Η αδυναμία άντλησης ρευστότητας από τις τράπεζες εξελίσσεται σε εφιάλτη χωρίς τέλος για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Η καθαρή ροή της χρηματοδότησης τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις εξακολουθεί να κινείται σε αρνητικό έδαφος, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*
Το κόστος του χρήματος είναι τριπλάσιο σε σχέση με το μέσο όρο της ευρωζώνης: το Σεπτέμβριο το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών και επαγγελματικών δανείων ήταν 6,15% και 7,56% αντίστοιχα, όταν το μέσο επιτόκιο δανεισμού προς τις επιχειρήσεις στην ευρωζώνη δεν ξεπερνούσε το 2,2%. Σήμερα όλο και περισσότερες επιχειρήσεις οδηγούνται σε κλείσιμο, λυγίζοντας κάτω από αυτό το βάρος. Όσες καταφέρνουν να επιβιώνουν, λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά για να εξυπηρετούν το δανεισμό τους. Συντηρείται έτσι ένας φαύλος κύκλος, που δημιουργεί διαρκώς νέα λουκέτα στην αγορά, νέες απώλειες θέσεων εργασίας, αλλά και νέα κόκκινα δάνεια.
Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της ασφυξίας είναι βεβαίως η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Με τον τρόπο αυτό, όμως, εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του συστήματος και όχι η επιστροφή της ρευστότητας.
Ο στόχος αυτός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών, με άρση των κεφαλαιακών ελέγχων και την εμπέδωση κλίματος πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας στη χώρα.
Μια εξίσου σημαντική πρόκληση είναι η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με ένα ρεαλιστικό σχέδιο, το οποίο θα εστιάζει στην υποστήριξη βιώσιμων επιχειρήσεων και στη διατήρηση θέσεων εργασίας. Εύκολες λύσεις στον τομέα αυτό δεν υπάρχουν. Όμως δεν υπάρχουν περιθώρια για συνέχιση της εκκρεμότητας.
Όσο δεν μπορούν να διοχετευθούν νέα δάνεια στην αγορά με βιώσιμο κόστος, δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη της οικονομίας. Αντίστοιχα, όσο δεν ανακάμπτει η οικονομία δεν μπορούν να υπάρξουν βιώσιμες τράπεζες. Το σπιράλ της ύφεσης πρέπει επιτέλους να σπάσει.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ