Πηγή ζωής, αλλά και εστία πολλών και μεγάλων κινδύνων αποτελεί για την όραση και τα μάτια μας ο ήλιος. Η τρύπα του όζοντος, οι διάφορες κλιματολογικές αλλαγές και οι ραγδαίες αλλαγές στο περιβάλλον εγκυμονούν κινδύνους που πολλές φορές αγνοούμε, καθώς το αποτέλεσμά τους είναι αθροιστικό και γίνεται «ορατό» πολλά χρόνια μετά το ξεκίνημα των πρώτων αλλοιώσεων.
Ο ΗΛΙΟΣ
Το φάσμα της ηλιακής ακτινοβολίας περιλαμβάνει τρία τμήματα: τo υπέρυθρo, τo υπεριώδες και τις ακτίνες υψηλής ενέργειας στο ορατό φάσμα (High Energy Visible – HEV). Από τα τρία αυτά μέρη η υπεριώδης ακτινοβολία (190-400 nm) και οι ακτίνες υψηλής ενέργειας (400-700 nm) είναι οι πιo βλαβερές για τα μάτια μας.
Η υπεριώδης ακτινοβολία, για την οποία γίνεται ιδιαίτερος λόγος τα τελευταία χρόνια, και η οποία δεν συνεισφέρει στην όραση, χωρίζεται ανάλογα με το μήκος κύματος σε δύο βασικά μέρη: τη UVA (315-400 nm) και τη UVB (280-315 nm). Το ποσοστό της υπεριώδους ακτινοβολίας που φτάνει στην επιφάνεια της γης εξαρτάται από το όζον της ατμόσφαιρας.
Η προοδευτική αύξηση της τρύπας του όζοντος από την αλόγιστη και ανεξέλεγκτη χρήση πολλών καταναλωτικών προϊόντων επιδεινώνει συνεχώς το πρόβλημα, καθώς ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες της βλαβερής υπεριώδους ακτινοβολίας διαπερνούν την ατμόσφαιρα και έρχονται σε άμεση σχέση με το ανθρώπινο σώμα.
Το ηλιακό φως περιέχει πολύ περισσότερη UVA και λιγότερη UVB ακτινοβολία. Η ακτινοβολία UVA έχει σχετικά χαμηλότερη ενέργεια, αλλά μπορεί να εισχωρήσει βαθύτερα στο μάτι, με αποτέλεσμα να απορροφάται κυρίως από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος του ματιού.
Εργαστηριακές μελέτες έχουν δείξει ότι η ακτινοβολία UVB έχει μεγαλύτερη ενέργεια και για το λόγο αυτό είναι πιο βλαβερή για το μάτι. Είναι υπεύθυνη για το μαύρισμα του δέρματος, αλλά, δυστυχώς, ταυτόχρονα συμβάλλει στη γήρανσή του και στον καρκίνο του δέρματος.
Το μεγαλύτερο μέρος της UVB απορροφάται από τον κερατοειδή χιτώνα και τον κρυσταλλοειδή φακό των ματιών και γι’ αυτό μπορεί να προκληθεί κυρίως βλάβη σε αυτούς τους ιστούς και όχι σε βαθύτερα μέρη του ματιού, όπως είναι ο
αμφιβληστροειδής χιτώνας. Οι ακτίνες υψηλής ενέργειας του ορατού φάσματος είναι υπεύθυνες για παθήσεις του αμφιβληστροειδούς προκαλώντας μη αναστρέψιμες βλάβες.
ΟΙ ΒΛΑΒΕΣ
Οι βλάβες που μπορεί να προκαλέσει η ηλιακή ακτινοβολία στα μάτια μπορούν να διακριθούν σε εξωτερικές και εσωτερικές.
Ξεκινώντας από τους εξωτερικούς χιτώνες των ματιών, η ηλιακή ακτινοβολία προσβάλλει αρχικά το δέρμα των βλεφάρων, δημιουργώντας πρόωρη γήρανση του δέρματος και ρυτίδες. Πέρα όμως από αυτές τις αισθητικές συνέπειες στα βλέφαρα, μπορούνδυστυχώς να δημιουργηθούν κακοήθεις όγκοι λόγω της υπερβολικής έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία.
α) Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα –βασικός επιβαρυντικός παράγοντας του οποίου είναι η υπερβολική έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία– είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου του δέρματος που προσβάλλει τα βλέφαρα. Εμφανίζεται σαν ένα μικρό ογκίδιο ή πληγή (εξέλκωση) στα βλέφαρα που δεν περνάει και προοδευτικά μεγαλώνει σε μέγεθος και εξαπλώνεται. Η έγκαιρη διάγνωση οδηγεί σε πολύ αποτελεσματική θεραπεία με μια απλή τις περισσότερες φορές αφαίρεση. Αντίθετα, σε παραμελημένες περιπτώσεις απειλείται η όραση και η ακεραιότητα του οφθαλμού.
β) H επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας είναι βλαβερή και στην εξωτερική μεμβράνη που καλύπτει το μάτι και λέγεται «επιπεφυκότας». Η συχνότερη πάθηση που σχετίζεται με την έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία είναι το πτερύγιο, που αποτελεί μια εκφύλιση του επιπεφυκότα. Έχει σχήμα τριγωνικό με κατεύθυνση προς τον κερατοειδή (που είναι ο
διάφανος χιτώνα του ματιού) που επιτρέπει στο φως να εισέλθει στο μάτι. Όταν το πτερύγιο εισχωρήσει σε μεγάλο βαθμό στον κερατοειδή, επηρεάζει την όραση.
Το πτερύγιο εμφανίζεται συχνά σε κατοίκους της νησιωτικής Ελλάδας καθώς και σε αγρότες, δηλαδή σε άτομα που εκτίθενται στον ήλιο.
Η θεραπεία του είναι χειρουργική και απαιτεί σύγχρονες επεμβάσεις και εμπειρία, καθώς το πτερύγιο μπορεί να επανεμφανιστεί. Η ηλιακή ακτινοβολία, όπως και στα βλέφαρα, μπορεί να αποτελέσει επιβαρυντικό παράγοντα για την εμφάνιση κακοήθους νεοπλασίας του επιπεφυκότα. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να υπάρχει μεγάλος βαθμός υποψίας, ώστε να γίνεται έγκαιρη διάγνωση για να μη χαθεί το μάτι.
γ) Σε ό,τι αφορά στον κερατοειδή, η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να προκαλέσει έγκαυμα, κατάσταση που είναι γνωστή ως φωτοκερατίτιδα και συνοδεύεται από έντονη ερυθρότητα, πόνο, τσούξιμο και φωτοφοβία.
Απαιτείται άμεση εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί ο βαθμός της προσβολής του κερατοειδούς και, ευτυχώς, τις περισσότερες φορές δεν υπάρχουν μακροχρόνιες επιπτώσεις στην όραση, καθότι ο κερατοειδής έχει τη δυνατότητα γρήγορης ανάπλασης.
δ) Η ηλιακή ακτινοβολία απορροφάται σε μεγάλο βαθμό και από τον κρυσταλλοειδή φακό, με αποτέλεσμα τη δημιουργία πρόωρου καταρράκτη. Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει αυξημένη συχνότητα εμφάνισης καταρράκτη σε ασθενείς που είχαν εκτεθεί για μεγάλες περιόδους στην υπεριώδη ακτινοβολία.
Καθώς ο κρυσταλλοειδής φακός απορροφά την ηλιακή ακτινοβολία, η αφαίρεση του καταρρακτικού φακού έχει σαν αποτέλεσμα την εισχώρηση της βλαβερής ηλιακής ακτινοβολίας στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Ωστόσο, οι τελευταίας γενιάς ενδοφακοί διαθέτουν ειδικό φίλτρο απορρόφησης της ηλιακής ακτινοβολίας UV και ελαφρύ κίτρινο
χρωματισμό, με σκοπό την προστασία από τη βλαβερή ηλιακή ακτινοβολία.
Μεγάλος αριθμός μελετών που έχουν διεξαχθεί για την αξιολόγηση αυτών των ενδοφακών έχουν δείξει ότι οι φακοί αυτοί είναι ασφαλείς και αποτελεσματικοί, χωρίς να επηρεάζουν τη χρωματική αντίληψη των ασθενών. Οι φακοί αυτοί έχουν μάλιστα δείξει βελτίωση της ευαισθησίας αντίθεσης σε διαβητικούς ασθενείς με προϋπάρχουσες διαταραχές της χρωματικής αντίληψης, αλλά και βελτίωση της χρωματικής αντίληψης στον άξονα μπλε-κίτρινο.
ε) Μια άλλη σοβαρή πάθηση των ματιών είναι η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, η οποία είναι η κύρια αιτία τύφλωσης του σύγχρονου κόσμου και της οποίας τα αίτια δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένα.
Ένας από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξή της θεωρείται η υπερβολική έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και ιδιαίτερα στις ακτίνες υψηλής ενέργειας του ορατού φάσματος. Πιστεύεται ότι η απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας από τα κύτταρα του μελάγχρου επιθηλίου και από τους νευρώνες του αμφιβληστροειδούς
παρουσία οξυγόνου οδηγεί στη δημιουργία ελεύθερων ριζών, οι οποίες έχουν τοξική δράση στο μελάγχρουν επιθήλιο του αμφιβληστροειδούς. Λόγω αυτής της δυσλειτουργίας, απόβλητα της φυσιολογικής κυτταρικής λειτουργίας συσσωρεύονται και προκαλούν καταστροφή του πλέον σημαντικού για την κεντρική όραση τμήματος του αμφιβληστροειδούς, που ονομάζεται «ωχρά κηλίδα». Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η μείωση ή και απώλεια της κεντρικής όρασης.
Τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό η αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων με τη χρήση της φωτοδυναμικής θεραπείας, καθώς και νέων αντιαγγειογενετικών φαρμάκων που εφαρμόζονται σε επιλεγμένες καταστάσεις ή σαν συνδυασμένη θεραπεία.