Είναι μία από τις τελευταίες πραγματικές απολαύσεις που μας έχουν μείνει. Ο κορονοϊός προσπάθησε αρκετά είναι η αλήθεια να μας πάρει και την ευχαρίστηση του να πίνουμε ένα ποτήρι καφέ έξω, στο σπίτι, οπουδήποτε είχαμε συνηθίσει τέλος πάντων. Αλλά δεν τα κατάφερε. Να είναι καλά τα καταστήματα take away και οι οδηγοί ντελίβερι βέβαια που έδωσαν μάχη και έφερναν τις παραγγελίες που έπεφταν σωρηδόν, ειδικά την περίοδο της καραντίνας.
Τα απόνερα του κορονοϊού ωστόσο δεν τα έχουμε δει ακόμα στην ολότητά τους και τώρα σιγά σιγά αρχίζουν να εμφανίζονται τα πρώτα σοβαρά προβλήματα. Επιχειρήσεις να βαράνε «κανόνια» μην έχοντας δουλέψει ουσιαστικά για 2 σχεδόν χρόνια. Εργαζόμενοι να φεσώνουν λογαριασμούς και ενοίκια μιας και το εισόδημά τους συρρικνώθηκε τα χρόνια της πανδημίας.
Το τελευταίο σοβαρό απότοκο του Covid είναι οι ανατιμήσεις στις τιμές αγαθών και πρώτων υλών που επηρεάζουν τους πολίτες σε παγκόσμια κλίμακα. Η τιμή του καφέ που φτάνει στα χέρια μας ακριβαίνει συνεχώς. Ας δούμε γιατί η αγαπημένη συνήθεια μπορεί να γίνει πολυτέλεια.
Πού βρισκόμαστε τώρα σε παγκόσμιο επίπεδο
Οι παίκτες της παγκόσμιας αγοράς καφέ έχουν ήδη αρχίσει να ανησυχούν όσον αφορά τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην διεθνή αγορά η ανατίμηση του λατρεμένου προϊόντος.
Οι τιμές έχουν πάρει την ανηφόρα χωρίς να υπάρχει κάτι να τις φρενάρει και το βλέμμα των επιχειρηματιών έχει στραφεί σε αυτό το πεδίο σχεδόν αποκλειστικά ξεχνώντας τις ηθικές πρακτικές παραγωγής και την υποστήριξη των παραγωγών μέσα από προγράμματα βιωσιμότητας. Ζητήματα δηλαδή που απασχολούσαν την παγκόσμια κοινότητα του καφέ προ κορονοϊού.
Μέσα στο 2021 η τιμή C του καφέ (ο χρηματιστηριακός δείκτης που καθορίζει την τιμή της ποικιλίας Arabica στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης), ανέβηκε από τα 1,07 δολάρια στα 1,95 δολάρια ανά λίβρα (454 γρ.), ενώ τον Ιούλιο είχε αγγίξει τα 2,08 δολάρια.
Ως εκ τούτου οι πράσινοι άψητοι κόκκοι Arabica να έχουν αυξηθεί κατά 80% μέσα σε μία χρονιά. Οι τιμές για τη λιγότερο γευστική και πιο οικονομική ποικιλία Robusta έχουν αυξηθεί κατά 30%. Τίποτα δεν αποκλείει ότι τους ερχόμενους μήνες οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τις αγορές μακροπρόθεσμα.
Πώς εξηγούνται όμως οι ανατιμήσεις;
Η κλιματική αλλαγή δεν θα μπορούσε να μην είναι πανταχού παρούσα. Άλλωστε εάν δεν καταλάβουμε… χθες ότι πρέπει να υπάρξει άμεσα μια αλλαγή στον τρόπο ζωή μας και στον τρόπο που είναι δομημένος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, μετράμε αντίστροφα.
Η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα καφέ στον κόσμο, η Βραζιλία, απ’ όπου προέρχεται το 35% της παγκόσμιας παραγωγής, αντιμετώπισε μια σειρά ακραίων καιρικών φαινομένων. Ο καιρός πάντα παίζει ρόλο στην παραγωγή αλλά οι αγρότες πάντα έβρισκαν τον τρόπο να ισορροπούν. Τη φετινή χρονιά όμως, τα πράγματα χαρακτηρίζονται ως δραματικά. Ο συνδυασμός ξηρασίας, που μείωσε τις ποσότητες των καρπών, με τους δυνατούς παγετούς, που κατέστρεψαν μέχρι και ολόκληρα δέντρα, προβλέπεται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα μια σοδειά εξαιρετικά μικρή. Οι αρχές της Βραζιλίας κάνουν λόγο για τη μικρότερη σοδειά των τελευταίων 12 χρόνων.
Και το πρόβλημα είναι ότι η φετινή κακή χρονιά θα έχει αντίκτυπο και στην παραγωγή των επόμενων ετών. Τα καφεόδεντρα χρειάζονται έως και πέντε χρόνια για να ωριμάσουν, οπότε θα περάσουν κάποιες σεζόν μέχρι να φανεί ακριβώς η έκταση της ζημιάς. Ειδικοί εκτιμούν ότι, αν τελικά ο παγετός προκαλέσει τη μέγιστη ζημιά, θα υπάρξουν σοβαρές μακροχρόνιες ελλείψεις στα παγκόσμια αποθέματα του καφέ, ενώ οι τιμές μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 3 ή ακόμα και 4 δολάρια.
Αυτό σημαίνει ότι οι παίκτες της βιομηχανίας του καφέ θα προσπαθήσουν να κάνουν συσσώρευση αποθεμάτων για να αντιμετωπίσουν τις επερχόμενες ελλείψεις εκτοξεύοντας τις τιμές του προϊόντος σε δυσθεώρητα ύψη.
Ένας δευτερεύον λόγος που έχει επηρεάσει στις αυξήσεις των τιμών ήταν τα «μετα-πανδημικά μποτιλιαρίσματα» στα λιμάνια καθώς το διεθνές διαμετακομιστικό εμπόριο έχει αυξήσει το κόστος των αποστολών αλλά και οι αντικυβερνητικές ταραχές στην Κολομβία οι οποίες διέκοψαν τις εξαγωγές διαταράσσοντας την παγκόσμια προσφορά.
Πόσο αναμένεται να πληρώνουμε για έναν καφέ
Έχουν ακουστεί διάφορα σενάρια για τις τιμές που ενδεχομένως να αγγίξει ο καφές στην Ελλάδα χωρίς ωστόσο να κινούνται στη σφαίρα του πραγματικού. Αυτό τουλάχιστον ανέφερε ο Γιάννης Δαβερώνης, πρόεδρος Ένωσης Εστιατορίων & Συναφών Αττικής μιλώντας στο Newsbeast.
Μεταξύ άλλων ο κ. Δαβερώνης ανέφερε ότι τα όσα ακούγονται περί διπλασιασμού τιμής του καφέ, ότι από 1,50 ευρώ έως 2,50 ευρώ που κινείται δηλαδή σήμερα το take away, θα πάει στα 5 ευρώ και άνω, δεν είναι καθόλου ρεαλιστικά. «Είναι πιστολιές στον αέρα, τα έχουμε ξανακούσει όλα αυτά» μας λέει ο ίδιος και προσθέτει: «Πριν από δύο με τρία χρόνια οι προμηθευτές κρέατος διέρρεαν ότι η τιμή στο σουβλάκι θα φτάσει στα 3,50 ευρώ και 4 ευρώ. Τελικά, αυτό δε συνέβη. Οι τιμές στο σουβλάκι σήμερα είναι ανταγωνιστικές και κυμαίνονται από 1,80 ευρώ ως 2,80 ευρώ.
Από την πλευρά του ο ιδιοκτήτης καφέ Βαλάντης Λαμπριανίδης μιλώντας στις αρχές Σεπτεμβρίου στο Mega ανέφερε ότι «εμείς είμαστε καφεκοπτείο και παίρνουμε πράσινο καφέ, δηλαδή την πρώτη ύλη, και τον επεξεργαζόμαστε εμείς, προσπαθούμε να κρατάμε χαμηλά τις τιμές. Αν αλλάξουν τα πράγματα με την πρώτη ύλη, τότε θα αναγκαστούμε να ανεβάσουμε τις τιμές. Έχουν ανέβει πολύ και τα ναύλα. Μέχρι τώρα δεν έχει επηρεαστεί ακόμα ο καφές, υπολογίζουμε ότι από την επόμενη σοδιά θα δούμε τις ανατιμήσεις».
Όσο για το πού μπορεί να φτάσει η τιμή του καφέ, ο ίδιος εκτιμά: «Δε θέλω να φανταστώ ότι μπορεί να φτάσει τα πέντε ευρώ που ακούγεται, αλλά μπορεί να πάει στα 2,5 ευρώ». Ενώ ακόμα μένει να διαμορφωθεί μία εικόνα όσον αφορά την τιμή του για τους καθήμενους. Μέχρι στιγμής οι τιμές κυμαίνονται από 3,5 έως 4,5 ευρώ.
Ποια θα μπορούσε να είναι μία λύση
Στα τέλη της δεκαετίας του 2010, οι τιμές έπεσαν ως αποτέλεσμα της επέκτασης της διεθνούς παραγωγής. Ο νέος δυνατός παίκτης που μπήκε στο παιχνίδι ως παραγωγός χώρα ήταν το Βιετνάμ, που σήμερα είναι η δεύτερη σε παραγωγή καφέ χώρα στον κόσμο, υπεύθυνη για το 18% της παραγωγής. Ωστόσο, στο Βιετνάμ καλλιεργείται κατά 95% η λιγότερο δημοφιλής ποικιλία Robusta.
Μάλιστα, o καφές Robusta πρωτοκαλλιεργήθηκε εξαιτίας μιας περιβαλλοντικής καταστροφής, στα τέλη του 19ου αιώνα, που κατέστρεψε τη σοδειά της ανατολικής Ασίας. Τα τελευταία χρόνια, η ποικιλία χρησιμοποιείται περισσότερο καθώς οι τεχνικές διεργασίες έχουν βελτιώσει κατά πολύ τη γεύση της, γεγονός που επιτρέπει να εντάσσεται σε μεγαλύτερη αναλογία μέσα στα χαρμάνια – μια πρακτική που προτιμάται κυρίως από την αγορά του στιγμιαίου καφέ, όπου οι τιμές παίζουν μεγαλύτερο ρόλο.
Ως εκ τούτου αν οι τιμές συνεχίσουν τώρα να ανεβαίνουν η ευρύτερη χρήση Robusta θα μπορούσε να προσφέρει μια λύση για να κρατηθούν σχετικά χαμηλά για τους καταναλωτές. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η λύση δεν είναι άμεσα πραγματοποιήσιμη, καθώς οι αυστηροί περιορισμοί στο Βιετνάμ εξαιτίας της πανδημίας δυσκολεύουν όχι μόνο την εξαγωγή από τη χώρα, αλλά και την ίδια τη μεταφορά των κόκκων στην πρωτεύουσα Χο Τσι Μιν. Αυτό ισχύει και για άλλα κράτη που παράγουν και εξάγουν καφέ.
Το ζήτημα βέβαια είναι και αν θα επιβιώσουν οι αγρότες παραγωγοί του καφέ. Οι μεγάλες επιχειρήσεις και φάρμες της Βραζιλίας το πιθανότερο είναι ότι θα αντέξουν, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να συμβεί το ίδιο και με τους μικροαραγωγούς, που απαρτίζουν το 95% των καλλιεργητών καφέ στον κόσμο.