμα άνδρες για να πραγματοποιήσουν τη δολοφονία στις 27 Μαρτίου 1995, όταν ο 46χρονος Μαουρίτσιο Γκούτσι έφτανε στο γραφείο του στο Μιλάνο.
Ο Μπενεντέτο καταδικάστηκε τελικά σε 28 χρόνια φυλάκιση για τη δολοφονία, αλλά του χορηγήθηκε άδεια εργασίας το 2017 και συμμετείχε σε έργο οινοπαραγωγής στο νησί-φυλακή Γκόργκονα, σύμφωνα με τους Times.
«Έχεις την ευκαιρία να μάθεις, νιώθω τυχερός», είχε δηλώσει τότε.
Η Ρετζιάνι, από την άλλη πλευρά, εξέτισε ποινή 17 ετών για την εντολή της δολοφονίας.
Της προσφέρθηκε και εκείνης άδεια εργασίας το 2011, αλλά την απέρριψε, λέγοντας: «Δεν έχω δουλέψει ποτέ στη ζωή μου και δεν σκοπεύω να αρχίσω τώρα».
Το έγκλημα που συγκλόνισε την κοινή γνώμη απασχόλησε πρόσφατα ξανά τα φώτα της δημοσιότητας μέσα από την ταινία «House of Gucci», την οποία μέλη της οικογένειας κατήγγειλαν ως παραβίαση της ιδιωτικής τους ζωής.
«Είμαστε πραγματικά απογοητευμένοι. Μιλάω εκ μέρους της οικογένειας», δήλωσε μία από τις δεύτερες ξαδέρφες του Μαουρίτσιο, η Πατρίτσια Γκούτσι, πριν από την κυκλοφορία της ταινίας.

«Κλέβουν την ταυτότητα μιας οικογένειας για να αποκομίσουν κέρδος, για να αυξήσουν τα έσοδα του χολιγουντιανού συστήματος», ανέφερε.
Ο πρόγονός της, Γκούτσιο Γκούτσι, ίδρυσε τον ομώνυμο οίκο μόδας σχεδόν έναν αιώνα πριν, στη Φλωρεντία.
Ωστόσο, η οικογένεια δεν έχει πλέον καμία ανάμειξη με τον οίκο μόδας από το 1993, όταν ο Μαουρίτσιο πούλησε το υπόλοιπο ποσοστό του στην εταιρεία Investcorp με έδρα το Μπαχρέιν.
Αργότερα, ο οίκος αγοράστηκε από τον γαλλικό όμιλο PPR, ο οποίος είναι σήμερα γνωστός ως Kering.