«Θα πληρώνουμε 5 και 7 ευρώ για έναν καφέ takeway»- αυτό ακούμε και διαβάζουμε συνέχεια τις τελευταίες ημέρες. Πόσο ρεαλιστικό είναι όμως αυτό το σενάριο και τι συμβαίνει και με τα υπόλοιπα προϊόντα σε σούπερ μάρκετ και λαϊκή; Και ακόμα: πόσο διεθνής είναιτελικά αυτή η κρίση;
Της Δήμητρας Τριανταφύλλου
«Η κατάσταση είναι ήδη δύσκολη για τον κόσμο, δεν περισσεύουν καθόλου χρήματα για ξόδεμα» περιγράφει τον τρόπο που ξεκινάει η «σχολική χρονιά» για τους καταναλωτές, ο Γιάννης Δαβερώνης, πρόεδρος Ένωσης Εστιατορίων & Συναφών Αττικής και προσθέτει: «Αν λοιπόν η τιμή στον καφέ take away ή στην καφετέρια αυξηθεί δυσθεώρητα τότε ο κόσμος απλώς θα τον εγκαταλείψει και ας πρόκειται για μια από τις πιο αγαπημένες του συνήθειες. Μια συνήθεια μάλιστα, η οποία εν μέσω καραντίνας έγινε ακόμα πιο ‘συνήθεια’ κερδίζοντας περισσότερο έδαφος.
Οι ενώσεις μας έχουμε ενημερώσει τα αρμόδια υπουργεία για τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν και πως δεν θα ξεφύγουμε στις τιμές με πιο βασική κίνηση τη μείωση της φορολογίας. Με υψηλές φορολογίες και προκαταβολές φόρου δεν μπορούμε οι επαγγελματίες του κλάδου να αντιμετωπίσουμε τη διεθνή αύξηση της τιμής του καφέ– αν τελικά πρόκειται περί αυτού και η αύξηση δεν προέρχεται από τους μεσάζοντες όπως πιστεύουμε εμείς. Οι καφετέριες και η εστίαση, μαζί με τον τουρισμό είναι βαριά βιομηχανία. Αν η κυβέρνηση δεν προχωρήσει σε κανένα μέσο συγκράτησης των τιμών στην αγορά, αυτό που θα κάνουν οι ιδιοκτήτες των καφετεριών δεν θα είναι να αυξήσουν την τιμή του καφέ που σερβίρουν, αλλά να απολύουν υπαλλήλους για να τα βγάλουν πέρα».
Στο δια ταύτα, σύμφωνα με τον κο Δαβερώνη, τα όσα ακούγονται περί διπλασιασμού τιμής του καφέ, ότι από 1,50 ευρώ έως 2,50 ευρώ που κινείται δηλαδή σήμερα το take away, θα πάει στα 5 ευρώ και άνω, δεν είναι καθόλου ρεαλιστικά. «Είναι πιστολιές στον αέρα, τα έχουμε ξανακούσει όλα αυτά» μας λέει ο ίδιος και προσθέτει: «Πριν από δύο με τρία χρόνια οι προμηθευτές κρέατος διέρρεαν ότι η τιμή στο σουβλάκι θα φτάσει στα 3,50 ευρώ και 4 ευρώ. Τελικά, αυτό δε συνέβη. Οι τιμές στο σουβλάκι σήμερα είναι ανταγωνιστικές και κυμαίνονται από 1,80 ευρώ ως 2,80 ευρώ. Οι παρεμβάσεις που έκαναν τότε οι ενώσεις για το θέμα, έπιασαν τόπο. Έτσι και τώρα, από τη μεριά μας θα κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να συγκρατηθούν οι τιμές, να τις απορροφήσουμε κι αν έρθει αύξηση, λόγω μη βοήθειας εκ μέρους της κυβέρνησης αυτή να είναι βατή και πολύ μικρή».
«Θα είναι μια χρονιά μεγάλης ακρίβειας και οικονομικής αφαίμαξης των καταναλωτών»
Με την παραπάνω φράση ο Γιώργος Λεχουρίτης, πρόεδρος του ΙΝΚΑ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Καταναλωτών, προετοιμάζει για αυτό που o ίδιος λέει ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε τους επόμενους μήνες. « Κατ’ αρχάς δεν πρόκειται για τωρινή ιστορία. Οι αυξήσεις στα προϊόντα έχουν ξεκινήσει από πέρυσι και δεν έχουν να κάνουν με καμία διεθνή κρίση αλλά με καθαρή αισχροκέρδεια. Σε ορισμένα προϊόντα οι αυξήσεις των τιμών είναι χαμηλές- 5%, σε άλλα προϊόντα αγγίζουν το 50%. Φέτος για παράδειγμα, είδαμε τρομαχτικές αυξήσεις στα φρούτα εποχής- σταφύλια, ροδάκινα γιαρμάδες. Σας δίνω παραδείγματα: πέρυσι το σταφύλι κόστιζε το κιλό από 1,20 ευρώ ως 1, 50 ευρώ το κιλό και φέτος η τιμή του είναι από 2, 75 ως 2,99 ευρώ. Τα μαρούλια από 0,50 το κιλό πήγαν στο 0,89, τα φρέσκα φασολάκια από 2 στα 3 ευρώ, τα αγγουράκια από 0,50 σκαρφάλωσαν στο 0,99 το ένα! Τα σπορέλαια που χρησιμοποιούνται για επαγγελματική χρήση έχουν ανέβει από τα 12 ευρώ το κιλό στα 18 ευρώ.
Για αυτές τις αυξήσεις δεν φταίνε το χαλάζι κι οι μπόρες- μιλάω για τα καθ ημάς, αλλά η τάση αισχροκέρδειας μέσα στην αγορά. Ο διπλασιασμός της τιμής στα φασολάκια δεν οφείλεται σε εισαγόμενη ακρίβεια. Ροδάκινα δεν βγάζει μόνο η Βέροια. Κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου στο υπουργείο Ανάπτυξης εδώ και ένα χρόνο. Τον περασμένο Μάιο ήδη λέγαμε ότι οι τιμές για το τραπέζι του Πάσχα είχαν εκτιναχθεί. Τελικά, στα τέλη Αυγούστου φάνηκαν πια οι πολλές ανατιμήσεις στα προϊόντα».
Οι αυξήσεις στα προϊόντα σούπερ μάρκετ και τι θα πράξουν τα τελευταία
Όπως εξηγεί στο Newsbeast o κος Λεχουρίτης, στο σούπερ μάρκετ βλέπουμε ήδη τις εξής αυξήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο- την εξάδα των επώνυμων αναψυκτικών από τα 3,50 ευρώ να έχει ανέβει στα 3,90 ευρώ αλλά και αυξήσεις 35% σε απορρυπαντικά, χαρτικά, είδη περιποίησης. Στα ρύζια οι αυξήσεις σε σχέση με πέρυσι κυμαίνονται από 11% έως 20%, στα όσπρια από 5% ως 10%, στα ζυμαρικά από 3% ως 10%. Και φυσικά υπάρχουν οι αυξήσεις στο ρεύμα και στη βενζίνη.
Όπως περιγράφει ο κος Λεχουρίτης: «Η βενζίνη ανέβηκε από το 1, 40 το λίτρο στο 1, 70 ενώ στα νησιά είδαμε την τιμή της απλής να εκτινάσσεται στα 2 ευρώ. Και σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι τα πρατήρια που αισχροκερδούν, αυτοί μάλιστα προσπαθούν να συγκρατήσουν την τιμή για να μη χάνουν κόσμο, αλλά οι χονδρέμποροι. Για τον καφέ και τη βενζίνη η κατάσταση είναι πιο σύνθετη μιας και πρόκειται για συσχετισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο. Ειδικά ο καφές είναι ‘χρηματιστηριακό’ είδος.
Στην Ελλάδα τον καφέ τον εισάγουμε από ευρωπαϊκές χώρες – Ιταλία, Αγγλία, Πορτογαλία- που συνδιαλέγονται με τις χώρες παραγωγούς όπως η Βραζιλία. Υπάρχει αισχροκέρδεια στους μεσάζοντες σε παγκόσμιο επίπεδο, ανεξαρτήτως των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ποικιλία η ίδια στη χώρα που καλλιεργείται. Για την ώρα, η τιμή του καφέ συγκρατείται αλλά πιστεύω ότι η τιμή στο take away αν δεν υπάρξουν μέτρα και ελαφρύνσεις θα ανέβει από 0, 50 ως 1 ευρώ».
Μεσοσταθμικά μιλώντας λοιπόν, η αύξηση στο καλάθι του σούπερ μάρκετ/λαϊκής έχει φορτωθεί σύμφωνα με τον κο Λεχουρίτη μια αύξηση του 15% και μέχρι τον Δεκέμβριο θα φτάσει, κατά τον ίδιο, το 30%. «Τελικά αυτό που θα κάνει το κοινό δεδομένης και της αύξησης του ρεύματος και της συνολικής επιβάρυνσης στον οικογενειακό προϋπολογισμό θα είναι να κυνηγάει τις προσφορές στα σούπερ μάρκετ– πιθανολογούμε ότι τα τελευταία θα κοιτάξουν να τις κρατήσουν με τα νύχια και με τα δόντια γιατί είναι οι κράχτες τους- αλλά και τα no name προιόντα – για τα οποία επίσης τα σούπερ μάρκετ, ως δικά τους που είναι, θα κοιτάξουν να συγκρατήσουν τις τιμές» καταλήγει ο κος Λεχουρίτης.