Με «άλλο μάτι» ενδέχεται να αρχίσουν να βλέπουν τις ελληνικές επιχειρήσεις ένδυσης οι μεγάλες αλυσίδες ρούχων του εξωτερικού, που είχαν μετακινήσει μέρος της παραγωγής τους σε χώρες της Ασίας.
Η αναταραχή που προκλήθηκε σε χώρες όπως η Κίνα και το Μπαγκλαντές, λόγω της πανδημίας, πιθανώς να οδηγήσει αυτές τις μεγάλες επιχειρήσεις στο να αναζητήσουν πιο κοντινές αγορές για το ράψιμο ενδυμάτων private label (ιδιωτικής ετικέτας).
Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής και Ετοίμου Ενδύματος Ελλάδος (ΣΕΠΕΕ), Θεόφιλος Ασλανίδης, αναφερόμενος σε μια πιθανή θετική πτυχή των αλλαγών που προκαλεί η Covid-19 στην αγορά.
«Κάθε κρίση φέρνει ευκαιρίες. Αυτό που σήμερα είναι ορατό πως μπορεί να συμβεί, είναι ότι μετά τις χρηματοοικονομικές ζημίες που υπέστησαν οι επιχειρήσεις αυτές, λόγω του “στραπάτσου” σε Κίνα, Μπαγκλαντές και άλλες ασιατικές αγορές, σκέφτονται τώρα πως προέχει να βρουν και νέους παραγωγούς.
Να μεταφέρουν δηλαδή μέρος της παραγωγής τους σε χώρες πιο κοντινές γεωγραφικά, από όπου η προμήθεια των προϊόντων μπορεί να γίνεται πολύ ταχύτερα, ώστε να μην είναι το ίδιο εκτεθειμένες σε μελλοντικές κρίσεις» σημειώνει, με αφορμή την ανακοίνωση στοιχείων, που δείχνουν αισθητή πτώση τόσο των εξαγωγών, όσο και των εισαγωγών στη χώρα κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2020.
Μέχρι πέντε μήνες για να φτάσει στη Γερμανία ένα κοντέινερ από την Κίνα, ως έξι εβδομάδες από την Ελλάδα
Όπως λέει, ένας Γερμανός έμπορος θέλει να έχει την εαρινή κολεξιόν στη βιτρίνα ήδη από τον Φεβρουάριο.
Για να είναι αυτό εφικτό και λαμβανομένου υπόψη ότι η παραγγελία πιθανότατα θα φύγει από την Κίνα μέσα σε κοντέινερ δια θαλάσσης και όχι αεροπορικά, ώστε να μείνει η τιμή της χαμηλή, ο έμπορος χρειάζεται να παραγγείλει τον Σεπτέμβριο.
Εν ολίγοις χρειάζονται τέσσερις – πέντε μήνες από τη στιγμή που θα παραγγείλει τα ρούχα στην Κίνα μέχρι να τα παραλάβει στη Γερμανία.
Αν παραγγείλει από ελληνικές εταιρείες, θα χρειαστούν κατά μέσο όρο τρεις-έξι εβδομάδες, εξηγεί.
Δεδομένου ότι στη διάρκεια τεσσάρων-πέντε μηνών, μπορούν να συμβούν στον πλανήτη σημαντικές αλλαγές, ο μικρός χρόνος παράδοσης θεωρείται πλέον σημαντικό πλεονέκτημα.
Πιθανή βελτίωση της εικόνας των εξαγωγών από το πρώτο εξάμηνο του 2021
Κατά τον ίδιο, η πορεία των ελληνικών εξαγωγών ρούχου εκτιμάται ότι θα μπορούσε σταδιακά να βελτιωθεί ήδη από το πρώτο εξάμηνο του 2021, ενώ αντίθετα, για την εγχώρια αγορά πιθανότατα θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος, με τη σταδιακή ανάκαμψη να αρχίζει να εκδηλώνεται αργότερα, από το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους.
Πώς όμως εξελίχθηκε το πρώτο μισό του τρέχοντος έτους για τις ελληνικές πωλήσεις προϊόντων ένδυσης-κλωστοϋφαντουργίας;
«Φαίνεται πως σε ό,τι αφορά τις εξαγωγικές εταιρίες ρούχων private label, που οι εξαγωγές τους αντιστοιχούν στο 50% των συνολικών εξαγωγών ενδυμάτων (σ.σ. το υπόλοιπο αφορά σε πωλήσεις επώνυμου ελληνικού ρούχου), τα πράγματα πήγαν καλύτερα. Κι αυτό διότι οι πελάτες τους πραγματοποιούν σε μεγάλο βαθμό διαδικτυακές πωλήσεις ρούχων και εκεί δεν είχαμε πτώση, αλλά ακόμα και αύξηση» σημειώνει.
«Καταστροφικό» το πρώτο δίμηνο
Αναλυτικότερα, βάσει στοιχείων του ΣΕΠΕΕ, οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας έπληξαν εξαγωγές και εισαγωγές κατά τον Μάρτιο και Απρίλιο, λόγω του κλεισίματος των καταστημάτων σε πολλές χώρες.
Ενώ το πρώτο δίμηνο, είχε ξεκινήσει με αύξηση συνεχίζοντας την πολύ καλή πορεία του 2019, το δεύτερο δίμηνο ήταν -σύμφωνα με τον Σύνδεσμο- καταστροφικό. Συνολικά το πρώτο τετράμηνο, η αξία των ελληνικών εξαγωγών ενδυμάτων έφτασε τα 251 εκατ. ευρώ (-21% έναντι του 2019).
Μειωμένες ήταν οι εξαγωγές της κλωστοϋφαντουργίας (-3,2%, στα 133 εκατ. ευρώ), ενώ αισθητή πτώση σημείωσαν οι πωλήσεις ελληνικού βαμβακιού στο εξωτερικό (-31%, στα 157 εκατ). Συνολικά οι εξαγωγές της αλυσίδας ένδυσης – κλωστοϋφαντουργίας, συμπεριλαμβανομένης της πρωτογενούς παραγωγής (βαμβακιού), κατέγραψαν μείωση 21% το πρώτο τετράμηνο και διαμορφώθηκαν σε 541 εκατ.
Ειδικά το πρώτο δίμηνο της άνοιξης, όταν οι επιπτώσεις της πανδημίας ήταν εντονότερες, η πτώση των εξαγωγών όλης της αλυσίδας ανήλθε σε 35,6% τον Μάρτιο και σε 56% τον Απρίλιο, ενώ οι εξαγωγές ειδικά των ενδυμάτων ήταν μειωμένες κατά 38% τον Μάρτιο και 61% τον Απρίλιο.
Μείωση κατά 18% καταγράφηκε στις εισαγωγές ενδυμάτων και κατά 6% της κλωστοϋφαντουργίας.
Αύξηση διαδικτυακών πωλήσεων άνω του 30%
Πάντως, αρκετές ήταν και οι επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν ηλεκτρονικές πωλήσεις την περίοδο του lockdown. «Από επικοινωνία που είχαμε με αρκετές επιχειρήσεις-μέλη μας προκύπτει ότι στο διάστημα Μαρτίου-Μαΐου, που ήταν κλειστά τα φυσικά καταστήματα, οι διαδικτυακές πωλήσεις τους αυξήθηκαν από τουλάχιστον 30% έως και 200%» σημειώνει.
Κατά τον κ. Ασλανίδη, στο επόμενο χρονικό διάστημα ενδέχεται να δούμε επιχειρήσεις να επενδύουν στην τεχνολογία, αντί σε νέα φυσικά καταστήματα, καθώς πολλοί καταναλωτές που δεν είχαν ξαναχρησιμοποιήσει το Διαδίκτυο για τις αγορές τους και εξοικειώθηκαν με αυτό στη διάρκεια του lockdown, ενδέχεται να διατηρήσουν τη συνήθεια των ηλεκτρονικών αγορών.
Σε ό,τι αφορά την εγχώρια αγορά, κατά το πρώτο τετράμηνο, η μείωση στις πωλήσεις χονδρικής κυμαίνεται σε ποσοστό 24%, ενώ στη λιανική η πτώση είναι 30%. Ειδικά τον Μάρτιο, οπότε άρχισε το lockdown, οι πωλήσεις λιανικής μειώθηκαν κατά 43% ενώ τον Απρίλιο η πτώση ανήλθε σε 80%.
Πώς όμως κινήθηκε το δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου; Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ασλανίδης, παρότι δεν έχουν οριστικοποιηθεί τα σχετικά στοιχεία, οι λιανικές πωλήσεις στο εν λόγω δίμηνο εκτιμάται ότι ήταν μειωμένες κατά 20%-30%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Ερωτηθείς δε, αν είναι αισιόδοξος για το υπόλοιπο της χρήσης, σημειώνει ότι οι επιδόσεις του κλάδου εξαρτώνται σε αρκετά μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, οπότε η αναμενόμενη μείωση των αφίξεων αναμένεται να επηρεάσει αντίστοιχα και τις πωλήσεις ρούχου.
Τα αποθέματα και οι πωλήσεις του 2021
Τι έχει μείνει σήμερα στις αποθήκες των επιχειρήσεων του κλάδου; Κατά τον κ. Ασλανίδη, στην περίπτωση των εξαγωγικών επιχειρήσεων μπορεί να υπήρξαν κάποιες καθυστερήσεις και ακυρώσεις, αλλά η κατάσταση αποκαταστάθηκε.
Το πρόβλημα αφορά κυρίως τις επιχειρήσεις που είτε πωλούν χονδρική είτε δεν πρόλαβαν να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην εγχώρια αγορά.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχουν αποθέματα ρούχων της θερινής κολεξιόν, είτε στις αποθήκες των επιχειρήσεων είτε και στα ίδια τα καταστήματα, που αν δεν καταστεί δυνατόν να πουληθούν, θα επανέλθουν στις βιτρίνες την άνοιξη του 2021, με αποτέλεσμα μειωμένες παραγγελίες καινούργιων ρούχων τη νέα χρονιά.