Η λήψη αναλγητικών για μεγάλο χρονικό διάστημα και σε μεγάλες δόσεις, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο πρόκλησης εμφραγμάτων και εγκεφαλικών, σημειώνει νέα έρευνα Ελβετών επιστημόνων.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου της Βέρνης, υπό τον καθηγητή κλινικής επιδημιολογίας Πίτερ Τζούνι του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, ανέλυσαν 31 μελέτες-κλινικές δοκιμές σε περισσότερους από 116.400 ασθενείς, όσον αφορά επτά φάρμακα γνωστών εταιριών.
Οι φόβοι έχουν να κάνουν τόσο με τα παλαιότερα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, όσο και με τα νεότερης γενιάς αντιφλεγμονώδη, γνωστά ως αναστολείς Cox-2. Οι γιατροί σε πολλές χώρες συνταγογραφούν συχνά αυτά τα φάρμακα για την αντιμετώπιση του πόνου σε διάφορες καταστάσεις (π.χ. οστεοαρθρίτιδα). Συνήθως λαμβάνονται σε μεγαλύτερες δόσεις, σε σχέση με τα πιο απλά αναλγητικά, που χρησιμοποιούνται, για παράδειγμα, κατά των περιστασιακών πονοκεφάλων.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το αναλγητικό lumiracoxib αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος, ενώ το ibuprofen συνδέεται με υπερτριπλάσιο κίνδυνο για εγκεφαλικό. Το diclofenac σχεδόν τριπλασιάζει τον κίνδυνο, ενώ το etoricoxib σχετίζεται με σχεδόν τετραπλάσιο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακή αιτία. Από τα επτά φάρμακα, το λιγότερο επικίνδυνο για την καρδιαγγειακή ασφάλεια φαίνεται να είναι το naproxen.
«Αν και παραμένει η αβεβαιότητα, λίγα στοιχεία υπάρχουν που να υποδηλώνουν ότι οποιοδήποτε από τα φάρμακα, που ερευνήσαμε, είναι ασφαλές από καρδιαγγειακή άποψη», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης. Πάντως ο συνολικός απόλυτος αριθμός εμφραγμάτων και εγκεφαλικών ήταν χαμηλός, σε σχέση με τον αριθμό των ασθενών της μελέτης. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους ερευνητές, τόσο οι γιατροί όσο και οι ασθενείς θα πρέπει να συνυπολογίζουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο που ενέχει η χορήγηση αυτών των αναλγητικών φαρμάκων.