«Ψήλωσαν» τα …Ιμαλάια όρη από το μεγάλο – καταστροφικό σεισμό, μεγέθους 7,9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που έπληξε το Νεπάλ το περασμένο Σάββατο. Όπως εξηγεί, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο ομότιμος καθηγητής Γεωφυσικής, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Βασίλης Παπαζάχος, το γεωλογικό αυτό φαινόμενο, εξελίσσεται εδώ και εκατομμύρια χρόνια και οφείλεται στη σύγκρουση δύο πλακών (της Ινδικής με την Ασιατική). Με απλά λόγια, η Ινδία «σπρώχνει», προς τα επάνω και «συμπιέζει» την υπόλοιπη Ασία, η οποία μετατοπίζεται με τη σειρά της, ετησίως, κατά 10 εκατοστά περίπου, με αποτέλεσμα να αυξάνεται, αντίστοιχα, κατά μερικά εκατοστά και το υψόμετρο των Ιμαλαΐων.
«Οι συγκλίσεις και οι συγκρούσεις των δύο αυτών πλακών είναι πολύ μεγάλες, και κατά συνέπεια στην περιοχή αυτή σημειώνονται πολύ μεγάλοι, σε μέγεθος, σεισμοί. Στο Αιγαίο, για παράδειγμα, η αφρικανική πλάκα συγκρούεται με την ευρασιατική και βυθίζεται κατά 4 περίπου εκατοστά το χρόνο, ενώ στην περίπτωση του Νεπάλ ξεπερνά τα 10 εκατοστά», υπογραμμίζει ο κ. Παπαζάχος.
Ο κ. Παζάχος πάντως, διαβεβαιώνει ότι είναι πολύ δύσκολο, έως απίθανο, το ενδεχόμενο να επηρεαστεί η Ελλάδα από τον ισχυρό – φονικό σεισμό, μεγέθους 7,9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, από το λεγόμενο «φαινόμενο ντόμινο». «Εκτός ότι η Ελλάδα απέχει πάρα πολύ από το Νεπάλ, είναι σχεδόν απίθανο να “συντονιστεί” ο ευρύτερος σεισμογόνος χώρος της Ινδίας με τα ρήγματα του Αιγαίου και να προκληθεί σεισμική διέγερση και στη χώρα μας», υπογραμμίζει ο κ. Παπαζάχος, ο οποίος αναφέρει επίσης, ότι υπάρχει, επίσης και πολύ μικρή πιθανότητα να επηρεαστούν από το σεισμό των 7,9 Ρίχτερ άλλες χώρες, με υψηλή σεισμική δραστηριότητα, όπως η Ιαπωνία.
Ωστόσο, εμφανίζεται ιδιαίτερα ανήσυχος, σ΄ ό,τι αφορά τη σεισμική εξέλιξη στο Νεπάλ, καθώς δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να σημειωθούν ισχυροί μετασεισμοί, το επόμενο χρονικό διάστημα, με μεγέθη που μπορεί να φθάσουν ακόμα και τα 7 Ρίχτερ.
Το γεγονός αυτό ενδέχεται να προκαλέσει νέες καταστροφές σε κτίρια και υποδομές, πιθανόν να χάσουν τη ζωή τους και άλλοι άνθρωποι. «Οι μετασεισμοί μπορεί να φθάσουν σε μέγεθος και τα 7 Ρίχτερ. Με δεδομένο ότι όλα τα κτίρια και οι υπόλοιπες κτιριακές υποδομές έχουν υποστεί ζημίες δεν είναι απίθανο να προκληθούν και νέες καταρρεύσεις, ενδεχομένως να χάσουν τη ζωή τους και άλλοι άνθρωποι, κάτι που απευχόμαστε όλοι», τονίζει. Αναφέρει χαρακτηριστικά μετά το μεγάλο σεισμό, μεγέθους 6,2 R, που «χτύπησε» το Σεπτέμβριο του 1986 την Καλαμάτα, λίγες μέρες αργότερα σημειώθηκε μεγάλος μετασεισμός, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει μια πολυκατοικία. «Σώθηκαν δεκάδες άνθρωποι επειδή είχαν ειδοποιηθεί να μην επιστρέψουν στα σπίτια τους. Και στο Νεπάλ η κατάσταση είναι πολύ επικίνδυνη, αν δεν εκτονωθεί η μετασεισμική δραστηριότητα», λέει.
Ο ομότιμος καθηγητής, σχολιάζοντας το γεγονός ότι οι νεκροί από το σεισμό στο Νεπάλ ξεπέρασαν τις 3.500 και οι καταστροφές είναι σχεδόν βιβλικές, λέει χαρακτηριστικά ότι οι επιπτώσεις ενός σεισμού είναι ανάλογες με το βιωτικό επίπεδο κάθε χώρας. «Οι κατασκευές στο Κατμαντού ήταν ευτελείς, σε σχέση με ευρωπαϊκές πόλεις, ακόμα και με την Ελλάδα. Όσο φτωχή είναι μια χώρα τόσο μεγαλύτερες είναι οι καταστροφές από ένα μεγάλο σεισμό», λέει χαρακτηριστικά. Επαναλαμβάνει, πάντως, για άλλη μια φορά ότι ο προσεισμικός έλεγχος σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, «σώζει ζωές» από τον Εγκέλαδο και επισημαίνει ότι παρά την οικονομική κρίση, θα πρέπει τα κτίρια να ελέγχονται.
Στο Νεπάλ οι μεγάλες βλάβες σε κτίρια και υποδομές, προκλήθηκαν σε μια ακτίνα 150 περίπου χιλιομέτρων από το επίκεντρο του σεισμού, ενώ κάθε 50 χρόνια περίπου, είναι πιθανόν να σημειωθεί ένας σεισμός που να αγγίζει σε μέγεθος τα 8 Ρίχτερ. Ο τελευταίος καταστροφικός σεισμός είχε σημειωθεί το 1933, είχε μέγεθος 8 Ρίχτερ και σκοτώθηκαν περισσότεροι από 10.000 κάτοικοι.
Το σεισμικό ρήγμα από το οποίο προκλήθηκε ο σεισμός της 25ης Απριλίου, φθάνει σε μήκος τα 100 χιλιόμετρα και η ενέργεια που προκλήθηκε είναι τεράστια και ισοδυναμεί με έκρηξη πυρηνικής βόμβας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις σεισμολόγων στο ΑΠΘ, οι οποίοι προβλέπουν ότι οι μετασεισμοί θα συνεχιστούν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, πιθανόν ακόμα και 2 – 3 χρόνια.