Η αναποτελεσματικότητα των μέτρων που εφαρμόζονται στην Ελλάδα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη βιωσιμότητα του χρέους ήταν το κεντρικό σημείο της τοποθέτησης του Προέδρου της ΓΣΕΕ Γιάννη Παναγόπουλου κατά τις συναντήσεις που είχε σήμερα στο Βερολίνο, με την Καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ και εκπροσώπους των γερμανικών κομμάτων.
Σύμφωνα με τον κ. Παναγόπουλο, η Καγκελάριος, αναφερόμενη στην αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, επισήμανε ότι «υπάρχουν διαφορετικές απόψεις», αλλά δήλωσε πρόθυμη να ενημερωθεί για τις προτάσεις των ελληνικών συνδικάτων, ακόμη και σε μια μελλοντική επίσκεψή της στην Αθήνα.
Ο Πρόεδρος της ΓΣΕΕ, ο οποίος συμμετείχε στη συνάντηση της κ. Μέρκελ με τον Πρόεδρο των Γερμανικών Συνδικάτων Μίχαελ Ζόμερ και εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων από ευρωπαϊκές χώρες, παρουσίασε τις προτάσεις του για έξοδο από την κρίση, αναδεικνύοντας την ανάγκη αλλαγής της πολιτικής που εφαρμόζεται από πολιτικές οι οποίες θα αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, την εισφοροδιαφυγή, ενώ θα εγγυώνται την σωστή διαχείριση των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων.
Ο κ. Παναγόπουλος τόνισε ότι επιβάλλεται να δοθεί οριστικό τέλος στη συνεχή συμπίεση μισθών και συντάξεων και στην επιβολή νέων φόρων. «Πρόκειται για αποτυχημένες και επικίνδυνες πολιτικές αργού θανάτου», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στα αποτελέσματα της εφαρμοζόμενης πολιτικής, ο Πρόεδρος της ΓΣΕΕ έκανε λόγο για προβλέψεις που θέλουν την ύφεση να φθάνει ως και το 25-30%, «ποσοστά που απαντώνται σε καιρό πόλεμου», όπως σχολίασε και έκανε λόγο για διαρκή «πτωχοποίηση των Ελλήνων», με το 30% του πληθυσμού να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Αμφισβήτησε δε ευθέως ότι η σημερινή πολιτική μπορεί πράγματι να καταστήσει μακροπρόθεσμα βιώσιμο το χρέος και να εξασφαλίσει υψηλότερη ανταγωνιστικότητα. «Παρά το PSI και τη νέα δανειακή σύμβαση, το 2015 – το παραδέχονται Κομισιόν και ΔΝΤ – θα χρειαστούν νέα δάνεια», δήλωσε και τάχθηκε υπέρ της εφαρμογής ενός συμφώνου αλληλεγγύης και ανάπτυξης «για οικονομικά βιώσιμες και κοινωνικά αποδεκτές λύσεις, με συμμετοχή των εργαζομένων, δημοκρατία και σεβασμό των εθνικών και ευρωπαϊκών θεσμών».