Τα κορτικοστεροειδή ή κορτικοειδή συνθετικά φάρμακα, παραμένουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, στην πρώτη γραμμή για την αντιμετώπιση πολλών φλεγμονωδών νοσημάτων, καθώς και νοσημάτων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Χρησιμοποιούνται ευρέως για την αντιμετώπιση φλεγμονών, σε οξεία ή χρόνια φάση, συμπεριλαμβανομένης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, των φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου, της σκλήρυνσης κατά πλάκας, της ψωρίασης και του εκζέματος. Επίσης, χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση ορισμένων μορφών λευχαιμίας, αλλά και εξαιτίας της ανοσοκατασταλτικής δράσης τους, σε περιπτώσεις μεταμόσχευσης οργάνων.
Ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση των από του στόματος κορτικοειδών, συνδέεται με σοβαρές παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της οστεοπόρωσης, του μεταβολικού συνδρόμου, αλλά και του αυξημένου κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σε αυτό λοιπόν το σημείο, δημιουργείται εύλογα το ερώτημα, εάν οι ασθενείς που λαμβάνουν κορτιζόνη, θα πρέπει να ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας τους.
Η κορτιζόνη είναι μια ορμόνη που παράγεται στον οργανισμό από τα επινεφρίδια και εμπλέκεται σε ένα ευρύ φάσμα φυσιολογικών διεργασιών, όπως είναι η απόκριση του οργανισμού στο στρες, ο μεταβολισμός των υδατανθράκων, ο καταβολισμός των πρωτεϊνών, το ηλεκτρολυτικό ισοζύγιο (νάτριο, κάλιο, ασβέστιο και φώσφορο), η ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος και των φλεγμονών και τέλος η ρύθμιση της συμπεριφοράς.
Η πρόσληψη κορτιζόνης, (με τη μορφή: υδροκορτιζόνης, πρεδνιζολόνης, δεξαμεθαζόνης) μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το μεταβολισμό και επιπλέον, η περίσσειά της, να οδηγήσει στο γνωστό ιατρογενές σύνδρομο Cushing. Τα κλινικά συμπτώματα, σχετίζονται με τον τύπο και τη δοσολογία του στεροειδούς φαρμάκου, που μπορεί να οδηγήσει σε δευτερογενείς ασθένειες, με κυμαινόμενο βαθμό σοβαρότητας, ανάλογα με την προδιάθεση του συγκεκριμένου ασθενούς και το είδος της επικείμενης ασθένειας, η οποία χρήζει θεραπείας με κορτικοειδή.
Διαιτητικές συστάσεις
Ο ρόλος της διαιτητικής παρέμβασης στη διαχείριση του ασθενούς που λαμβάνει χρόνια θεραπεία με κορτικοστεροειδή φαρμάκων, συχνά υποτιμάται. Ωστόσο, στόχος είναι η μείωση κάποιων ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη μακροχρόνια θεραπεία κορτικοειδών και η πρόληψη, αλλά και διόρθωση των μεγάλων μεταβολικών διαταραχών.
Ειδικότερα, η δίαιτα πρέπει να είναι μετρίως πλούσια σε πρωτεΐνες (1.5 γρ. ανά κιλό σωματικού βάρους την ημέρα) και χαμηλή σε λιπαρά (< 30 % των θερμίδων, το οποίο λαμβάνεται κυρίως από ακόρεστα λιπαρά οξέα ), κυρίως με βάση σύνθετους υδατάνθρακες (80%), παρέχοντας το 50% της θερμιδικής πρόσληψης.
Η διατροφή πρέπει να χαρακτηρίζεται ειδικά από τα τρόφιμα που περιέχουν λίγο νάτριο και αποδίδουν υψηλές ποσότητες νερού, ασβεστίου, μαγνησίου και καλίου. Η αποτελεσματικότητα των συμπληρωμάτων διατροφής με αντιοξειδωτικές βιταμίνες (βιταμίνη C και Ε) αλλά και σελήνιο είναι ακόμα υπό έρευνα.
Δευτερογενής διαβήτης τύπου II
Η χρήση των κορτικοστεροειδών μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα από τα κανονικά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Τα κορτικοστεροειδή παίζουν σημαντικό ρόλο στο μεταβολισμό των υδατανθράκων και προκαλούν αύξηση της παραγωγής της γλυκόζης, ενώ μειώνουν την ευαισθησία των περιφερικών ιστών στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα την αύξηση της στο αίμα. Η παρατεταμένη λοιπόν χρήση κορτικοειδών, μπορεί δυνητικά να προκαλέσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου II.
Συστάσεις για υπεργλυκαιμία (αύξηση της γλυκόζης στο αίμα): Περιορίστε τη λήψη τροφών που περιέχουν επιπλέον ζάχαρη, όπως γλυκά και ζαχαρούχα ποτά. Επιλέξτε δημητριακά ολικήςαλέσεως αντί για επεξεργασμένους υδατάνθρακες. Ρωτήστε ένα διαιτολόγο για να σας βοηθήσει με τον προγραμματισμό των γευμάτων σας, αν έχετε ήδη διαβήτη.
Αύξηση των λιπιδίων του αίματος
Με τη χρήση των κορτικοειδών, αυξάνονται τα λιπαρά οξέα του αίματος, καθώς μειώνεται η συσσώρευση λίπους στους περιφερικούς ιστούς. Επιπλέον, αυξάνεται η όρεξη, και κατ’επέκταση η λιπώδης μάζα.
Συστάσεις για αυξημένη όρεξη και αύξηση του σωματικού βάρους: Επιλέξτε τρόφιμα που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και ζάχαρη, όπως χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ή χωρίς λιπαρά γαλακτοκομικά προϊόντα, φρούτα και λαχανικά, δημητριακά ολικής και άπαχες πρωτεΐνες, όπως το κοτόπουλο και τα ψάρια.
Τα κορεσμένα λίπη πρέπει να αποτελούν λιγότερο από το 7% των ημερησίων θερμίδων και η ημερήσια πρόσληψη χοληστερόλης δεν πρέπει να ξεπερνά τα 300 mg, όμως για κάποιους (π.χ. αν η LDL είναι υψηλή) το όριο αυτό είναι 200 mg. Αντικαταστήστε τη λευκή ζάχαρη με άλλα γλυκαντικά, όπως η στέβια.
Επίσης, παρακολουθήστε προσεκτικά τις μερίδες των τροφών που καταναλώνετε. Οι μεγάλες μερίδες οδηγούν σε επιπλέον θερμίδες και αύξηση του σωματικού βάρους. Για να μπορέσετε να συγκρατήσετε την όρεξή σας, τρώτε μικρά και συχνά γεύματα, φροντίζοντας καθένα από αυτά να περιέχει άπαχη πρωτεΐνη.
Δευτερογενής οστεοπόρωση
H χρήση κορτικοειδών μπορεί να προκαλέσει μείωση της απορρόφησης του ασβεστίου στο λεπτό έντερο, ενώ αναστέλλει την επαναπορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου στα νεφρά και αυξάνει την αποβολή τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία λίθων. Η δημιουργία δευτεροπαθούς οστεοπόρωσης μπορεί να προκαλέσει σοβαρά κατάγματα.
Συστάσεις για οστεοπόρωση (απώλεια της οστικής πυκνότητας): Καταναλώστε αρκετό ασβέστιο και βιταμίνη D μέσω των τροφίμων ή/και των συμπληρωμάτων διατροφής. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι εξαιρετικές πηγές ασβεστίου. Καταναλώστε γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά, τυρί και γιαούρτι τακτικά. Εάν έχετε δυσανεξία στη λακτόζη, επιλέξτε γάλα χωρίς λακτόζη ή γάλα σόγιας εμπλουτισμένο με ασβέστιο.
Ηλεκτρολυτικές διαταραχές
Με τα κορτικοειδή γίνεται κατακράτηση νατρίου με ή χωρίς παρουσία οιδήματος, αποβάλλεται επιπλέον κάλιο και κατά συνέπεια αυξάνεται η αρτηριακή πίεση.
Συστάσεις για κατακράτηση υγρών και υψηλή αρτηριακή πίεση: Αποφύγετε τη λήψη άλατος και περιορίστε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα νατρίου, όπως ορισμένα κατεψυγμένα γεύματα και κονσερβοποιημένα τρόφιμα.
Αποφύγετε τροφές με κρυμμένο αλάτι, όπως κουλούρια, κράκερ και χρησιμοποιήστε υποκατάστατα άλατος, καθώς και καρυκεύματα για να δώσετε γεύση στο φαγητό σας. Διαβάστε τις διατροφικές ετικέτες και επιλέξετε τρόφιμα που περιέχουν 140 mg νατρίου ή λιγότερο ανά μερίδα ή 600 mg ή λιγότερο ανά συσκευασία.
Καταβολισμός των πρωτεϊνών
Στο ήπαρ παρατηρείται αυξημένη η σύνθεση πρωτεϊνών, ενώ στους μυς, δέρμα, οστά και στο συνδετικό ιστό αναστέλλεται η πρόσληψη αμινοξέων και αυξάνεται η πρωτεϊνόλυση. Κλινικά, η επίδραση αυτή εμφανίζεται σαν μυϊκή ατροφία και επιβάρυνση της οστεοπόρωσης.
Συστάσεις για αυξημένη πρωτεϊνόλυση: Συστήνεται πρόσληψη πρωτεΐνης περισσότερο από το σύνηθες ποσοστό του 15-20% των ημερησίων θερμίδων, συνήθως μέχρι το 30 % των ημερησίων θερμίδων.
Συμπληρώματα διατροφής
Συστήνεται καθημερινή λήψη ασβεστίου 1200mg, σε συνδυασμό με βιταμίνη D, η οποία βοηθά στην καλύτερη απορρόφηση του ασβεστίου, σε όλους όσους προβλέπεται να πάρουν οποιαδήποτε δόση κορτικοειδούς για περισσότερο από 3μήνες. Επειδή αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί μέσω της διατροφής, ίσως χρειαστεί να λάβετε κάποιο συμπλήρωμα διατροφής.
Για παράδειγμα, αν παίρνετε 1.200 mg ασβεστίου την ημέρα, μέσω συμπληρωμάτων, είναι καλύτερο για τη βέλτιστη απορρόφησή του να λάβετε 600 mg το πρωί και τα υπόλοιπα 600 mg το βράδυ, γιατί ο οργανισμός σας δεν μπορεί να απορροφήσει πάρα πολύ ασβέστιο την ίδια στιγμή. Επίσης, μπορείτε να λάβετε κάποιο συμπλήρωμα που συνδυάζει ασβέστιο και βιταμίνη D, για μεγαλύτερη ευκολία στην κατανάλωση.
Εάν πάρετε μια ημερήσια πολυβιταμίνη, είναι καλύτερο να τη λάβετε χωριστά από το συμπλήρωμα ασβεστίου -σε απόσταση 2 έως 4 ωρών- επειδή το συμπλήρωμα ασβεστίου θα εμποδίσει την απορρόφηση του σιδήρου, που αποδίδει η πολυβιταμίνη, από τον οργανισμό. Για αυτόν το λόγο, τα συμπληρώματα σιδήρου και ασβεστίου δεν πρέπει να λαμβάνονται ταυτόχρονα. Τέλος, συνιστάται η αυξημένη πρόσληψη νερού (2.000- 2.500 ml καθημερινά) για να περιοριστεί ο κίνδυνος νεφρολιθίασης.
Πηγή: mednutrition.gr